Κριτικές και εναλλακτικές προσεγγίσεις. Κριτική ψυχιατρική. Κριτική ψυχολογία

Η αντιψυχιατρική στην "εποχή της αμφισβήτησης"

Βιωματικές μαρτυρίες

Σελίδες από την ιστορία της τρέλας

Τρέλα και Τέχνη / Τρέλα και Λογοτεχνία

Art Brut / Ακατέργαστη Τέχνη

Το τεστ του Ρόρσαχ ανάμεσα στην τέχνη και την ψυχολογία - A. Η ερμηνεία τυχαίων μορφών και ο ρόλος της συμμετρίας

Κηλίδες μελάνης παρόμοιες με αυτές του τεστ τού Ρόρσαχ

    1. Συνοπτική περιγραφή του Ρόρσαχ


«Δεν προτείνουμε το Ρόρσαχ σε ένα άτομο για να το κάνουμε να πει αυτό που δεν θέλει να πει, αλλά για να του δώσουμε την ευκαιρία να εκφράσει αυτό που δεν μπορεί να πει με άλλον τρόπο, να εκφράσει τις στιγμές της οδύνης του, τις κρυφές του αδυναμίες, αλλά και τη διαθεσιμότητά του, τις δυνατότητες ανάκαμψης, τις πιθανότητες απεγκλωβισμού του.»
(Νίνα Ρως ντε Τρωμπενμπεργκ)
[1]
 
    Η προβολική[2] δοκιμασία Ρόρσαχ, το πιο γνωστό από τα ψυχολογικά τεστ για τον οποίο έχουν γραφεί χιλιάδες επιστημονικά άρθρα και δεκάδες βιβλία, δημιουργήθηκε το 1921 από τον Ελβετό ψυχίατρο και ιδρυτικό μέλος της Ελβετικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Χέρμαν Ρόρσαχ (Hermann Rorschach, 1884-1922)
 
    Αποτελείται από δέκα καρτέλες πάνω στις οποίες έχουν τυπωθεί σε λευκό φόντο συμμετρικές ως προς ένα κάθετο άξονα γκριζόμαυρες, μαυροκόκκινες ή πολύχρωμες κηλίδες μελάνης. Οι κηλίδες έχουν σχηματιστεί με τρόπο "τυχαίο"[3] (ρίχνοντας σταγόνες μελάνης πάνω σε μια λευκή κόλλα χαρτιού, διπλώνοντάς το στην μέση και ξανανοίγοντας το), και ο εξεταζόμενος καλείται να ερμηνεύσει τα ασαφή και διφορούμενα σχήματα λέγοντας "τί βλέπει" ή "τί θα μπορούσε να ήταν" αυτό που παρατηρεί. Στο σχηματισμό της κάθε απάντησής του (ή, καλύτερα, της "ερμηνείας" του) συμμετέχουν ταυτόχρονα αντιληπτικοί και προβολικοί μηχανισμοί: τα μορφικά και χρωματικά χαρακτηριστικά της κηλίδας, τα μνημονικά ίχνη και η φαντασία του.  
 
    Για κάθε απάντηση-ερμηνεία σημειώνεται αν αυτή αναφέρεται στο σύνολο ή σε κάποια λεπτομέρεια της μελανοκηλίδας, αν ο σχηματισμός της επηρεάζεται κυρίως από μορφικούς ή από χρωματικούς παράγοντες, ή από κάποιον συνδυασμό τους, ή ακόμη από τη διαισθητική αντίληψη κάποιας κίνησης (παράδειγμα, "ένας άνθρωπος που χορεύει). Σημειώνεται, επίσης, σε ποιο θεματικό είδος η κάθε απάντηση ανήκει (ανθρώπινες μορφές, πρόσωπα, ζώα, φυτά, κ.τ.λ.). Εν συνεχεία υπολογίζεται ο αριθμός ή το ποσοστό των απαντήσεων της κάθε κατηγορίας (για παράδειγμα, ποσοστό απαντήσεων που αναφέρονται στο σύνολο της κηλίδας, ποσοστό απαντήσεων που βασίζονται κυρίως στο χρώμα, ποσοστό απαντήσεων με ανθρώπινες μορφές ή μορφές ζώων. κ.τ.λ. ), και κατά πόσον οι αριθμοί ή τα ποσοστά αυτά συγκλίνουν με τα αντίστοιχα ποσοστά του "φυσιολογικού" πληθυσμού ή μιας ορισμένης ψυχοπαθολογικής ομάδας, αν το ρόρσαχ έχει χορηγηθεί στο πλαίσιο μιας διαφοροδιαγνωστικής εξέτασης. Το ιδιαίτερο περιεχόμενο της κάθε απάντησης, όπως και η σειρά των διαδοχικών απαντήσεων στην ίδια καρτέλα ή ακόμη και το υποτιθέμενο "παγκόσμιο" συμβολικό περιεχόμενο τής κάθε μελανοκηλίδας, λαμβάνονται επιπροσθέτως υπ' όψιν από φαινομενολογικού ή ψυχαναλυτικού τύπου προσεγγίσεις ("σχολές") του Ρόρσαχ.[4] 

Η πρώτη καρτέλα του Ρόρσαχ


    Τα όρια του Ρόρσαχ

 
   Σύμφωνα με τους "ρορσαρχικούς" ψυχολόγους, ο τρόπος που ο καθένας προσεγγίζει και ερμηνεύει τις διφορούμενες μελανοκηλίδες αφήνει να διαφανεί (όταν η χορήγηση τού τεστ και η ανάλυση του γίνεται με την κατάλληλη μεθοδολογία) ο γενικότερος και συνήθης τρόπος της ψυχικής του λειτουργίας, ο τρόπος που κατορθώνει να παίρνει υπ' όψιν του τα όρια που θέτει η εξωτερική πραγματικότητα αφήνοντας ταυτόχρονα χώρο στο ενδεχόμενο, στο φανταστικό, στη φαντασίωση και τη δημιουργία.[5] 

    Αντίθετα για τους επικριτές του το τεστ του Ρόρσαχ υπολείπεται σε αξιοπιστία και εγκυρότητα και κρίνεται ελάχιστα χρήσιμο ως ψυχομετρικό ή διαγνωστικό εργαλείο. Είναι γνωστό ότι ο αριθμός, το περιεχόμενο και η ποιότητα των απαντήσεων που εκφέρει τελικά ο κάθε εξεταζόμενος δεν εξαρτάται μόνον από την προσωπικότητα του και την παρούσα ψυχική του κατάσταση αλλά και από το πλαίσιο της εξέτασης και από την προσωπικότητα, τις προσδοκίες, την εμπειρία και την ψυχική διάθεση του εξεταστή.[6] Γι' αυτό και η ποιότητα της σχέσης εξεταστή-εξεταζόμενου οφείλει πάντα να συνεκτιμάται στην ανάλυση και τελική εκτίμηση των δεδομένων. Η χορήγηση του τεστ, η "ψυχολογική αξιολόγηση" όπως και η ψυχιατρική εξέταση δεν είναι  εξετάσεις "αντικειμενικές", είναι διαπροσωπικές ανταλλαγές όπου οι απαντήσεις και οι συμπεριφορές του ενός εξαρτώνται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και από τις συμπεριφορές και την συναισθηματική διαθεσιμότητα του άλλου, έλεγαν στα χρόνια της "αντιψυχιατρικής" ο Ρόναλντ Λαινγκ και ο Ντέιβιντ Κούπερ. Όσο για την εγκυρότητα του Ρόρσαχ, αυτή είναι ανάλογη με την εγκυρότητα των θεωριών της προσωπικότητας και των διαγνωστικών κατηγοριών στις οποίες η κάθε "σχολή" του τεστ επιλέγει να αναφέρεται.[7] 

    Το τεστ του Ρόρσαχ έχει ίσως μεγαλύτερη αξία, για τον εξεταζόμενο όπως και για τον εξεταστή, όταν χορηγείται και αναλύεται με στόχο όχι την κατάταξη αλλά την κατανόηση, την "συνάντηση" ενός συγκεκριμένου ανθρώπου στο πλαίσιο, για παράδειγμα, μιας αρχόμενης ή εν εξελίξει ψυχοθεραπείας. Οι προτεινόμενες ερμηνείες των κηλίδων μελάνης από τον "θεραπευόμενο", όπως και τα σχέδια ή οι ζωγραφιές που φιλοτεχνεί κατά τη διάρκεια της συνεδρίας[8], μπορούν να εκληφθούν τότε ως αυτό που κατά βάθος είναι, προτάσεις δηλαδή διαλόγου και κοινής αναζήτησης, πέρα από δοσμένες βεβαιότητες και καθιερωμένα πρότυπα. Ο ψυχολόγος που αναλύει και ερμηνεύει το τεστ του Ρόρσαχ, έλεγε προς το τέλος της ζωής του ο Έβαλντ Μπομ, βρίσκεται μάλλον εγγύτερα της Τέχνης[9] - όπως άλλωστε και ο "ασθενής" που ερμηνεύει τις μελανοκηλίδες.

Προσχέδιο για την κάρτα III του τεστ του Ρόρσαχ
Αρχείο και Συλλογή Hermann Rorschach, Βέρνη
[Archiv und Sammlung Hermann Rorschach, Bern]

 
    Το ότι οι "ασθενείς μορφές", δηλαδή τα τυχαία και ακαθόριστα σχήματα όπως τα σύγνεφα ή οι κηλίδες υγρασίας στους τοίχους, μπορούν να διεγείρουν τη φαντασία και να προκαλέσουν παραστάσεις και εικονικές ερμηνείες ήταν γνωστό από την αρχαιότητα. Για παράδειγμα, στη βιογραφία τού φιλοσόφου και θαυματοποιού του 1ου μ.Χ. αιώνα Απολλωνίου του Τυανέως" που έγραψε ο Φιλόστρατος Φλάβιος στις αρχές του 3ου μ.Χ αιώνα, ο Απολλώνιος συζητώντας με τον μαθητή του Δάμι για τη ζωγραφική αναφέρεται στην τάση των ανθρώπων να βλέπουν στα μετακινούμενα σύγνεφα "κενταύρους και αντιλόπες, λύκους και άλογα".[10] Ο Απολλώνιος είχε συλλάβει διαισθητικά ότι αυτό που "διαβάζουμε" στα τυχαία σχήματα εξαρτάται από την ικανότητά μας να αναγνωρίσουμε πράγματα ή εικόνες που προϋπάρχουν ήδη στο μυαλό μας, εικόνες που έχουμε πραγματικά δει "ή έστω που έχουμε ονειρευτεί", σχολιάζει ο Ερνστ Γκόμπριτς.[11] 

     Αργότερα, την εποχή της Αναγέννησης, συναντάμε τον Άλμπρεχτ Ντύρερ να διακρίνει φυσιογνωμίες σε βράχους και υφάσματα[12] και τον Λεονάρντο ντα Βίντσι να παροτρύνει τους μαθητές του, "προκειμένου να κεντριστεί η επινοητικότητά τους", να παρατηρούν προσεκτικά τοίχους με κηλίδες υγρασίας, ή πέτρες με ανόμοια χρώματα. "Μπορείς να διαπιστώσεις", γράφει στην Πραγματεία περί ζωγραφικής, "πως μοιάζουν με θείας έμπνευσης τοπία, με βουνά, ερείπια, βράχια, δάση, πεδιάδες, λόφους και κοιλάδες κάθε είδους. Ακόμα, μπορείς να δεις μάχες ανάμεσα σε μορφές με παράξενες κινήσεις, εκφράσεις ή ρούχα… Με αυτούς τους τοίχους συμβαίνει ό,τι και με τον ήχο της καμπάνας, στον χτύπο της οποίας μπορεί κανείς να ακούσει οποιαδήποτε λέξη και αν φανταστεί".[13] Κι ο μαθητής του Τζιοβάνι Αντόνιο Μπολτράφιο αναφέρει στο ημερολόγιο του ότι βρήκε μια βροχερή νύχτα το δάσκαλο του να στέκεται εκστατικός μπροστά σε έναν νοτισμένο από την υγρασία τοίχο. Ο Λεονάρντο του περιέγραψε τότε μια μεγαλοπρεπή χίμαιρα με ορθάνοιχτο στόμα και από πάνω της έναν αγαθό σγουρομάλλη άγγελο, και με το δάχτυλό του σχεδίασε το περίγραμμά τους.[14] Ο Λεονάρντο, προσθέτει ο Μπολτράφιο, συνήθιζε να βλέπει παντού εικόνες, τοπία και σκηνές: στα σκασίματα των τοίχων, στη σκεπασμένη με λεπτό στρώμα στάχτης θράκα, στα λασπόνερα, στα σύννεφα... 

    Ανάλογες εμπειρίες φαίνεται πως είχε και ο Μποτιτσέλι, σύμφωνα με μαρτυρία τού ίδιου του Λεονάρντο ντα Βίντσι. «Ρίχνοντας ένα σφουγγάρι ποτισμένο με χρώμα στον τοίχο», έλεγε, «στον λεκέ που σχηματίζεται μπορεί κανείς να δει ένα όμορφο τοπίο».[15] Ιστορία που θυμίζει τη διήγηση του Πλίνιου του Πρεσβύτερου για τον ζωγράφο και γλύπτη Πρωτογένη (4ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος κάποτε απογοητευμένος επειδή παρά τις αλλεπάλληλες προσπάθειές του δεν κατόρθωνε να φαίνονται φυσικοί οι αφροί στο στόμα του σκύλου που ζωγράφιζε, πέταξε το σφουγγάρι του πάνω στον πίνακα και είδε τότε με έκπληξη και ευχαρίστηση να πραγματοποιείται με τον τυχαίο αυτό τρόπο το ποθούμενο αποτέλεσμα.[16]

