"Ναβουχοδονόσωρ" (1795–1805) Ακουαρέλα του οραματιστή ποιητή και χαράκτη William Blake (1757–1827) Tate Galleries |
Ο Θςός, διαβάζουμε στο βιβλίο του Δανιήλ, τιμώρησε τον Ναβουχοδονόσορα, τον βασιλιά της Βαβυλώνας, εξαιτίας της μεγάλης του έπαρσης και αλαζονείας κάνοντάς τον να χάσει τα λογικά του: Ο Ναβουχοδονόσορας εγκατέλειψε την κοινωνία των ανθρώπων, κατέφυγε στην ύπαιθρο και ζούσε τρώγοντας μόνο χόρτα. Οι τρίχες του μάκρυναν και έγιναν σαν τρίχες λιονταριού, τα νύχια του σαν νύχια αρπακτικών ορνέων: "καὶ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων ἐξεδιώχθη καὶ χόρτον ὡς βοῦς ἤσθιε, καὶ ἀπὸ τῆς δρόσου τοῦ οὐρανοῦ τὸ σῶμα αὐτοῦ ἐβάφη, ἕως οὗ αἱ τρίχες αὐτοῦ ὡς λεόντων ἐμεγαλύνθησαν καὶ οἱ ὄνυχες αὐτοῦ ὡς ὀρνέων".(Δαν. 4.30) Μετά από επτά χρόνια, ταπεινωμένος ζήτησε συγχώρεση. Ο θεός δέχθηκε την μετάνοια του και τον απάλλαξε οριστικά από την παραφροσύνη. Ο Ναβουχοδονόσορας ξανάγινε βασιλιάς.
Ακολουθώντας το κείμενο της Αγίας Γραφής ο Μπλέικ ζωγράφισε τον βυθισμένο στην άβυσσο και την παγωνιά της τρέλας Ναβουχοδονόσορα ("Nebuchadnezzar") σαν αγρίμι ή "λυκανθρώπο"[1] με φόντο ένα έρημο, απόκοσμο και παραισθητικό περιβάλλον. Μια διαφορετική εκδοχή του "Ναβουχοδονόσορα" συμπεριλαμβάνεται και στην εικονογράφηση των "Γάμων του Ουρανού και της Κόλασης", ένα πεζό ποίημα που συνέθεσε ο Μπλέικ την περίοδο 1790-1793.[2]
• • • • •
* Ο Γουίλλιαμ Μπλέικ θεωρούνταν από τους συγχρόνους του "παράφρονας". Είναι χαρακτηριστικό το κείμενο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "The Examiner" το 1809, όταν ο Μπλέικ οργάνωσε μια ιδιωτική έκθεση των πινάκων του με την ελπίδα (που διαψεύσθηκε) να κάνει γνωστό το οραματικό του έργο: «[...] ο William Blake, ο δυστυχής παράφρων, ακίνδυνος κατά τα άλλα και γι' αυτό έξω από το άσυλο, θα περνούσε εντελώς απαρατήρητος αν δεν διακήρυσσαν δημόσια τον θαυμασμό τους γι' αυτόν πολλοί διακεκριμένοι καθηγητές και ερασιτέχνες. Οι έπαινοι τους οποίους αυτοί οι κύριοι επιφύλαξαν πέρυσι στις εικονογραφήσεις του "Τάφου" του Blair που φιλοτέχνησε ο δυστυχής, κατόρθωσαν, τροφοδοτώντας τη ματαιοδοξία του, να τον ωθήσουν να δημοσιοποιήσει την τρέλα του και έτσι να τον εκθέσουν και πάλι αν όχι στη χλεύη, πάντως στον οίκτο του κοινού».[3]
1. (Κλινική) λυκανθρωπία ονομαζόταν μια μορφή ψυχωτικής διαταραχής κατά την οποία ο πάσχων νόμιζε ότι έχει μεταμορφωθεί σε λύκο (ή, κατ' επέκταση, σε οπουδήποτε άλλο ζώο), "ένα ψευδαισθησιακό παραλήρημα κατοχής". Σε χώρες της Δύσης, ο όρος "λυκανθρωπία" συνηθίζεται να χρησιμοποιείται, ως συνώνυμο κάθε "ζωανθρωπίας" [zoanthropy] ή "θηριοανθρωπίας" [therianthropy]. Για περισσότερα βλέπε: "Περιγραφές λυκανθρωπίας από γιατρούς και συγγραφείς της ύστερης αρχαιότητας και του Βυζαντίου"
2. William Blake, Οι γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης [The marriage of Heaven and Hell], εκδ. Νεφέλη, 2018. Μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός.
3. Αναφέρεται από τον Χ. Βλαβιανό στην εισαγωγή του στους "Γάμους...".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου