«Από τη δεκαετία του 1960, ζούμε σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την αντίληψη ότι τα φάρμακα μπορούν να θεραπεύσουν τα προβλήματα που στις μέρες μας αποκαλούνται "ψυχικές ασθένειες"· προβλήματα που στο παρελθόν ήταν γνωστά με όρους όπως παραφροσύνη, τρέλα, παράνοια και νεύρωση… Αυτός ο τρόπος σκέψης εξαπλώνεται, όλο και περισσότερο, και εκτός της ψυχιατρικής και τα φάρμακα έχουν φτάσει να θεωρούνται ότι έχουν θεραπευτικό ρόλο σε όλες τις καταστάσεις όπου οι άνθρωποι νιώθουν ότι δεν είναι αποδοτικοί ή δεν λειτουργούν τόσο καλά όσο θα έπρεπε… Η ιστορία για το πώς φτάσαμε να βλέπουμε τα φάρμακα με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή ως ειδικές αγωγές για ειδικές ψυχικές διαταραχές (ή συλλογές συμπτωμάτων), και το ερώτημα του αν αυτός ο τρόπος σκέψης είναι σωστός ή δικαιολογημένος, αποτελεί το αντικείμενο αυτού του βιβλίου.»[1]
Η Βρετανίδα ψυχίατρος Τζοάννα Μόνκριφ (Joanna Moncrieff)[2], ιδρυτικό μέλος του βρετανικού Δικτύου Κριτικής ψυχιατρικής [Critical Psychiatry Network] και διδάσκουσα στο Τμήμα Επιστημών Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου [University College London], στο βιβλίο της "Ο μύθος της χημικής ίασης" αποδομεί πειστικά, στηριζόμενη στα αποτελέσματα και τα τελικά συμπεράσματα ενός μεγάλου αριθμού ερευνών, τις οποίες και παραθέτει, τον γενέθλιο διπλό μύθο της σύγχρονης βιοψυχιατρικής σχετικά με τη βιολογική βάση των ψυχικών παθήσεων και την νοσοειδική, στοχευμένη, δράση των ψυχιατρικών φαρμάκων.
Η υποστηριζόμενη και προωθούμενη από τη φαρμακευτική βιομηχανία, τις επαγγελματικές ενώσεις των ψυχιάτρων και το φιλελεύθερο δυτικό Κράτος σύγχρονη ψυχιατρική θεωρία ισχυρίζεται ότι οι ψυχικές παθήσεις είναι "νόσοι", πραγματικές ασθένειες του σώματος "όπως όλες οι άλλες" (εξού και η εμφύτευση των ψυχιατρικών κλινικών μέσα στα γενικά νοσοκομεία), που προκαλούνται από ανωμαλίες ή ανισορροπίες των νευροδιαβιβαστών, των χημικών δηλαδή ουσιών του εγκεφάλου που συμμετέχουν στη διαβίβαση των νευρικών σημάτων ("θεωρία της χημικής ανισορροπίας των ψυχιατρικών διαταραχών"). Τα ψυχιατρικά φάρμακα, σύμφωνα πάντα με την κυριαρχούσα αντίληψη, δρουν στοχευμένα, "εκλεκτικά", πάνω στους (υποτιθέμενους) βιολογικούς μηχανισμούς της ασθένειας, διορθώνοντας τις ανισορροπίες και επαναφέροντας την προτέρα φυσιολογική, βιολογική, κατάσταση. Τα ψυχιατρικά συμπτώματα υποχωρούν και εξαφανίζονται επειδή, μας λένε, αποκαθίσταται η βιολογική ισορροπία.
Οι εντατικές ερευνητικές προσπάθειες των τελευταίων 60 και πλέον χρόνων, συχνά σχεδιασμένες από τις φαρμακευτικές εταιρείες ή χρηματοδοτούμενες άμεσα ή έμμεσα από αυτές, δεν κατόρθωσαν ωστόσο ποτέ να εντοπίσουν με αδιαμφισβήτητο τρόπο στον εγκέφαλο των πασχόντων τις αιτίες των ψυχικών παθήσεων ή τους μηχανισμούς παραγωγής των ψυχιατρικών συμπτωμάτων. Δεν εντοπίζεται καν σταθερή σχέση μεταξύ των ψυχιατρικών διαταραχών και των υποτιθέμενων από τη θεωρία υποκείμενων βιολογικών ανωμαλιών ή ανισορροπιών. Για παράδειγμα, οι μελέτες δείχνουν ότι οι πάσχοντες από κατάθλιψη συγκρινόμενοι με την ομάδα των μη-πασχόντων, άλλοτε παρουσιάζουν μειωμένα, άλλοτε αυξημένα και άλλοτε ισοδύναμα επίπεδα νοραδρεναλίνης ή σεροτονίνης. (Βλέπε: "Η κατάθλιψη και ο μύθος της σεροτονίνης")
Οι όποιες "θεραπευτικές" επιδράσεις των ψυχιατρικών φαρμάκων (τις οποίες πράγματι μπορούμε να παρατηρήσουμε σε ένα κυμαινόμενο ποσοστό πασχόντων που τα λαμβάνουν) δεν οφείλονται, επομένως, στην ικανότητα αυτών των φαρμάκων να δρουν στοχευμένα και να αντιστρέφουν μια υποκείμενη νοσολογική διαδικασία, όπως διατείνεται το κυρίαρχο "νοσοκεντρικό μοντέλο" κατανόησης της δράσης τους. Για παράδειγμα, οι θετικές επιδράσεις των λεγόμενων "αντικαταθλιπτικών", όπως έχουν αποδείξει οι έρευνες του Ίρβινγκ Κιρς (Irving Kirsch) αλλά και της ίδιας της Τζοάννα Μόνκριφ, οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στο φαινόμενο πλασέμπο, δηλαδή σε έναν ψυχολογικό παράγοντα, και όχι στη δραστική φαρμακευτική ουσία που αυτά περιέχουν. Και αυτό ισχύει τόσο για τα παλαιότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά όσο και για τα νεώτερα αντικαταθλιπτικά τύπου SSRIs. Τα νευροληπτικά (ή "αντιψυχωτικά"), από την άλλη, αμβλύνουν ή καταστέλλουν σε κάποιους πάσχοντες τα θετικά παραγωγικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας ή της ψύχωσης, όχι επειδή έχουν την ικανότητα να αντιστρέψουν μια υποτιθέμενη ψυχωτική διεργασία, αλλά επειδή καταστέλλουν συνολικά τον οργανισμό, την κινητικότητα και τις νοητικές και συναισθηματικές του λειτουργίες. Οι ψευδαισθησιακές εμπειρίες, οι παραληρηματικές σκέψεις ή η διέγερση και η επιθετικότητα ενδεχομένως υποχωρούν, αλλά αυτό γίνεται λόγω της γενικευμένης ελάττωσης της διανοητικής δραστηριότητας, της συναισθηματικής απόσυρσης και του περιορισμού της βούλησης και της κινητικότητας που συνεπάγεται πάντα η λήψη νευροληπτικών, είτε τα λαμβάνουν πάσχοντες είτε υγιείς εθελοντές. Δημιουργούν μια ψευδοφυσιολογική κατάσταση, μια κατ' ουσίαν πρόσκαιρη, διανοητική και συναισθηματική αναπηρία, που μπορεί να καταστεί μονιμότερη με μακροχρόνια λήψη. Είναι ψυχοδραστικές ουσίες παρόμοιες με τα "ψυχαγωγικά" ναρκωτικά.
Ωστόσο, η Μόνκριφ (και η "κριτική ψυχιατρική" γενικότερα, σε αντίθεση με την παλαιότερη αντιψυχιατρική) δεν αντιτίθεται απόλυτα σε μια λελογισμένη και περιορισμένη στο χρόνο χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων, όταν η ψυχική δυσφορία και οδύνη έχουν καταστεί αβάσταχτες -πάντα βέβαια με τη συναίνεση του πάσχοντος, ο οποίος και τελικά θα πρέπει να αποφασίζει, ενημερωμένος από τον γιατρό-σύμβουλό του για το εύρος τόσο των χρήσιμων όσο και των επιζήμιων επιδράσεων τους. Σε κάθε περίπτωση, η μακροχρόνια χρήση ψυχοφαρμάκων (ιδιαίτερα για προληπτικούς λόγους) δεν αιτιολογείται από τα ερευνητικά στοιχεία, και τα οφέλη είναι σπάνια σημαντικότερα από τις φαρμακοεπαγόμενες βλάβες. Το βασικό ερώτημα με τα ψυχοτρόπα φάρμακα, όπως και με τις άλλες σωματικές θεραπείες, την ηλεκτροσπασμοθεραπεία ή τη λοβοτομή, λέει η Τζοάννα Μόνκριφ, είναι «αν αναστρέφουν μια νοσολογική κατάσταση ή αν προκαλούν από μόνα τους μια ανώμαλη κατάσταση εγκεφάλου, αν αντικαθιστούν ένα ελάττωμα με ένα άλλο ακόμα πιο μόνιμο».(σελ. 73)
Ένα βιβλίο (από τα ελάχιστα βιβλία κριτικής ψυχιατρική που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί στην Ελλάδα) χρήσιμο όχι μόνο για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας που εξακολουθούν να «πιστεύουν ότι οι συμπεριφορές και τα βιώματα των ανθρώπων προκαλούνται από χημικές ανισορροπίες στον εγκέφαλό τους, και ότι τα ψυχιατρικά φάρμακα αντιμετωπίζουν αυτές τις ανισορροπίες», αλλά και για όσους άμεσα ή έμμεσα ενδιαφέρονται για τα προβλήματα της "ψυχικής υγείας" και για τη σχέση ανάμεσα στη γνώση, τα οικονομικά συμφέροντα και την εξουσία.
(Για περισσότερα βλέπε και τη συνέντευξη της Joanna Moncrieff σχετικά με τα θέματα που πραγματεύεται στο βιβλίο της.)
«Η θέση μου σ' αυτό το βιβλίο είναι ότι το νοσοκεντρικό μοντέλο της φαρμακευτικής δράσης υιοθετήθηκε, και τα τελευταία χρόνια διαφημίστηκε ευρύτατα, όχι γιατί τα ερευνητικά δεδομένα είναι αδιάσειστα, αλλά επειδή βοήθησε στην προώθηση των συμφερόντων ορισμένων ισχυρών κοινωνικών ομάδων, πιο συγκεκριμένα του ψυχιατρικού επαγγελματικού κλάδου, της φαρμακευτικής βιομηχανίες και του σύγχρονου κράτους.» (σελ.41)
«Η ελαττωμένη συναισθηματική ευαισθησία που σχετίζεται με τη χρήση οποιασδήποτε ψυχοδραστικής ουσίας μπορεί να προκαλεί μια προσωρινή ανακούφιση σε κάποιον που είναι πολύ ανήσυχος, αλλά δεν τον βοηθάει να ανακαλύψει και να διαχειριστεί την πηγή των προβλημάτων του. Αυτό που χρειάζονται πραγματικά οι άνθρωποι που είναι καταθλιπτικοί ή δυστυχισμένοι είναι βοήθεια και υποστήριξη από άλλα ανθρώπινα όντα. Το να είσαι ναρκωμένος από χάπια αποτελεί φραγμό στην ανάπτυξη σχέσεων και δραστηριοτήτων που θα βοηθήσουν τα άτομα να αναρρώσουν.» (σελ. 378)
«Το νοσοκεντρικό μοντέλο κατανόησης της δράσης των ψυχιατρικών φαρμάκων μπορεί να θεωρηθεί ιδεολογία ή ψευδής συνείδηση, με τη μαρξιστική έννοια. Όπως και άλλες μορφές ιδεολογίας, παρουσιάζεται ως ένα αντικειμενικό, αμερόληπτο σώμα γνώσης προσδιοριζόμενο μόνο από τα δεδομένα της πραγματικότητας, ενώ στην πράξη μεταφέρει μια μερική άποψη της ανθρώπινης εμπειρίας και δραστηριοτήτων, η οποία ωθείται από συγκεκριμένα συμφέροντα. Ο θεσμός της ψυχιατρικής βοηθούμενος και παρακινούμενος από τη φαρμακευτική βιομηχανία και εντέλει υποστηριζόμενος από το κράτος, έχει κατασκευάσει ένα σύστημα ψευδούς γνώσης γύρω από τη φύση των ψυχιατρικών φαρμάκων. Η ιδεολογία αυτή δρα για να συσκοτίσει τα πραγματικά αποτελέσματα που προκαλούν τα φάρμακα. Εστιάζοντας στη δράση των φαρμάκων πάνω στην υποτιθέμενη νευρική βάση των ψυχιατρικών διαταραχών, το νοσοκεντρικό μοντέλο έχει συσκοτίσει τις μη φυσιολογικές σωματικές και ψυχικές καταστάσεις που δημιουργούνται, αναγκαστικά, από την πρόσληψη κάθε είδους ψυχοδραστικών ουσιών.
Ο τρόπος με τον οποίον κατεστημένα συμφέροντα έχουν ενσωματωθεί στην κατασκευή της γνώσης σχετικά με τα ψυχιατρικά φάρμακα καταδεικνύει τη συμβιωτική σχέση της εξουσίας με τη γνώση, όπως έδειξε και ο Φουκώ. Η εξουσία βοήθησε να κατασκευαστεί ή έννοια του φαρμάκου ως χημικής θεραπείας και το σύνολο της γνώσης που στηρίχθηκε πάνω σ' αυτήν την έννοια. Η επιρροή της ενεργεί σε όλα τα επίπεδα και σε κάθε πτυχή της παραγωγής αυτής της γνώσης. Καθορίζει ποιες θεωρίες υιοθετούνται, ποια ερωτήματα διατυπώνονται και πως ερευνώνται, αλλά και ποια ερωτήματα βρίσκονται εκτός των επιτρεπόμενων ορίων. Επηρεάζει την καθημερινή διεξαγωγή της έρευνας (την επιλογή των υποκειμένων, τον καθορισμό της διάγνωσης, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και τη συλλογή των δεδομένων) ενώ διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο αναλύονται, παρουσιάζονται και δημοσιεύονται τα δεδομένα.
Με τη σειρά της, αυτή η γνώση έγινε όργανο της ψυχιατρικής εξουσίας. Διευκόλυνε τη συγκεκριμένη μορφή κοινωνικού ελέγχου, η οποία είναι ενσωματωμένη στην ψυχιατρική πρακτική, ερμηνεύοντας την ψυχιατρική καθήλωση ως ιατρική θεραπεία μιας ψυχικής νόσου, και βοήθησε να διαδοθεί η ψυχιατρική εξουσία σε όλον τον πληθυσμό αποκρύπτοντας την ηθική φύση των ψυχιατρικών αποφάσεων. Οι άνθρωποι μετατράπηκαν σε πρόθυμους αποδέκτες της άποψης ότι τα προβλήματά τους προκύπτουν από μια χημική ανισορροπία των εγκεφάλων τους. Αυτή η άποψη έχει διαχυθεί μέσα στη συνείδηση του κοινού, αλλάζοντας θεμελιωδώς τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας και τη φύση της εμπειρίας μας. Υποστήριξα, αλλού, ότι αυτή η θεώρηση του εαυτού μας ως χημικά ελαττωματικού μας καθιστά ευάλωτους στην αυξανόμενη οικονομική εκμετάλλευση και εκτρέπει την προσοχή μας από τις κοινωνικές αιτίες της δυσαρέσκειάς μας.» (σελ. 387-389)
-----------------------------------------
• Peter Gøtzsche: "Δέκα κυρίαρχοι μύθοι της σύγχρονης ψυχιατρικής"
• Bruce Levine: "Γιατί οι αντι-εξουσιαστές διαγνώσκονται ψυχικά ασθενείς"
• Philippe Pignarre: "Πως η κατάθλιψη έγινε επιδημία"
• Peter Breggin: Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας: Μια απατηλή και επιβλαβής διάγνωση
• Bruce Cohen: "Η ψυχιατρική ηγεμονία. Μια μαρξιστική θεωρία της ψυχικής υγείας"
• Robert Whitaker: Τα ψυχιατρικά φάρμακα και η αύξηση των ψυχικών ασθενειών
1. Joanna Moncrieff, "Ο μύθος της χημικής ίασης. Μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας" (σελ. 21), εκδόσεις Oposito / Δίκτυο Ακούγοντας Φωνές, δεκ. 2019.
2. Βλέπε επίσης τα άρθρα της Joanna Moncrieff: "Το ψυχολογικό είναι πολιτικό" και "Η κατάθλιψη και η ψευδοθεωρία της χημικής ανισορροπίας", καθώς και τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Αμερικανό σύμβουλο ψυχικής υγείας και ακτιβιστή Will Hall ("Ο μύθος των ψυχιατρικών φαρμάκων"). Περισσότερα κείμενα στον ιστότοπο της συγγραφέως: https://joannamoncrieff.com/papers/.
• • • • •
"Ο μύθος της χημικής ίασης" Joanna Moncrieff |
Η υποστηριζόμενη και προωθούμενη από τη φαρμακευτική βιομηχανία, τις επαγγελματικές ενώσεις των ψυχιάτρων και το φιλελεύθερο δυτικό Κράτος σύγχρονη ψυχιατρική θεωρία ισχυρίζεται ότι οι ψυχικές παθήσεις είναι "νόσοι", πραγματικές ασθένειες του σώματος "όπως όλες οι άλλες" (εξού και η εμφύτευση των ψυχιατρικών κλινικών μέσα στα γενικά νοσοκομεία), που προκαλούνται από ανωμαλίες ή ανισορροπίες των νευροδιαβιβαστών, των χημικών δηλαδή ουσιών του εγκεφάλου που συμμετέχουν στη διαβίβαση των νευρικών σημάτων ("θεωρία της χημικής ανισορροπίας των ψυχιατρικών διαταραχών"). Τα ψυχιατρικά φάρμακα, σύμφωνα πάντα με την κυριαρχούσα αντίληψη, δρουν στοχευμένα, "εκλεκτικά", πάνω στους (υποτιθέμενους) βιολογικούς μηχανισμούς της ασθένειας, διορθώνοντας τις ανισορροπίες και επαναφέροντας την προτέρα φυσιολογική, βιολογική, κατάσταση. Τα ψυχιατρικά συμπτώματα υποχωρούν και εξαφανίζονται επειδή, μας λένε, αποκαθίσταται η βιολογική ισορροπία.
Οι εντατικές ερευνητικές προσπάθειες των τελευταίων 60 και πλέον χρόνων, συχνά σχεδιασμένες από τις φαρμακευτικές εταιρείες ή χρηματοδοτούμενες άμεσα ή έμμεσα από αυτές, δεν κατόρθωσαν ωστόσο ποτέ να εντοπίσουν με αδιαμφισβήτητο τρόπο στον εγκέφαλο των πασχόντων τις αιτίες των ψυχικών παθήσεων ή τους μηχανισμούς παραγωγής των ψυχιατρικών συμπτωμάτων. Δεν εντοπίζεται καν σταθερή σχέση μεταξύ των ψυχιατρικών διαταραχών και των υποτιθέμενων από τη θεωρία υποκείμενων βιολογικών ανωμαλιών ή ανισορροπιών. Για παράδειγμα, οι μελέτες δείχνουν ότι οι πάσχοντες από κατάθλιψη συγκρινόμενοι με την ομάδα των μη-πασχόντων, άλλοτε παρουσιάζουν μειωμένα, άλλοτε αυξημένα και άλλοτε ισοδύναμα επίπεδα νοραδρεναλίνης ή σεροτονίνης. (Βλέπε: "Η κατάθλιψη και ο μύθος της σεροτονίνης")
Οι όποιες "θεραπευτικές" επιδράσεις των ψυχιατρικών φαρμάκων (τις οποίες πράγματι μπορούμε να παρατηρήσουμε σε ένα κυμαινόμενο ποσοστό πασχόντων που τα λαμβάνουν) δεν οφείλονται, επομένως, στην ικανότητα αυτών των φαρμάκων να δρουν στοχευμένα και να αντιστρέφουν μια υποκείμενη νοσολογική διαδικασία, όπως διατείνεται το κυρίαρχο "νοσοκεντρικό μοντέλο" κατανόησης της δράσης τους. Για παράδειγμα, οι θετικές επιδράσεις των λεγόμενων "αντικαταθλιπτικών", όπως έχουν αποδείξει οι έρευνες του Ίρβινγκ Κιρς (Irving Kirsch) αλλά και της ίδιας της Τζοάννα Μόνκριφ, οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στο φαινόμενο πλασέμπο, δηλαδή σε έναν ψυχολογικό παράγοντα, και όχι στη δραστική φαρμακευτική ουσία που αυτά περιέχουν. Και αυτό ισχύει τόσο για τα παλαιότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά όσο και για τα νεώτερα αντικαταθλιπτικά τύπου SSRIs. Τα νευροληπτικά (ή "αντιψυχωτικά"), από την άλλη, αμβλύνουν ή καταστέλλουν σε κάποιους πάσχοντες τα θετικά παραγωγικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας ή της ψύχωσης, όχι επειδή έχουν την ικανότητα να αντιστρέψουν μια υποτιθέμενη ψυχωτική διεργασία, αλλά επειδή καταστέλλουν συνολικά τον οργανισμό, την κινητικότητα και τις νοητικές και συναισθηματικές του λειτουργίες. Οι ψευδαισθησιακές εμπειρίες, οι παραληρηματικές σκέψεις ή η διέγερση και η επιθετικότητα ενδεχομένως υποχωρούν, αλλά αυτό γίνεται λόγω της γενικευμένης ελάττωσης της διανοητικής δραστηριότητας, της συναισθηματικής απόσυρσης και του περιορισμού της βούλησης και της κινητικότητας που συνεπάγεται πάντα η λήψη νευροληπτικών, είτε τα λαμβάνουν πάσχοντες είτε υγιείς εθελοντές. Δημιουργούν μια ψευδοφυσιολογική κατάσταση, μια κατ' ουσίαν πρόσκαιρη, διανοητική και συναισθηματική αναπηρία, που μπορεί να καταστεί μονιμότερη με μακροχρόνια λήψη. Είναι ψυχοδραστικές ουσίες παρόμοιες με τα "ψυχαγωγικά" ναρκωτικά.
Ωστόσο, η Μόνκριφ (και η "κριτική ψυχιατρική" γενικότερα, σε αντίθεση με την παλαιότερη αντιψυχιατρική) δεν αντιτίθεται απόλυτα σε μια λελογισμένη και περιορισμένη στο χρόνο χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων, όταν η ψυχική δυσφορία και οδύνη έχουν καταστεί αβάσταχτες -πάντα βέβαια με τη συναίνεση του πάσχοντος, ο οποίος και τελικά θα πρέπει να αποφασίζει, ενημερωμένος από τον γιατρό-σύμβουλό του για το εύρος τόσο των χρήσιμων όσο και των επιζήμιων επιδράσεων τους. Σε κάθε περίπτωση, η μακροχρόνια χρήση ψυχοφαρμάκων (ιδιαίτερα για προληπτικούς λόγους) δεν αιτιολογείται από τα ερευνητικά στοιχεία, και τα οφέλη είναι σπάνια σημαντικότερα από τις φαρμακοεπαγόμενες βλάβες. Το βασικό ερώτημα με τα ψυχοτρόπα φάρμακα, όπως και με τις άλλες σωματικές θεραπείες, την ηλεκτροσπασμοθεραπεία ή τη λοβοτομή, λέει η Τζοάννα Μόνκριφ, είναι «αν αναστρέφουν μια νοσολογική κατάσταση ή αν προκαλούν από μόνα τους μια ανώμαλη κατάσταση εγκεφάλου, αν αντικαθιστούν ένα ελάττωμα με ένα άλλο ακόμα πιο μόνιμο».(σελ. 73)
Ένα βιβλίο (από τα ελάχιστα βιβλία κριτικής ψυχιατρική που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί στην Ελλάδα) χρήσιμο όχι μόνο για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας που εξακολουθούν να «πιστεύουν ότι οι συμπεριφορές και τα βιώματα των ανθρώπων προκαλούνται από χημικές ανισορροπίες στον εγκέφαλό τους, και ότι τα ψυχιατρικά φάρμακα αντιμετωπίζουν αυτές τις ανισορροπίες», αλλά και για όσους άμεσα ή έμμεσα ενδιαφέρονται για τα προβλήματα της "ψυχικής υγείας" και για τη σχέση ανάμεσα στη γνώση, τα οικονομικά συμφέροντα και την εξουσία.
Χρήστος Μπελόπουλος
(Για περισσότερα βλέπε και τη συνέντευξη της Joanna Moncrieff σχετικά με τα θέματα που πραγματεύεται στο βιβλίο της.)
Η ιδεολογία της βιοψυχιατρικής και της ψυχοφαρμακολογίας
«Η θέση μου σ' αυτό το βιβλίο είναι ότι το νοσοκεντρικό μοντέλο της φαρμακευτικής δράσης υιοθετήθηκε, και τα τελευταία χρόνια διαφημίστηκε ευρύτατα, όχι γιατί τα ερευνητικά δεδομένα είναι αδιάσειστα, αλλά επειδή βοήθησε στην προώθηση των συμφερόντων ορισμένων ισχυρών κοινωνικών ομάδων, πιο συγκεκριμένα του ψυχιατρικού επαγγελματικού κλάδου, της φαρμακευτικής βιομηχανίες και του σύγχρονου κράτους.» (σελ.41)
«Η ελαττωμένη συναισθηματική ευαισθησία που σχετίζεται με τη χρήση οποιασδήποτε ψυχοδραστικής ουσίας μπορεί να προκαλεί μια προσωρινή ανακούφιση σε κάποιον που είναι πολύ ανήσυχος, αλλά δεν τον βοηθάει να ανακαλύψει και να διαχειριστεί την πηγή των προβλημάτων του. Αυτό που χρειάζονται πραγματικά οι άνθρωποι που είναι καταθλιπτικοί ή δυστυχισμένοι είναι βοήθεια και υποστήριξη από άλλα ανθρώπινα όντα. Το να είσαι ναρκωμένος από χάπια αποτελεί φραγμό στην ανάπτυξη σχέσεων και δραστηριοτήτων που θα βοηθήσουν τα άτομα να αναρρώσουν.» (σελ. 378)
«Το νοσοκεντρικό μοντέλο κατανόησης της δράσης των ψυχιατρικών φαρμάκων μπορεί να θεωρηθεί ιδεολογία ή ψευδής συνείδηση, με τη μαρξιστική έννοια. Όπως και άλλες μορφές ιδεολογίας, παρουσιάζεται ως ένα αντικειμενικό, αμερόληπτο σώμα γνώσης προσδιοριζόμενο μόνο από τα δεδομένα της πραγματικότητας, ενώ στην πράξη μεταφέρει μια μερική άποψη της ανθρώπινης εμπειρίας και δραστηριοτήτων, η οποία ωθείται από συγκεκριμένα συμφέροντα. Ο θεσμός της ψυχιατρικής βοηθούμενος και παρακινούμενος από τη φαρμακευτική βιομηχανία και εντέλει υποστηριζόμενος από το κράτος, έχει κατασκευάσει ένα σύστημα ψευδούς γνώσης γύρω από τη φύση των ψυχιατρικών φαρμάκων. Η ιδεολογία αυτή δρα για να συσκοτίσει τα πραγματικά αποτελέσματα που προκαλούν τα φάρμακα. Εστιάζοντας στη δράση των φαρμάκων πάνω στην υποτιθέμενη νευρική βάση των ψυχιατρικών διαταραχών, το νοσοκεντρικό μοντέλο έχει συσκοτίσει τις μη φυσιολογικές σωματικές και ψυχικές καταστάσεις που δημιουργούνται, αναγκαστικά, από την πρόσληψη κάθε είδους ψυχοδραστικών ουσιών.
Ο τρόπος με τον οποίον κατεστημένα συμφέροντα έχουν ενσωματωθεί στην κατασκευή της γνώσης σχετικά με τα ψυχιατρικά φάρμακα καταδεικνύει τη συμβιωτική σχέση της εξουσίας με τη γνώση, όπως έδειξε και ο Φουκώ. Η εξουσία βοήθησε να κατασκευαστεί ή έννοια του φαρμάκου ως χημικής θεραπείας και το σύνολο της γνώσης που στηρίχθηκε πάνω σ' αυτήν την έννοια. Η επιρροή της ενεργεί σε όλα τα επίπεδα και σε κάθε πτυχή της παραγωγής αυτής της γνώσης. Καθορίζει ποιες θεωρίες υιοθετούνται, ποια ερωτήματα διατυπώνονται και πως ερευνώνται, αλλά και ποια ερωτήματα βρίσκονται εκτός των επιτρεπόμενων ορίων. Επηρεάζει την καθημερινή διεξαγωγή της έρευνας (την επιλογή των υποκειμένων, τον καθορισμό της διάγνωσης, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και τη συλλογή των δεδομένων) ενώ διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο αναλύονται, παρουσιάζονται και δημοσιεύονται τα δεδομένα.
Με τη σειρά της, αυτή η γνώση έγινε όργανο της ψυχιατρικής εξουσίας. Διευκόλυνε τη συγκεκριμένη μορφή κοινωνικού ελέγχου, η οποία είναι ενσωματωμένη στην ψυχιατρική πρακτική, ερμηνεύοντας την ψυχιατρική καθήλωση ως ιατρική θεραπεία μιας ψυχικής νόσου, και βοήθησε να διαδοθεί η ψυχιατρική εξουσία σε όλον τον πληθυσμό αποκρύπτοντας την ηθική φύση των ψυχιατρικών αποφάσεων. Οι άνθρωποι μετατράπηκαν σε πρόθυμους αποδέκτες της άποψης ότι τα προβλήματά τους προκύπτουν από μια χημική ανισορροπία των εγκεφάλων τους. Αυτή η άποψη έχει διαχυθεί μέσα στη συνείδηση του κοινού, αλλάζοντας θεμελιωδώς τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας και τη φύση της εμπειρίας μας. Υποστήριξα, αλλού, ότι αυτή η θεώρηση του εαυτού μας ως χημικά ελαττωματικού μας καθιστά ευάλωτους στην αυξανόμενη οικονομική εκμετάλλευση και εκτρέπει την προσοχή μας από τις κοινωνικές αιτίες της δυσαρέσκειάς μας.» (σελ. 387-389)
Επιμέλεια σελίδας: Ντίνος Χατζηαθανασίου
-----------------------------------------
Σχετικές αναρτήσεις:
• Peter Gøtzsche: "Δέκα κυρίαρχοι μύθοι της σύγχρονης ψυχιατρικής"
• Bruce Levine: "Γιατί οι αντι-εξουσιαστές διαγνώσκονται ψυχικά ασθενείς"
• Philippe Pignarre: "Πως η κατάθλιψη έγινε επιδημία"
• Peter Breggin: Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας: Μια απατηλή και επιβλαβής διάγνωση
• Bruce Cohen: "Η ψυχιατρική ηγεμονία. Μια μαρξιστική θεωρία της ψυχικής υγείας"
• Robert Whitaker: Τα ψυχιατρικά φάρμακα και η αύξηση των ψυχικών ασθενειών
Σημειώσεις
1. Joanna Moncrieff, "Ο μύθος της χημικής ίασης. Μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας" (σελ. 21), εκδόσεις Oposito / Δίκτυο Ακούγοντας Φωνές, δεκ. 2019.
2. Βλέπε επίσης τα άρθρα της Joanna Moncrieff: "Το ψυχολογικό είναι πολιτικό" και "Η κατάθλιψη και η ψευδοθεωρία της χημικής ανισορροπίας", καθώς και τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Αμερικανό σύμβουλο ψυχικής υγείας και ακτιβιστή Will Hall ("Ο μύθος των ψυχιατρικών φαρμάκων"). Περισσότερα κείμενα στον ιστότοπο της συγγραφέως: https://joannamoncrieff.com/papers/.
Καλησπέρα σας.Είναι πολύ σημαντικό και αξιέπαινο που επιλέγετε να προβάλετε ένα βιβλίο που,διεθνώς, αποτελεί πια υπόδειγμα επιστημονικής τεκμηρίωσης γύρω απ' τα ψυχοφάρμακα και την "αποτελεσματικότητά" τους.Αν και έχει εκδοθεί εδώ και μια δεκαετία, στην Ελλάδα δε βρέθηκε κάποιος μεταφραστής ή εκδότης όλ'αυτά τα δέκα χρόνια για να δώσει στο ευρύ κοινό μια επιστημονικά ορθή και εκδοτικά άρτια μετάφραση.Το εγχείρημα των εκδόσεων Oposito στηρίχτηκε σε ισχνότατους και εξαιρετικά αναιμικούς οικονομικούς πόρους και στην προσωπική δουλειά μιας ομάδας ανθρώπων.Δίχως αυτούς δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί η έκδοση.Τελικά το κυρίαρχο "βιο-ψυχιατρικό" μοντέλο καλά κρατεί και επιβάλει και "ντιρεκτίβες" γύρω από το ποιές απόψεις θ' ακούγονται.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://youtu.be/CxJcuYSZ-NE?si=IcDw7c9CW32Na_kD
ΑπάντησηΔιαγραφή