Τυχαία σχήματα και μορφές στα μάρμαρα της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης

 
    Η συμμετρία το κύριο, το αμετάβλητο χαρακτηριστικό όλων των μελανοκηλίδων του τεστ αυξάνει τις πιθανότητες, έγραφε ο Χέρμαν Ρόρσαχ, να ερμηνευτεί το σύνολο της κηλίδας ως ενιαία σκηνή, και με δεδομένου ότι και το ανθρώπινο σώμα, όπως και το σώμα των ζώων, είναι δομημένο συμμετρικά, αυξάνει τις πιθανότητες να προβληθούν πάνω στο "χάος" των άμορφων κηλίδων μορφές ανθρώπων, ζώων ή προσώπων - παρατήρηση που παραπέμπει στο έργο του Γερμανού φυσιοδίφη και φιλοσόφου Έρνστ Χαίκελ (1834-1919) (το οποίο γνώριζε ο Ρόρσαχ), ο οποίος στις αρχές του 1900 απέδειξε με τα καλλιτεχνικά εικονογραφημένα του βιβλία, ότι η συμμετρία αποτελεί γενικό χαρακτηριστικό, περισσότερο ή λιγότερο εμφανές, όλων σχεδόν των έμβιων όντων.[17] [18] 

    Η συμμετρία ενισχύει επίσης την εμφανιζόμενη από τις πρώτες εβδομάδες της ζωής τάση να "αναγνωρίζουμε" ανθρώπινα ή ανθρωπόμορφα πρόσωπα ακόμη και σε μορφικούς σχηματισμούς με ελάχιστα στοιχεία. Πρωτοπόρος σ' αυτόν τον τομέα υπήρξε ο αυστρο-ουγγρικής καταγωγής Αμερικανός παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής Ρενέ Σπιτζ (René Spitz), ο οποίος στις δεκαετίες 1940 και 1950 παρατήρησε ότι από το δεύτερο μήνα της ζωής τους τα βρέφη κοιτάζουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προσοχή (περισσότερο από κάθε τι άλλο) το ανθρώπινο πρόσωπο και από τις αρχές ήδη του τρίτου μήνα αρχίζουν και να του χαμογελάνε.[19] 
 
Ernst Haeckel, "Χειρόπτερα" [Chiroptera]
Kunstformen der Natur
    Τα βρέφη ωστόσο δεν χαμογελούν μόνο στη θέα τού προσώπου της μητέρας αλλά στη θέα και οποιοδήποτε άλλου ατόμου, οικείου ή ξένου, "οποιοδήποτε φύλου ή χρώματος" ή ακόμη και στη θέα μιας μάσκας ή ενός χαρτονιού πάνω στο οποίο έχει, έστω και πρόχειρα, σχεδιαστεί το περίγραμμα και τα κύρια χαρακτηριστικά του ανθρώπινου προσώπου. Αυτό αποδεικνύει, σύμφωνα με τον Σπιτζ, ότι δεν ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένα άτομα, δεν "αναγνωρίζουν" συγκεκριμένα πρόσωπα αλλά έναν ιδιαίτερο μορφικό σχηματισμό, μια γκεστάλτ [gestalt] που συναποτελείται από ελάχιστα στοιχεία: το μέτωπο, τα μάτια και το επάνω μέρος της μύτης ιδωμένα κατά πρόσωπο. Αν ένα από αυτά τα στοιχεία αποκρυβεί, για παράδειγμα το ένα μάτι, ή αν το πρόσωπο ή η μάσκα γυρίσει πλάγια, η "αναγνώριση" χάνεται αμέσως, το βρέφος παραμένει έκπληκτο και σοκαρισμένο.[20] Η γκεστάλτ αυτή θεωρήθηκε έμφυτη, αλλά κάλλιστα μπορεί να θεωρηθεί και ως προϊόν των πρώιμων μνημονικών ιχνών του μητρικού προσώπου. Οι απόψεις του Σπιτζ εμπλουτίσθηκαν αλλά και τροποποιήθηκαν σημαντικά (ή και απορρίφθηκαν) από μεταγενέστερους ερευνητές. Παραμένει ωστόσο το βασικό, και χρήσιμο για τη μελέτη και κατανόηση του Ρόρσαχ: Αρκούν ελάχιστα στοιχεία για να "δούμε", να ερμηνεύσουμε (ως βρέφη ή ως ενήλικες) έναν ασαφή τυχαίο μορφικό σχηματισμό ως ανθρώπινο πρόσωπο.

"Το βότσαλο του Makapansgat"
    Και μάλιστα η τάση ή η ικανότητα αυτή δεν είναι μάλλον προνόμιο μόνο των ανθρώπων (είτε τη θεωρήσουμε έμφυτη είτε πρόωρα σχηματισθείσα) αλλά, τουλάχιστον, και των ανθρωποειδών, όπως μπορούμε να υποθέσουμε μετά την ανακάλυψη του "βότσαλου του Μακαπάνσγκατ" [Makapansgat], μιας μικρής στρογγυλεμένης πέτρας διαμέτρου πέντε εκατοστών (που μεταφέρθηκε από πολύ μακριά και βρέθηκε μαζί με τα λείψανα ενός αυστραλοπιθήκου σε παλαιοντολογική θέση στη κοιλάδα Μακαπάν της Νοτίου Αφρικής), πάνω στην οποία η φύση έχει χαράξει κάτω από ένα εξόγκωμα που μπορεί να ιδωθεί ως "μέτωπο" δύο βαθουλώματα για "μάτια" με μια "μύτη" ανάμεσά τους (όλα τα στοιχεία της γκεστάλτ του Σπιτζ), και ένα βαθούλωμα για "στόμα" λίγο πιο κάτω. Υποθέτουμε ότι οι αυστραλοπίθηκοι περισυνέλεξαν, πριν τρία εκατομμύρια χρόνια, και φύλαξαν το συγκεκριμένο βότσαλο επειδή τους θύμιζε, όπως και σε μας, ένα πρόσωπο. 

Χρήστος Μπελόπουλος     
 
Προσεχής ανάρτηση: Η κατασκευή του τεστ και οι πρόγονοί του. Από τις "μελανοκηλιδογραφίες" του Ιουστίνου Κέρνερ στις μελανοκηλίδες του Ρόρσαχ. 



    Σημειώσεις

 
1. Nina Rausch de Traubenberg, "Le Rorschach, espace d'interactions", Bulletin de psychologie, n° 376, 1986. 

    • Η Νίνα Ρως ντε Τρωμπενμπέργκ (1920-2013), μακρινή απόγονος μιας παλιάς αριστοκρατικής γερμανικής οικογένειας, υπήρξε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ρενέ Ντεκάρτ και στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας του ιδίου πανεπιστημίου όπου δίδασκε το Ρόρσαχ στα μεταπτυχιακά προγράμματα της κλινικής ψυχολογίας. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας του Ρόρσαχ (Société Internationale du Rorschach) και της Γαλλόφωνης Εταιρείας του Ρόρσαχ και των Προβολικών Μεθόδων (Société du Rorschach et des méthodes projectives de langue française)

2. Ο όρος "προβλητικές ή προβολικές μέθοδοι" [projective methods] εμφανίσθηκε για πρώτη φορά το 1939 σε ένα άρθρο του Λώρενς Κέλσο Φρανκ στην αμερικανική επιθεώρηση Journal of Psychology.[a]
 
   • Ο όρος "προβολή" είναι δανεισμένος από την ψυχανάλυση, αλλά στην "προβολική ψυχολογία" δεν έχει ακριβώς την ίδια σημασία. Η προβολή για την ψυχανάλυση είναι ένας "αρχαϊκός μηχανισμός άμυνας" μέσω του οποίου το υποκείμενο εκβάλλει από τον εαυτό του και εκτοπίζει στον εξωτερικό κόσμο (σε πρόσωπα ή σε πράγματα) ιδιότητες, συναισθήματα και επιθυμίες που παραγνωρίζει ή αρνείται στον ίδιο του τον εαυτό του. Η προβολή ως παθολογικός μηχανισμός συναντάται κυρίως στην παράνοια, και ως φυσιολογικός στη μυθολογία, στον ανιμισμό και στη δεισιδαιμονία.[b] Αντίθετα για τον Χένρι Μάρεϊ, δημιουργό (το 1935) της άλλης μεγάλης προβολικής μεθόδου, του T.A.T. (Thematic Apperception Test / Τεστ Θεματικής Αντίληψης), ο οποίος ήταν και ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο "προβολή" στο πλαίσιο των ψυχολογικών τεστ, η προβολή είναι μια φυσιολογική διαδικασία που μπορεί να πάρει ή όχι και τον χαρακτήρα του αμυντικού μηχανισμού: Για τον Μάρεϊ, και την προβολική ψυχολογία γενικότερα, η προβολή αναφέρεται συνήθως στην τάση των ανθρώπων να επηρεάζονται από τις ανάγκες, τα ενδιαφέροντα και την γενική ψυχολογική τους οργάνωση όταν καλούνται να ερμηνεύσουν ασαφή και διφορούμενα ερεθίσματα. 

