Περιγραφή της ψυχωτικής αντίδρασης ενός εφήβου - αναδημοσίευση από το βιβλίο "Η σοφία, η τρέλα και η ανοησία- η κατασκευή ενός ψυχιάτρου" του Ρ. Λαινγκ.[1]
Σαλβαντόρ Νταλί, "Κύκνοι που αντανακλούν Ελέφαντες", 1937 (ιδιωτική συλλογή) Salvador Dali, "Swans Reflecting Elephants", 1937 (Private Collection) |
Όταν ο Φίλιπ ήταν δεκατεσσάρων χρόνων γύρισε στο σπίτι από το σχολείο και βρήκε τη μητέρα του στο κρεβάτι μέσα σε μια λίμνη από αίμα. Είχε πεθάνει από αιμόπτυση· είχε αναρροφήσει το αίμα που ξερνούσε. Έπασχε από φυματίωση των πνευμόνων. Δύο μήνες αργότερα γύρισε από το σχολείο μια μέρα για να βρει τον πατέρα του να κρέμεται πίσω από την πόρτα της τραπεζαρίας. Ήταν νεκρός· είχε κρεμαστεί.
Εντούτοις, ο πατέρας του δεν είχε αναφέρει ποτέ την αυτοκτονία μέσα σ' αυτούς τους δύο μήνες. Αντίθετα, επιτίθονταν και κατηγορούσε συνέχεια τον Φίλιπ ότι αυτός είχε προκαλέσει το θάνατο της μητέρας του -με το γεγονός της σύλληψής του, εξαντλώντας την με την εγκυμοσύνη και με τη γέννα του, και με όλη τη μετέπειτα ζωή του.
Ο Φίλιπ πήγε να μείνει με τους συγγενείς της μητέρας του. Μέσα σε έξι μήνες εισήχθηκε στην ψυχιατρική μονάδα του Ψυχιατρικού Τομέα του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης.
Μύριζε απαίσια. Κατουριόταν και τα έκανε πάνω του, πράγμα που τον έκανε να τρικλίζει και να περπατάει παράξενα. Χειρονομούσε με παράξενους τρόπους χωρίς να μιλάει, έδειχνε σχεδόν απόλυτα αυτό-απορροφημένος και δεν πρόσεχε ούτε το περιβάλλον ούτε τους ανθρώπους που ήταν εκεί. Αν και τον περισσότερο καιρό ήταν σιωπηρά αυτοαπορροφημένος, υπήρχαν στιγμές που εμφάνιζε μια υπερεγρήγορση. Τότε άρχιζε να τρέμει ολόκληρος, από την κορυφή μέχρι τα νύχια, σαν πουλί. Ανέπτυξε τραύλισμα, που συνοδευόταν από μια σειρά περίπλοκα, ακούσια τικ: βλεφαρίσματα, μυϊκές συσπάσεις, τρεμουλιάσματα, καρφώματα ή σπινθιρίσματα των ματιών, του προσώπου, της γλώσσας, των χεριών και των δαχτύλων.
Μετά από δυο περίπου μήνες στο νοσοκομείο ήταν περίπου το ίδιο και είχε καταφέρει να προκαλέσει την εχθρότητα όλων -των άλλων ασθενών όσο και του προσωπικού- εξ αιτίας της βρωμιάς και της μυρωδιάς του και, ακόμα περισσότερο, εξ αιτίας της ολικής του αδιαφορίας απέναντί τους, ώστε να τον περιγράφουν ως "αδιάντροπο" ή "αυθάδη". Αποφασίσθηκε πως ήταν καιρός να τον μεταφέρουν σ' ένα ψυχιατρείο μακράς νοσηλείας.
Για τη διάγνωση δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία. Ήταν μια οξεία (ίσως γινόταν χρόνια) κατατονική σχιζοφρένεια. Όταν είχε κάτι να πει ήταν προφανές ότι είχε παραισθήσεις· ήταν πολύ παρανοϊκός και ολότελα χαμένος.
Δεν είχε αδελφούς και αδελφές. Ούτε συγγενείς κοντινούς του. Χωρίς υπερβολή, δεν υπήρχε κανένας να τον "αναλάβει". Κανείς δεν τον ήθελε, και το νοσοκομειακό προσωπικό ήθελε να τον ξεφορτωθεί το συντομότερο. […] Ήταν ένας καταραμένος. […] Ήταν έξω από τη σφαίρα του συνηθισμένου κόσμου, μέσα στην αισχρότητα και τη φρίκη. Ήταν φρικτός. Ίσως γι' αυτό το λόγο η διάγνωσή του ήταν "σχιζοφρένεια" ενώ, λογικά, θα μπορούσε να είναι κάτι σαν ακραία σχιζοφρενικόμορφη αντίδραση σε καταστροφική απώλεια.
Ήταν διαλυμένος, κατακερματισμένος σε κομμάτια εξ αιτίας αυτού που είχε συμβεί. Ήταν ταραγμένος. Είχε περάσει μέσα από μια πραγματικά συνταρακτική εμπειρία. Ήταν συγκλονισμένος, κατάπληκτος […]. Μπορούσε να βγάζει ήχους, αλλά τίποτα με συνοχή δεν έβγαινε από το στόμα του. Απλώς μουρμουρίσματα, σκόρπια κομμάτια, σαλιαρίσματα, ένα ξαφνικό ουρλιαχτό, ένας στεναγμός, ένα γέλιο.
Εκτός από τις τυχαίες μου συναντήσεις με τον Φίλιπ στο θάλαμο, τον έβλεπα μόνο του στο γραφείο μου για μια ώρα περίπου κάθε φορά, τριάντα πέντε συναντήσεις στη διάρκεια των έξι εβδομάδων που έμεινε στο νοσοκομείο. Με άλλα λόγια, τον έβλεπα κάθε μέρα.
Ο λόγος που το έκανα αυτό ήταν ότι την πρώτη φορά που του πήρα ατομική συνέντευξη, έχοντας πει στη συνοδό νοσοκόμα να φύγει, και του πρότεινα να καθίσει, αυτός κάθισε κάτω και μου έδωσε μια ιδέα για το που πραγματικά "βρισκόταν". Ήταν κατά κύριο λόγο απορροφημένος και συλλογιζόμενος τα μυστήρια του λογισμού και ποιος ήταν πραγματικά ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής των πάντων. Τον περισσότερο καιρό ήταν έξω σε αυτό που τώρα θα αποκαλούσα υπερδιάστημα. Πράγμα που σημαίνει πως η συνείδησή του, όπως μου είπε, ήταν "φευγάτη", για να χρησιμοποιήσω μιαν έκφραση που χρησιμοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα με την εμφάνιση της κουλτούρας των "ντραγκς".[2] Βρισκόταν έξω στον γαλαξία· εκεί υπήρχαν άλλες διάνοιες· το μυαλό του ήταν μπερδεμένο, αλλά στο χώρο που μεταφερόταν τον περισσότερο καιρό ερχόταν ένα ξεκαθάρισμα από δυνάμεις που υπήρχαν εκεί. Ο κόσμος αυτός, ο θάλαμος, υπήρχαν με μια έννοια, το καταλάβαινε, αλλά με μια αμυδρή αίσθηση στην πραγματικότητα: σαν ένα είδος σκιάς της συνείδησης του κόσμου των "καθαρών αφαιρέσεων" -ένα σημείο στο οποίο επέμενε. Προσφέρθηκα να τον βοηθήσω. Δέχθηκε τη βοήθειά μου. Χαιρετηθήκαμε με χειραψία και οδηγήθηκε πίσω στο θάλαμο, όπου συνέχισε τη συνηθισμένη του συμπεριφορά.
Μόνο όταν είχα γράψει πάνω από τις μισές σελίδες μιας κλινικής αναφοράς για την περίπτωση του κατάλαβα πόσο ασυνήθιστη [για τα ψυχιατρικά καθιερωμένα] ήταν εκείνη η πρώτη συνέντευξη, και πόσο ασυνήθιστο το γεγονός ότι εγώ μπορούσα να τη δεχθώ ως δεδομένη. Αν υπήρχαν, τότε ή και τώρα, κάποια φάρμακα γνωστά στον ψυχιατρικό κόσμο που θα μπορούσαν να μεταμορφώσουν την κλινική εικόνα μιας κατατονικής σχιζοφρένειας στην εικόνα ενός ειρηνικού ανθρώπου που κάθεται σε μια καρέκλα και μιλάει για λογισμό ή για τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή (πράγματα που συναντιούνται πολύ συχνά στα όσα ο Τζων Λίλλυ[3] και άλλοι έχουν γράψει σχετικά -συνείδηση, χώρος, χρόνος, διαφορετικά επίπεδα πραγματικότητας) για μια ώρα χωρίς άλλες παρενέργειες, η φήμη τους και η χρήση τους θα είχε διαδοθεί αμέσως σε ολόκληρο τον κόσμο. Πολύ περισσότερο αν ήταν φτηνά, γρήγορα, ανώδυνα και ακίνδυνα. Θα ήταν μια πραγματική ανακάλυψη. Αυτός που θα τα ανακάλυπτε θα προτεινόταν για βραβείο Νόμπελ. Οποιοδήποτε χημικό θα μπορούσε να προκαλέσει ένα τέτοιο μετασχηματισμό, έστω και για μια ώρα, έστω και για πέντε λεπτά, θα ανακηρυσσόταν ιατρο-ψυχιατρική, βιοχημική, επιστημονική τομή πρώτου μεγέθους. […]
Για την ώρα σημείωσα σχετικά με τον Φίλιπ ότι "εκείνο που ήταν πιο σχιζογόνο γι' αυτό το αγόρι […] ήταν η ανεντιμότητα και η υποκρισία". Ο Φίλιπ προκαλούσε στον καθένα που τον πλησίαζε ανάμικτα αμυντικά συναισθήματα, με την όψη του και με την μυρωδιά του, αλλά και τον οίκτο για την καταφανή του δυστυχία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι κανένας δεν προσπαθούσε να τον πλησιάσει με ευγένεια ή με αγάπη, αντίθετα το έβαζαν στα πόδια όσο πιο γρήγορα μπορούσαν για να μην τον βλέπουν και να μην τον μυρίζουν. [...]
Σκεφτόμουν ότι όσο πιο γρήγορα θα αντιλαμβανόμουν τα δικά μου ανάμικτα αισθήματα και θα ξεπερνούσα την αμηχανία μου, καθώς δεν μου άρεσε καθόλου να μυρίζω τα σκατά του, ένα μέρος της σύγχυσης στην οποία βρισκόμουν θα άρχιζε να ξεκαθαρίζει. Με κλινικούς, ψυχιατρικούς όρους, το να είσαι ειλικρινής μαζί του μέσα από μια γενικότερη διάθεση καλοσύνης (κι εγώ λυπόμουν πραγματικά για την κατάστασή του και ήθελα να τον βοηθήσω, αν αυτό ήτανε δυνατό) φαινόταν ότι μπορούσε να επιφέρει μια αξιοσημείωτη πρόσκαιρη υποχώρηση των συμπτωμάτων του.
Αυτή η παρατήρηση, όπως και οι άλλες παρόμοιες που σημείωσα μέχρι τώρα, δεν λένε βέβαια τίποτα για το αν ο Φίλιπ υπέφερε από κάποια αρρώστια κάποιου είδους ή για τα ανεξακρίβωτα μέχρι στιγμής μικρομοριακά συμβάντα του κεντρικού του συστήματος. […]
Καθώς καθόταν στην καρέκλα είχε, πράγματι, αρκετούς σπασμούς, νυγμούς, αρκετή ταραχή. Αλλά, δόξα τω θεώ, δεν κατούρησε και δεν έχεσε μέσα στο γραφείο μου. Ποτέ δεν το έκανε. Πάντως, τα πράγματα για τα οποία μιλούσε την πρώτη φορά, και αργότερα -πράγματα όπως η προϊστορική μαντική, προβλήματα των μικροσκοπικών διαπλανητικών επισκεπτών που πλανώνται σαν ένα είδος ομίχλης των συνειδήσεων στο διαπλανητικό διάστημα-, θα θεωρούνταν από τους περισσότερους ψυχιάτρους, πιθανόν όλους, σήμερα ως χαρακτηριστικές εκφράσεις ψυχωτικού ιδεασμού, όσο ταξινομημένα και αν ήταν.
Ακόμα χειρότερα, γι' αυτήν την ψυχιατρική σκοπιά, έβρισκε μερικές φορές το θάλαμό μου να μοιάζει με μια σφαίρα της οποίας αυτός ήταν μια καρφίτσα στο κέντρο. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που παραπατούσε τόσο πολύ. Επειδή στο σφαιρικό διαστημόπλοιο στο οποίο είμαστε μέσα, και το οποίο έμοιαζε με ορθογώνιο θάλαμο, δεν είχε μάθει να περπατάει τόσο σταθερά. Ακόμα κι αν είχε μάθει να περπατάει σταθερά μέσα στη δική του σφαίρα, πως θα μπορούσε μια άπειρα μικρή κουκίδα να "περπατάει"; Παράλληλα, υπήρχε ένας άνδρας που ποτέ δεν μπόρεσε να δει πίσω από το κρεβάτι του τη νύχτα. Οι αφαιρέσεις κινιόντουσαν. Ένα τρίγωνο τον βασάνιζε σε μια γωνία. Μερικές φορές άκουγε τη φωνή ενός αράπη, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι του έλεγε.
Δύο συγκλονιστικές εμπειρίες σαν αυτές που είχε μέσα σε δύο μήνες έκαναν βάσιμη την πιθανότητα να θεωρηθεί η σχιζοφρενικόμορφη ψύχωσή του ως "αντιδραστική". […] Δεν αντιδρούν βέβαια όλοι στις φρικιαστικές εμπειρίες με μια ψυχωτική αντίδραση. Μια ψυχωτική αντίδραση είναι ψυχωτική, αλλά μπορεί ωστόσο να είναι, αν και ψυχωτική, μια κατανοητή αντίδραση.
Πιθανόν και οι δυο γονείς του να ήταν ψυχωτικοί. Άρα, είχε μια πολύ κακή πρόγνωση. Πίστευα όμως ότι αν τον παραδίδανε σ' ένα ψυχιατρείο μακράς νοσηλείας στα δεκατέσσερα του […], όσο κακή πρόγνωση κι' αν είχε, το μόνο αποτέλεσμα θα ήτανε να χειροτερέψει ακόμη περισσότερο. Πραγματικά, θα ήτανε πλέον ολότελα ξεγραμμένος από τη ζωή.[4]
Ήρθε να μείνει μαζί μας -τη γυναίκα μου την Άννα κι εμένα, και τρία παιδιά μας κάτω των τεσσάρων χρόνων.[5]
Όλα πήγαν απίστευτα καλά από την αρχή. Η ακράτειά του σταμάτησε σχεδόν εντελώς αφ' ότου ήρθε να μείνει μαζί μας, και μέσα σε δύο εβδομάδες έτρεμε αλλά δεν τρίκλιζε. Τραύλιζε αλλά τα λόγια του είχαν ειρμό. Μέσα σε τρεις μήνες είχε αρκετή επαφή ξανά, και κανονίσαμε μαζί του να μείνει σε μιαν άλλη οικογένεια, την οποία είχε προετοιμάσει ένας από τους ψυχιατρικούς κοινωνικούς λειτουργούς του τομέα.
Μου είναι απολύτως φανερό πως η επιτυχία του εγχειρήματος βασίστηκε εξ ολοκλήρου στη σχέση του με την Άννα. Είναι από τους λιγότερο συναισθηματικά υποκριτικούς ανθρώπους που έχω ποτέ γνωρίσει και έχει πολύ λίγη υπομονή με την υποκρισία των άλλων. Πολύ λίγο του επέτρεψε να συμπεριφέρεται σαν τρελός, και δεν τον άφησε να ξεφύγει μ' αυτό τον τρόπο από τη μεριά του. Έτσι τα πήγαν πολύ καλά.
Τελευταία τον συναντήσαμε μετά δεκαπέντε χρόνια, όταν ήθελε να μας δει και να μας πει τα νέα του. Ήταν παντρεμένος, είχε δύο παιδιά, είχε μια σταθερή δουλειά κι έπαιρνε μαθήματα ψυχολογίας σ' ένα νυχτερινό σχολείο.
(Μετάφραση ελαφρώς τροποποιημένη / ΨυχοΑντιΜαχίες)
----------------------
Σχετικές αναρτήσεις:
• Ποιός είναι τρελός; Ποιός είναι σχιζοφρενής; Μια συνέντευξη με τον Roland Laing
• Τι είναι η σχιζοφρένεια; (David Cooper)
Σημειώσεις
1. R. D. Laing, "Η σοφία, η τρέλα και η ανοησία. Η κατασκευή ενός ψυχιάτρου" [Wisdom, madness and folie. The making of a psychiatrist], εκδόσεις Πράξις, 1990 (σελ. 186-192).
Μετάφραση: Πέπη Σουλιώτου, Φώτης Τερζάκης.
• Στο βιβλίο, που δημοσιεύτηκε στα αγγλικά το 1985, ο Λαινγκ αφηγείται τη ζωή του από τα πρώτα παιδικά του χρόνια μέχρι την ηλικία των 30 χρόνων και τη σταδιακή αμφισβήτηση, και τελικά απόρριψη, της ακαδημαϊκής και θεσμικής ψυχιατρικής της έποχής του. (Βλέπε επίσης: Ρόναλντ Λαινγκ, η εμβληματική μορφή της βρετανικής αντιψυχιατρικής)
2. Για τις αναλογίες μεταξύ ψυχωτικής και ψυχεδελικής εμπειρίας βλέπε Roland Laing "περί ναρκωτικών" ...
3. John Cunningham Lilly (Τζων Κάννινγκχαμ Λίλλυ, 1915-2001), Αμερικανός νευροεπιστήμονας, ψυχαναλυτής, φιλόσοφος και ερευνητής της ανθρώπινης συνείδησης· μια από τις εμβληματικές προσωπικότητας (μαζί με τον Ραμ Ντας, τον Βέρνερ Ίρχαρντ, τον Τίμοθυ Λήρυ και τον Κάρλος Καστανέντα) της αμερικάνικης αντικουλτούρας στις δεκαετίες του 1960 / 1970. Ήταν επίσης ένας από τους πρωτοπόρους μελετητές της νευροανατομίας, της κοινωνίας και της γλώσσας των δελφινιών. Πίστευε μάλιστα πως θα ήταν μια μέρα δυνατή η επικοινωνία των ανθρώπων με τα θαλάσσια θηλαστικά υψηλής νοημοσύνης, δελφίνια και φάλαινες, και επικέντρωσε τις προσπάθειές του προς την κατεύθυνση αυτή. Προς το σκοπό αυτό ίδρυσε και διηύθυνε ένα κέντρο μελέτης των δελφινιών, ανεξάρτητο από το αμερικανικό ναυτικό που ενδιαφερόταν και χρηματοδοτούσε ανάλογες έρευνες. Πειραματίσθηκε ακόμη με τα ψυχεδελικά ναρκωτικά και το Ελ Ες Ντι, και υπήρξε ένας από τους συνιδρυτές επιστήμονες του Προγράμματος Αναζήτησης Εξωγήινης νοημοσύνης (Search for Extraterrestrial Intelligence / SETI).
4. Σε μια κλασική ψυχιατρική μονάδα η αντιδραστική ψύχωση του Φίλιπ αναπόφευκτα θα μετατρεπόταν σε χρόνια σχιζοφρένεια εξ αιτίας όχι μόνον του αντι-θεραπευτικού και νοσογόνου περιβάλλοντος του ψυχιατρικού ασύλου αλλά και εξ αιτίας της μαζικής και παρατεταμένης χορήγησης νευροληπτικών φαρμάκων που, όπως είναι πλέον απόλυτα διαπιστωμένο, επιφέρουν σημαντικές αλλοιώσεις στον εγκέφαλο και μετατρέπουν έτσι μια πρόσκαιρη αντίδραση σε χρόνια αναπηριογόνο ασθένεια. (Επί του θέματος βλέπε: Joanna Moncrieff - Will Hall, "Η χλωροπρομαζίνη και τα αντι-ψυχωτικά"· Peter Gøtzsche, "Αντιψυχωτικά και εγκεφαλικές βλάβες"· Joanna Moncrieff, "Ο μύθος της χημικής ίασης, μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας".)
5. Η απόφαση του Λαινγκ (να προσκαλέσει τον νεαρό ασθενή του να συγκατοικήσει μαζί του και με την οικογένειά του) όσο ασυνήθιστη κι αν φαίνεται σήμερα στα μάτια της ακαδημαϊκής και θεσμικής ψυχιατρικής, όπως άλλωστε και τότε, δεν ήταν μοναδική. Ανάλογη ήταν και η στάση, για παράδειγμα, της πρωτοπόρου στη θεραπεία αυτιστικών και ψυχωτικών παιδιών Mira Rosenberg όπως διαβάζουμε στο βιωματικό ανθρωπιστικό βιβλίο της "Παιδιά με πέτρινα μάτια".
Καλημέρα σας.Μοιαζει απίστευτη η τρομερή μεταμόρφωση του νεαρού Φίλιπ.Αν δεν ήταν η πένα ενός Ρ.Ντ.Λαινγκ που τα περιγράφει ολ'αυτα,θα δυσκολευοταν κανείς να πιστέψει μια τέτοια αδιανόητο αλλαγή.Ενας απόλυτα αποδιοργανωμενος άνθρωπος,λόγω της φριχτης κακοποίησης,καταφέρνει,χάρη στην ειλικρινή και αμεριστη φροντίδα και αγάπη να βρει και πάλι το χαμένο εαυτό του!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣπουδαία η δημοσίευση σας και άκρως διδαχτικη,κε Μπελοπουλε.