     a. Lawrence Kelso Frank, "Projective Methods for the Study of Personality" ['Προβολικοί μέθοδοι για τη μελέτη της προσωπικότητας'], The Journal of Psychology, vol. 1, issue 8, 1939.
     b. Jean Laplanche - Jean Bertrand Pontalis, Λεξιλόγιο της ψυχανάλυσης, εκδ. Κέδρος, 1995. Όπου και μια εκτεταμένη παρουσίαση των διαφορετικών σημασιών του όρου "προβολή" στη νευρολογία, την ψυχολογία και την ψυχανάλυση, αλλά και στον ίδιο τον Φρόυντ. 

3 Οι μελανοκηλίδες του Ρόρσαχ έχουν δημιουργηθεί τυχαία με τον τρόπο που περιγράψαμε. Αλλά, σημειώνει ο ιστορικός τέχνης Ντάριο Γκαμπόνι (Πανεπιστήμιο της Γενεύης), δεν είναι εντελώς "αχειροποίητες". Σε πολλές από αυτές παρατηρούνται περισσότερο ή λιγότερο εμφανή ίχνη μικροεπεμβάσεων και "βελτιώσεων" με πινέλο. Όπως γράφει και ο Τζον Έξνερ (John Exner), "ο Ρόρσαχ χρησιμοποίησε το τεράστιο καλλιτεχνικό του ταλέντο για να διαμορφώσει και να εξωραΐσει τις τυχαίες φιγούρες που παρήγαγε, ώστε να έχει κάθε φιγούρα αρκετά χαρακτηριστικά που να μπορούν εύκολα να αναγνωριστούν ως παρόμοια με τα αντικείμενα τα καταγεγραμμένα στα μνημονικά ίχνη των ανθρώπων".*
    * Dario Gamboni, "Un pli entre science et art : Hermann Rorschach et son test". Autorität des Wissens - Kunst- und Wissenschaftsgeschichte im Dialog, 2012. 

4. Ο Τζον Έξνερ εξετάζοντας τις πέντε διαφορετικές προσεγγίσεις του τεστ που είχαν μόνο στις ΗΠΑ δημιουργηθεί μέχρι τη δεκαετία του 1960 (Beck, Hertz, Piotrowski, Klopfer, Rapaport-Schafer), διαπιστώνει ότι οι διαφορές τους (στην αρχική οδηγία, στη μεθοδολογία χορήγησης, τα κριτήρια ταξινόμησης των απαντήσεων και τους ερμηνευτικούς κανόνες) είναι τόσο μεγάλες και σε πολλά σημεία ασυμβίβαστες ώστε θα ήταν προτιμότερο να μιλάμε για πέντε διαφορετικά τεστ, πέντε διαφορετικά Ρόρσαχ (με διαφορετικούς βαθμούς αξιοπιστίας και εγκυρότητας).* Περιπλέκοντας τα πράγματα προσέθεσε και το δικό του σύστημα το 1974, που φιλοδοξούσε να παίξει στο χώρο της ψυχολογίας έναν "ενοποιητικό" ρόλο αντίστοιχο με τον ισοπεδωτικό ρόλο τού DSM στο χώρο της ψυχιατρικής.
    * John Exner, Le Rorschach, un système intégré ['The Rorschach: A comprehensive system, vol. I'], édit. Frison-Roche, 1995. 

5. Catherine Chambert, Le Rorschach en clinique adulte - interprétation psychanalytique ['Το Ρόρσαχ στην κλινική ενηλίκων -ψυχαναλυτική ερμηνεία'], édit. Dunod, 1983. 

6. Όταν παρουσιάζεται μια καρτέλα του Ρόρσαχ, γράφει ο Τζων Έξνερ, σχηματίζεται φευγαλέα στο μυαλό του εξεταζόμενου ένα μεγάλος αριθμός δυνητικών ερμηνειών από τις οποίες τελικά μόνο ένα μικρό ποσοστό θα επιλεγεί και θα εκφερθεί. Το πόσες και ποιες από αυτές τις δυνητικές ερμηνείες τελικά επιλέγονται εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, και όχι μόνον από τον χαρακτήρα και την παρούσα ψυχική κατάσταση του εξεταζομένου. Για παράδειγμα, το άγχος και η ανασφάλεια των νέων ψυχολόγων μπορεί να μειώσει δραστικά τον αριθμό των απαντήσεων, ενώ αντίθετα όταν το Ρόρσαχ δίνεται μέσα σε μια πολύ φιλική και άνετη ατμόσφαιρα όχι μόνο αυξάνεται ο συνολικός αριθμός των απαντήσεων αλλά μπορεί να εμφανιστεί και ένας μεγάλος αριθμός απαντήσεων με βίαιο ή απροκάλυπτα σεξουαλικό περιεχόμενο που σε ένα άλλο αυστηρότερο πλαίσιο θα εκλαμβάνονταν ενδεχομένως ως ψυχοπαθολογικές ενδείξεις.*
* John Exner, κεφ.2 ("Η φύση του Ρόρσαχ"), ό.π.. 

7. Η εγκυρότητα, για παράδειγμα, των διαγνωστικών κατηγοριών της επίσημης ψυχιατρικής (DSM) είναι ιδιαίτερα προβληματική, όπως έχει αποδείξει το πείραμα του Ρόζενχαν παλαιότερα, αλλά και πληθώρα μεταγενέστερων ερευνητών. Βλέπε και τις σχετικές αναρτήσεις στο παρόν ιστολόγιο: "Η πώληση του DSM και η επιστημονική ρητορική στη σύγχρονη ψυχιατρική" (Stuart Kirk - Herb Kutchins),"Η ψυχιατρική ηγεμονία. Μια μαρξιστική θεωρία της ψυχικής αρρώστιας" (Bruce Cohen,) , "Η ψυχιατρική ομάδα και η κοινωνική κατασκευή της σχιζοφρένειας" (Robert Barrett), "Η αμφισβήτηση της κυρίαρχης ψυχιατρικής και του Διαγνωστικού της εγχειριδίου" (Bruce Levine)

8. Marion Milner, Τα χέρια του ζώντος θεού - Το χρονικό μιας ψυχαναλυτικής θεραπείας [The hands of the living God], εκδ. Πεδίο, 2019.

9. Frida Rossel, Odile Husain, Colette Merceron: Les phénomènes particuliers au Rorschach ['Τα ειδικά φαινόμενα στο Ρόρσαχ'], volume I, p. 13, édit. Payot Lausanne, 2005. 

    • Ο δανο-ελβετός ψυχίατρος Ewald Bohm (Έβαλντ Μπομ, 1903-1980) υπήρξε ο περισσότερο γνωστός Ευρωπαίος ειδικός του Ρόρσαχ την περίοδο 1940-1970. Το βιβλίο του "Ψυχοδιαγνωστικό Εγχειρίδιο του Ρόρσαχ προς χρήση ψυχολόγων, γιατρών και παιδαγωγών" ['Lehrbuch der Rorschach Psychodiagnostik für Psychologen, Ärzte und Pädagogen'] γνώρισε πολλές επανεκδόσεις και μεταφράσθηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Ο Μπομ, επηρεασμένος από τη φροϋδική ψυχανάλυση, δεν πίστευε ότι οι στατιστικές μέθοδοι είναι κατάλληλες για ένα τεστ προσωπικότητας. Υποστήριζε, ωστόσο, χωρίς να υπερεκτιμά τις δυνατότητες του Ρόρσαχ, ότι με την κατάλληλη εκπαίδευση και θεωρητική γνώση μπορούσε να καταστεί, (χωρίς να είναι απαραίτητη η προσφυγή σε στατιστικά δεδομένου και σε συνδυασμό πάντα με άλλες μεθόδους) ένα αποτελεσματικό διαγνωστικό εργαλείο. Θεωρούσε, επίσης, ότι το Ρόρσαχ είναι ένα από τα εγκυρότητα ποιοτικά τεστ νοημοσύνης επιτρέποντας την ανίχνευση των γνωστικών αναστολών και των αιτιών τους και την ταυτοποίηση της νοητικής ψευδοκαθυστέρησης που οφείλεται σε συναισθηματικούς ή κοινωνικούς παράγοντες. 

10. Φιλόστρατος, Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον, βιβλίο ΙΙ, κεφ. 22. Perseus
    • Για τις σύγχρονες απόψεις για τον Απολλώνιο, που κάποιοι παρομοίασαν ή αντιπαρέθεσαν στον Χριστό, και για την "γραμμένη με μορφή ταξιδιωτικού μυθιστορήματος" αμφιλεγόμενη βιογραφία του από τον Φιλόστρατο, βλέπε: Maria Dzielska, Απολώνιος ο Τυανεύς στον μύθο και στην ιστορία, εκδ. Ενάλιος, 2000

11. Ernst Gombrich, Τέχνη και ψευδαίσθηση - μελέτη για τη ψυχολογία της εικαστικής αναπαράστασης, σελ. 233, εκδ. Πατάκη, 2018. 

12. Dario Gamboni, ό.π.. 

13. Λεονάρντο ντα Βίντσι, Πραγματεία περί Ζωγραφικής [Trattato della pittura], 76
Αναφέρεται από τον E. Gombrich ("Τέχνη και Ψευδαίσθηση, σελ. 238).

    • Η "Πραγματεία περί ζωγραφικής" είναι ο τίτλος που δόθηκε από μεταγενέστερους εκδότες σε ένα ανολοκλήρωτο κείμενο τού Λεονάρντο ντα Βίντσι, στην πραγματικότητα ένα σύνολο διάσπαρτων σημειώσεων, θεωρητικών σκέψεων, πρακτικών οδηγιών και συνοδευτικών σχεδίων πάνω στην τέχνη της ζωγραφικής. Η "Πραγματεία" μεταφράσθηκε στα ελληνικά από τον Παναγιώτη Δοξαρά (1662-1729), ζωγράφο και στρατιωτικό στην υπηρεσία της Βενετίας, στη δημώδη γλώσσα της εποχής του, και κυκλοφορούσε ως χειρόγραφο ("Περί ζωγραφίας"), μαζί με άλλες μεταφράσεις που είχε επιχειρήσει ο ίδιος. Εκδόθηκε σε έντυπη μορφή το 2016 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης ("Η πραγματεία περί Ζωγραφικής του Λεονάρντο ντα Βίντσι: από το χειρόγραφο στο έντυπο"), απ' όπου και τα παραπάνω στοιχεία. 

14. Didier Anzieu, Les méthodes projectives ['Οι προβολικές μέθοδοι'], p. 41, édit. PUF, 1980. 

    • Ο ψυχολόγος-ψυχαναλυτής Ντιντιέ Ανζιέ (1923-1999) υπήρξε καθηγητής ψυχολογίας αρχικά στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και μετέπειτα στο παρισινό Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Υπήρξε επίσης ιδρυτικό μέλος του Συνδικάτου Ψυχολόγων-Ψυχαναλυτών (το οποίο διαλύθηκε τη δεκαετία του 1970) και πρώτος συντάκτης του Bulletin du Groupement Français de Rorschach [Δελτίο της Γαλλικής Ομάδας του Ρόρσαχ] από το 1952 έως το 1961.
- Στα ελληνικά έχει εκδοθεί το βιβλίο του "Το Εγώ-δέρμα" από τις εκδόσεις Καστανιώτη (2003). 

15. Λεονάρντο ντα Βίντσι, Πραγματεία περί Ζωγραφικής, 93

16. Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Φυσική Ιστορία, 35.36. Perseus (αγγλιστί) 

17. Ernst Haeckel, Kunstformen der Natur ['Καλλιτεχνικές μορφές της Φύσης'], έκδ. 1904. Open Library
• Η εικόνα με τα "χειρόπτερα": εικόνα 67:  https://archive.org/stream/kunstformenderna00haec?ref=ol#page/322/mode/2up 

18. Ο Ρόρσαχ φαίνεται πως γνώριζε το έργο και τα εικονογραφημένα βιβλία του Χαίκελ, αφού από νεαρή ηλικία είχε αλληλογραφήσει μαζί του ζητώντας του τη συμβουλή του για το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει στις σπουδές και την καριέρα του, σύμφωνα με τον ιστορικό της ψυχιατρικής και βιογράφο του Χένρι Ελλενμπέργκερ.*
 * Henri Ellenberger, "The life and work of Hermann Rorschach" ['Η ζωή και το έργο του Χέρμαν Ρόρσαχ'], Bulletin of the Menninger Clinic 18(5), 1954. 

19. Στην πραγματικότητα τα βρέφη χαμογελούν από την πρώτη εβδομάδα της ζωής τους, αλλά αυτό το πρώτο χαμόγελο δεν έχει ψυχικό ή γνωστικό περιεχόμενο. "Απευθύνεται στους αγγέλους"· είναι ένα "γαστρικό χαμόγελο" το οποίο προκαλείται από την χαλάρωση των μυών του προσώπου που συνοδεύει το αίσθημα κορεσμού. 

20. René Spitz, De la naissance a la parole - la première année de la vie [The first year of life - a psychoanalytic study of normal and deviant development of object relations (1965)], p. 65-72, P.U.F., 1979. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου