Ο μύθος των ψυχιατρικών φαρμάκων. Μια συνέντευξη της Joanna Moncrieff στον Will Hall

Ένας διάλογος[1] ανάμεσα στη Βρετανίδα ψυχίατρο Joanna Moncrieff[2] και τον Αμερικανό ακτιβιστή Will Hall[3]


    Τα ψυχιατρικά φάρμακα, λέει η Joanna Moncrieff, δεν είναι παρά ψυχοδραστικές ουσίες, χημικές ουσίες ξένες προς το σώμα που επιδρούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και μεταβάλουν τη συνειδησιακή κατάσταση του ατόμου, τις γνωστικές και συναισθηματικές λειτουργίες και τη συμπεριφορά του -με όλους τους κινδύνους και τα ρίσκα που αυτό συνεπάγεται.

    Αν και ορισμένοι άνθρωποι ανακουφίζονται και προτιμούν ίσως από την αρχική πνευματική και συναισθηματική τους δυσφορία και οδύνη την τεχνητή κατάσταση που προκαλείται από τα φάρμακα αυτά, είναι χρήσιμο να γνωρίζουν και αυτοί, όπως και όλος ο υπόλοιπος κόσμος, ότι τα ψυχοφάρμακα δεν θεραπεύουν, δεν καταπολεμούν και δεν αντιστρέφουν μια υποτιθέμενη υποκείμενη παθολογική (βιολογική) διαδικασία: Η δράση τους είναι αποκλειστικά και μόνο, ανάλογα με την περίπτωση, κατασταλτική ή διεγερτική. Οι ψευδαισθήσεις και οι παραληρηματικές ιδέες, για παράδειγμα, ενδεχομένως υποχωρούν με τα νευροληπτικά, αλλά αυτό γίνεται λόγω της γενικευμένης ελάττωσης της διανοητικής δραστηριότητας, του περιορισμού της συναισθηματικής απόκρισης, της βούλησης και της κινητικότητας που συνεπάγεται πάντα η λήψη τους, είτε τα λαμβάνουν πάσχοντες είτε υγιείς εθελοντές.

    Κατά συνέπεια, ονομασίες που υπονοούν μια "νοσοειδική" δράση, όπως "αντιψυχωτικά", "αντικαταθλιπτικά", "σταθεροποιητές της διάθεσης", όλοι αυτοί οι όροι είναι απολύτως αυθαίρετοι, παραπλανητικοί και καταχρηστικοί -ευφυείς στρατηγικές επινοήσεις των μηχανισμών μάρκετινγκ της φαρμακευτικής βιομηχανίας.

Conrad Felixmüller,
"Φαντάρος στο φρενοκομείο", 1918 (λεπτομέρεια)
 • • • • •

   Ενότητες της συνέντευξης: 
Η χλωροπρομαζίνη και τα "αντιψυχωτικά" 
Το λίθιο και οι "σταθεροποιητές της διάθεσης" 
Η ψυχιατρικοποίηση της νεανικής ηλικίας και η ιδέα της "πρώιμης παρέμβασης στην ψύχωση" 
• • • • •

  Η χλωροπρομαζίνη και τα αντι-ψυχωτικά


    Will Hall (W.H.): Πώς καταλήξατε σ' αυτήν την κριτική για τα ψυχοφάρμακα θέση σας;

    Joanna Moncrieff (J.M.): Όταν ξεκίνησα να εργάζομαι στα ψυχιατρικά νοσοκομεία, σχεδόν όλοι οι ασθενείς έπαιρναν τουλάχιστον ένα φάρμακο. Η χορήγηση φαρμάκων δεν μου φαινόταν να βελτιώνει σημαντικά την κατάσταση τους και, επιπλέον, προξενούσε πολλές δυσάρεστες παρενέργειες. Οι άλλοι γιατροί όμως έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά και πίστευαν πως οι ασθενείς τους πήγαιναν πολύ καλύτερα εξαιτίας των ψυχοφαρμάκων. Αυτό με έσπρωξε να ερευνήσω το θέμα και να μάθω περισσότερα.

    W.H.: Και τί ανακαλύψατε;

    J.M.: Πριν τη δεκαετία του 1950, οι ψυχίατροι δεν θεωρούσαν ότι τα φάρμακα καταπολεμούσαν ένα υποκείμενο ουσιαστικό πρόβλημα. Σταδιακά όμως οι απόψεις άλλαξαν ριζικά. Οι γιατροί άρχισαν να πιστεύουν ότι τα φάρμακα είχαν πράγματι τη δυνατότητα να αναστρέψουν την ψυχωτική διεργασία και να επαναφέρουν τους ανθρώπους στην προτέρα φυσιολογική τους κατάσταση. Μόνο που δεν υπήρχε καμιά απόδειξη για κάτι τέτοιο!

    W.H.: Θα μπορούσαμε δηλαδή να πούμε ότι η χλωροπρομαζίνη (Largactil) δεν ήταν μια και τόσο καινοτόμος ανακάλυψη, αφού κατ' ουσίαν δεν επρόκειτο παρά για ένα ακόμη ηρεμιστικό; [ένα "μείζον ηρεμιστικό", όπως λέγανε παλαιότερα] 

    J.M.: Έτσι ακριβώς είναι, και άλλωστε οι πρώτοι γιατροί που συνταγογράφησαν την χλωροπρομαζίνη το αναγνώριζαν αυτό ανεπιφύλακτα. Στα κείμενά τους παραδέχονταν πως η χλωροπρομαζίνη δεν περιορίζεται μόνο στο να καταπραΰνει τους πάσχοντες και να τους οδηγεί στον ύπνο, αλλά επιβραδύνει γενικότερα τον οργανισμό και προκαλεί μια κατάσταση ψυχικής αδιαφορίας. Τα μέχρι τότε χορηγούμενα βαρβιτουρικά προκαλούσαν ισχυρή υπνηλία. Και σε σύγκριση με αυτά, η χλωροπρομαζίνη αποτελούσε σίγουρα μεγάλη πρόοδο, αλλά οι παλαιότεροι ψυχίατροι αντιλαμβανόταν επίσης ότι η λήψη της προκαλούσε μια αφύσικη νευρολογική κατάσταση: Δεν ανέστρεφε μια [υποτιθέμενη] υποκείμενη παθολογική διαδικασία. Βέβαια, με την πάροδο του χρόνου η αρχική αυτή θέση παραμερίστηκε και η ψυχιατρική άρχισε πλέον να πιστεύει ότι η χλωροπρομαζίνη ήταν πράγματι ένα "αντι-ψυχωτικό" φάρμακο, ένα φάρμακο που μπορούσε με κάποιο τρόπο να αντιστρέψει  τις διαδικασίες που οδηγούσαν στην ψύχωση.

    W.H.: Τα λεγόμενα "αντιψυχωτικά" δεν είναι λοιπόν παρά ηρεμιστικά φάρμακα που επιδρούν στις ανώτερες λειτουργίες τους εγκεφάλου: Τα κίνητρα εξασθενούν και οι άνθρωποι γίνονται απαθείς. Προσωπικά έχω πάρει αντιψυχωτικά: trilafon (περφαιναζίνη), navane (θειοθιξένη), mellaril (θειοριδαζίνη). Θυμάμαι πως είχα γίνει ληθαργικός, αισθανόμουν απών, ζαλισμένος, με ένα πέπλο ομίχλης να τυλίγει το μυαλό μου. Πηγαινοερχόμουν ή έμεινα όρθιος και ακίνητος για πολύ ώρα, έπειτα καθόμουν και κοίταζα τηλεόραση απαθής.

    J.M.: Η ασθένεια τού Πάρκινσον είναι μια νευρολογική ασθένεια οφειλόμενη σε έλλειψη ντοπαμίνης στον εγκέφαλο: Η ντοπαμίνη είναι απαραίτητη για την κίνηση και τη σκέψη. Τα αντιψυχωτικά φάρμακα μπλοκάρουν την παραγωγή ντοπαμίνης, δημιουργούν δηλαδή έλλειμμα ντοπαμίνης. Προκαλούν ένα τεχνικό Πάρκινσον: Οι άνθρωποι γίνονται αργοί, άκαμπτοι, η έκφραση του προσώπου τους χάνεται, η σκέψη επιβραδύνεται. Μια ισχυρή δόση αντιψυχωτικών προκαλεί έντονα συμπτώματα παρκισονικού τύπου· μια ήπια δόση ελαφρότερα συμπτώματα της ίδιας νόσου.

    W.H.: Έτσι εξηγούνται οι ιδιαίτερες παρενέργειες της χλωροπρομαζίνης. Παρενέργειες που παρατηρούνται σε οποιοδήποτε λαμβάνει το φάρμακο, είτε υποφέρει είτε όχι από ψύχωση. Όπως άλλωστε συμβαίνει και στα ζώα -τα αντιψυχωτικά χρησιμοποιούνται ως κατασταλτικά και στην κτηνιατρική. Τελικά, τα φάρμακα αυτά δεν στοχεύουν και δεν καταπολεμούν μια υποτιθέμενη ψυχωτική διαδικασία. Πείτε μας όμως πώς καταλήξαμε στην ιδέα να θεωρείται αιτία της σχιζοφρένειας η έλλειψη  ντοπαμίνης;

Ο μύθος της χημικής ίασης
Μια κριτική της ψυχιατρικής
φαρμακοθεραπείας
    J.M.: Αφού η χλωροπρομαζίνη ηρεμούσε τους πάσχοντες μπλοκάροντας τη ντοπαμίνη, οι ψυχίατροι οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι αιτία της σχιζοφρένειας ήταν η υπερδραστηριότητα της ντοπαμίνης. Σκέφθηκαν δηλαδή ότι αφού τα φάρμακα είχαν κάποιο αποτέλεσμα στους πάσχοντες που χορηγούνταν, τότε αυτό ήταν η απόδειξη ότι θεράπευαν κάποια ασθένεια και όχι ότι είχαν απλώς ηρεμιστικά κατασταλτικά αποτελέσματα ίδια για όλο τον κόσμο, είτε ήταν ασθενείς είτε όχι. Με αυτόν τον τρόπο σκέψης, η επίδραση των ψυχιατρικών φαρμάκων γίνεται συγκρίσιμη με την κατανάλωση του αλκοόλ για την άμβλυνση του κοινωνικού άγχους. Καταναλώνοντας αλκοόλ το κοινωνικό άγχος πράγματι υποχωρεί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι είχαν έλλειμμα αλκοόλης! Το αλκοόλ προκαλεί στον οποιοδήποτε τοξίνωση που χαρακτηρίζεται από την άρση των αναστολών, και κατά συνέπεια μπορεί να αποβεί χρήσιμο στους ανθρώπους που είναι ιδιαίτερα αγχωμένοι κοινωνικά. Αλλά φυσικά δεν έχει καμιά επίδραση στις βαθύτερες αιτίες που προκαλούν το άγχος τους.

    W.H.: Όλα λοιπόν τα ψυχιατρικά φάρμακα είναι ψυχοδραστικές ουσίες, ουσίες που τροποποιούν τη συνειδησιακή κατάσταση. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι επίσης ουσίες τοξικές;

    J.M.: Δεν υπάρχει ριζική διαφορά μεταξύ των ψυχοδραστικών ουσιών που συνταγογραφούνται στην ψυχιατρική και των ψυχοδραστικών ουσιών που λαμβάνονται για "ψυχαγωγικούς" λόγους. Οι άνθρωποι καταναλώνουν "ψυχαγωγικά ναρκωτικά" επειδή έχουν ευχάριστες επιδράσεις και τους προξενούν ένα αίσθημα ευεξίας. Τα περισσότερα ψυχιατρικά φάρμακα δεν προκαλούν βέβαια αίσθημα ευεξίας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν άλλα ψυχοδραστικά αποτελέσματα.

    W.H.: Αρκετοί άνθρωποι παίρνουν ψυχαγωγικά ναρκωτικά για να μπορέσουν να διαχειριστούν τις συγκινήσεις τους ή να "αυτοϊαθούν", ενώ κάποιοι άλλοι χρησιμοποιούν για ψυχαγωγικούς λόγους ορισμένα ψυχιατρικά φάρμακα, όπως οι βενζοδιαζεπίνες και το adderall. Χωρίς να υιοθετούμε αναγκαστικά μια θέση ενάντια στις ουσίες αυτές, θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς ως προς την χρησιμότητα τους και ως προς τον τρόπο δράσης τους. Το πρόβλημα είναι ότι η ψυχιατρική με το θεσμικό κύρος που διαθέτει έρχεται και δηλώνει ότι τα ψυχοφάρμακα θεραπεύουν δήθεν κάποια ασθένεια [και όχι απλά ότι καταστέλλουν τις ενοχλητικές συμπεριφορές].

    J.M.: Θα πρέπει να αντιληφθούμε τα ψυχιατρικά φάρμακα ως ψυχοτρόπα, ως χημικές ουσίες ξένες προς το σώμα οι οποίες δημιουργούν μια τεχνητή κατάσταση, με όλους τους κινδύνους και τα ρίσκα που αυτό συνεπάγεται. Ίσως κάποιες φορές να είναι χρήσιμο να καταφύγει κανείς σ' αυτά, αλλά αυτό θα πρέπει να γίνεται με σύνεση και παίρνοντας όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις. Τα ψυχιατρικά φάρμακα δεν θεραπεύουν, δεν αντιστρέφουν υποκείμενες παθολογικές διαδικασίες.

    W.H.: Υπάρχουν μελέτες για τις συνολικές επιπτώσεις των ψυχιατρικών φαρμάκων, μελέτες ανάλογες με αυτές που έχουν γίνει για το αλκοόλ και τα ψυχαγωγικά ναρκωτικά;

    J.M.: Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για τα ψυχιατρικά φάρμακα, επειδή εξακολουθούμε να μη τα εκλαμβάνουμε ως ψυχοτρόπα, ως ψυχοδραστικές ουσίες. Οι έρευνες επικεντρώνονται αποκλειστικά και μόνον στον τρόπο που προσβάλλουν κάποια πιθανολογούμενη ασθένεια. Έχουμε δηλαδή εμμονές με ερωτήματα του τύπου: "τροποποιεί το τάδε φάρμακο τους υποδοχείς της ντοπαμίνης" ή "αυξάνουν τα αντικαταθλιπτικά τα επίπεδα της σεροτονίνης", αντί να μελετήσουμε όλα τα άλλα πράγματα που αυτά κάνουν. Το βάρος δίδεται μόνο στα υποτιθέμενα θεραπευτικά οφέλη και όχι στις δυσμενείς τους επιπτώσεις.

    W.H.: Λέγεται συχνά ότι αν οι πάσχοντες δεν παίρνουν τα φάρμακά τους κινδυνεύουν να βυθιστούν σε μια νέα κρίση ή να οδηγηθούν στην αυτοκτονία…

    J.M.: Όταν στη δεκαετία του 1990 άρχισα να εργάζομαι η μανιοκατάθλιψη ήταν μια πολύ σπάνια ασθένεια: Περιελάμβανε σοβαρά επεισόδια μανίας ή κατάθλιψης που διαρκούσαν μήνες. Σήμερα, τα όρια της ασθένειας έχουν διευρυνθεί: Ένας άνθρωπος χαρακτηρίζεται εύκολα ως διπολικός αν παρουσιάζει απλώς κάποιες εναλλαγές στη διάθεσή του, ακόμη και αν υποφέρει από κοινότοπες συναισθηματικές μεταπτώσεις, και ως εκ τούτου καλείται να λάβει μια ιδιαίτερα τοξική αγωγή. Με κανένα τρόπο όμως δεν δικαιολογείται η συνταγογράφηση φαρμάκων σe αυτήν την κατηγορία των "ασθενών", επειδή οι έρευνες για την όποια αποτελεσματικότητα των ψυχοφαρμάκων γίνονται αποκλειστικά και μόνο σε μικρές ομάδες ασθενών που παρουσιάζουν πολύ σοβαρότερα και πολύ εντονότερα προβλήματα [από τους πάσχοντες με απλές εναλλαγές της διάθεσης].


 Το λίθιο και οι σταθεροποιητές διάθεσης



    W.H.: Μιλήστε μας τώρα για το λίθιο (lithium).

    J.M.: Το λίθιο είναι ένα πάρα πολύ τοξικό αλκαλικό μέταλλο. Εύκολα μπορεί να αποβεί θανατηφόρο, και γι' αυτό οι άνθρωποι που λαμβάνουν λίθιο υποβάλλονται συχνά σε αιματολογικές εξετάσεις για να είμαστε σίγουροι ότι η συγκέντρωση λιθίου στο αίμα τους δεν υπερβαίνει το θεραπευτικό εύρος. Όλες οι έρευνες που έχουν γίνει σε φυσιολογικά άτομα, σε εθελοντές χωρίς διάγνωση διπολικής διαταραχής, δείχνουν ότι η τοξικότητα τού λιθίου έχει ιδιαίτερα κατασταλτικά αποτελέσματα: Καταστέλλει το νευρικό σύστημα, επιβραδύνει τη σκέψη, επιβραδύνει τον χρόνο αντίδρασης, δημιουργεί ένα αίσθημα θολούρας, κόπωσης και σύγχυσης, και μπορεί ακόμη να περιορίσει τον αυθορμητισμό και τη δημιουργική ικανότητα. Κατά συνέπεια, όπως τα φυσιολογικά άτομα έτσι και οι μανιακοί ασθενείς παίρνοντας λίθιο θα ηρεμήσουν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με μια ειδικά εξειδικευμένη θεραπεία της διπολικής διαταραχής. Τα αποτελέσματα είναι πανομοιότυπα για όλους όσους λαμβάνουν το φάρμακο, είτε είναι ασθενείς είτε όχι.

    W.H.: Δεν υπάρχει δηλαδή στόχευση ενός υποτιθέμενου διπολικού μηχανισμού (στον εγκέφαλο), όπως και τα αντιψυχωτικά δεν στοχεύουν ανάλογους ψυχωτικούς μηχανισμούς. Τα θεωρούμενα θετικά αποτελέσματα οφείλονται στην τοξικότητα των χαμηλών δόσεων του φαρμάκου;

    J.M.: Τα αποτελέσματα του λιθίου σε φυσιολογικά άτομα [δηλαδή η καταστολή] εξηγούν εύκολα τα αποτελέσματα του φαρμάκου σε ένα άτομο που υποφέρει από μανία ή διπολική διαταραχή. Δεν νομίζω πως χρειάζονται πρόσθετες εξηγήσεις, και δεν υπάρχει καμιά αξιόπιστη θεωρία που να αποδεικνύει ότι το λίθιο έχει ειδικά αποτελέσματα όταν χορηγείται σε μανιοκαταθλιπτικούς ή διπολικούς ασθενείς. Υπάρχουν βέβαια διάφορες εικασίες, αλλά τίποτα το συγκεκριμένο δεν έχει ποτέ αποδειχθεί. Οι έρευνες που αποσκοπούν να καταδείξουν ότι το λίθιο μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής και νέας κρίσης είναι επίσης προβληματικές. Οι έρευνες αυτές γίνονται σε ανθρώπους που λαμβάνουν λίθιο για μεγάλα χρονικά διαστήματα και αποφασίζουν να το κόψουν ξαφνικά. Η απότομη διακοπή του λιθίου είναι ένα μεγάλο σοκ για τον οργανισμό, ένα σοκ που μπορεί αυτό και μόνο να γίνει αιτία μανιακού επεισοδίου.

    W.H.: Δηλαδή, η ψυχωτική κρίση κάποιες φορές μπορεί να είναι σύμπτωμα απεξάρτησης από τα φάρμακα και όχι σύμπτωμα υποκείμενης ασθένειας.

    J.M.: Τα στερητικά συμπτώματα εκλαμβάνονται συχνά ως συμπτώματα της αρρώστιας και αντιμετωπίζονται με αυξημένες δόσεις φαρμάκων. Έτσι καθίσταται απίστευτα δύσκολη η διακοπή της ψυχιατρικής φαρμακευτικής αγωγής.

    W.H.: Υπάρχουν άλλωστε πολύ λίγες έρευνες για τη διαδικασία απεξάρτησης από τα φάρμακα και για τα προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν.

    J.M.: Πράγματι, πολύ λίγες.

    W.H.: Πέστε μας τώρα: Τί είναι οι σταθεροποιητές της διάθεσης;

    J.M.: Από τη δεκαετία του 1980, ορισμένοι άρχισαν να λένε ότι υπάρχει κάποια σχέση ή κάποιες ομοιότητες μεταξύ των μανιοκαταθλιπτικών επεισοδίων και της επιληψίας. Γιατί λοιπόν να μην δοκιμάσουμε, [σκέφθηκαν], και τα αντιεπιληπτικά φάρμακα; Όπως τα αντιψυχωτικά και το λίθιο, έτσι και τα αντιεπιληπτικά είναι ιδιαίτερα κατασταλτικά. Ο όρος "σταθεροποιητής της διάθεσης" είναι άκρως παραπλανητικός, επειδή για κανένα από αυτά τα φάρμακα δεν αποδείχθηκε ποτέ ότι σταθεροποιεί τη διάθεση ή μειώνει τα σκαμπανεβάσματά της στα φυσιολογικά άτομα ή στον οιονδήποτε. Δεν σταθεροποιούν τίποτα. Η δράση τους είναι απλά και μόνο κατασταλτική. Οι μύθοι αυτοί προωθούνται από το βιομηχανικό μάρκετινγκ, υποστηρίζονται και επαναλαμβάνονται  ώστε να γίνει τελικά περισσότερο δημοφιλής η συνταγογράφηση και κατανάλωση αυτών των φαρμάκων.

    W.H.: Το λίθιο ήταν κάποτε ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των εγκεκριμένων φαρμάκων. Το προσθέτανε επίσης στα αεριούχα ποτά, στο 7up και στη μπύρα. "Δεν πειράζει", λέγανε οι άνθρωποι. "Είναι ένα άλας, ένα φυσικό άλας".

    J.M.: Η τοξικότητα του λιθίου προκαλεί σοβαρές νευρολογικές διαταραχές: οι άνθρωποι εμφανίζονται κατασταλμένοι, συγχυτικοί, με τρέμουλο στα άκρα. Επηρεάζεται επίσης η νεφρική λειτουργία και το γαστρεντερικό σύστημα. Αυτό που προσπαθώ να προβάλλω είναι ότι τα λεγόμενα θεραπευτικά αποτελέσματα του λιθίου δεν είναι παρά ηπιότερες εκδηλώσεις των τοξικών του αποτελεσμάτων. Και όπως έλεγε ένας παλαιότερος ψυχίατρος η συνταγογράφηση λιθίου στους μανιακούς ισοδυναμεί "με θεραπεία δια δηλητηριάσεως".[4]


 Η ψυχιατρικοποίηση της παιδικής ηλικίας και η ιδέα της "πρώιμης παρέμβασης στην ψύχωση"


    W.H.: Τί θα έπρεπε να κάνουν οι γονείς αν τα παιδιά τους με προβλήματα συμπεριφοράς δεν θέλουν να πάρουν φάρμακα;

    J.M.: Μέχρι πρόσφατα όλα αυτά τα προβλήματα αντιμετωπιζόταν χωρίς τη χρήση ψυχοφαρμάκων, με τη βοήθεια κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων. Ταυτοποιούσαν την αιτία των προβλημάτων συμπεριφοράς, τα προβλήματα για παράδειγμα που υπήρχαν στο σχολείο.

    W.H.: Ενώ τώρα μεταθέτουν το πρόβλημα στον εγκέφαλο του παιδιού…

    J.M.: Στις μέρες μας οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας δεν εξετάζουν το συνολικό κοινωνικό πλαίσιο, το σύστημα που περιβάλλει το παιδί και το πώς αυτό μπορεί να παράγει την προβληματική συμπεριφορά.

    W.H.: Τα ψυχιατρικά φάρμακα γίνονται έτσι ένα εργαλείο κοινωνικού ελέγχου.

    J.M.: Βεβαίως, και γι' αυτό θα έπρεπε να ήταν το αντικείμενο ενός δημοκρατικού και ανοικτού διαλόγου. Ίσως κάποιες φορές η κοινωνία χρειάζεται να περιορίσει τη συμπεριφορά ορισμένων ατόμων, αλλά αυτό θα πρέπει να γίνεται με εντιμότητα και μέσα σε καθορισμένο και οριοθετημένο πλαίσιο. Αντίθετα, όταν ο κοινωνικός έλεγχος μεταμφιέζεται σε ιατρική θεραπεία, τίποτε δεν εμποδίζει το σύστημα να ιατρικοποιεί και να ελέγχει με αυταρχικό τρόπο τους ανθρώπους για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Και είναι αυτό που ήδη συμβαίνει με ορισμένα άτομα που έχουν παγιδευτεί μέσα στο ψυχιατρικό σύστημα.

    W.H.: Ενώ μερικές φορές τα φάρμακα μπορεί να γίνουν ένα χρήσιμο, αν και επικίνδυνο, εργαλείο, άλλες φορές γίνονται εργαλείο υποταγής, ψυχιατρικής σκλαβιάς[5]: Η ζωή των πασχόντων ελέγχεται απόλυτα από τον υπεύθυνο της θεραπείας τους, η σκέψη τους καθηλώνεται από τα φάρμακα. Όμως, ελάχιστοι από αυτούς που εργάζονται στον τομέα της ψυχικής υγείας είναι πρόθυμοι να αναγνωρίσουν ότι αυτό ήδη συμβαίνει σήμερα.

Τα πικρότερα χάπια
Η ανησυχητική  ιστορία
των αντιψυχωτικών
    J.M.: Υπάρχει ισχυρή πίεση για την ιατρικοποίηση των προβλημάτων. Τα φάρμακα αποσπώντας την προσοχή [θεραπευόμενων και θεραπευτών] από τα κοινωνικά προβλήματα μειώνουν την πιθανότητα αντίστασης στις οικονομικές πολιτικές που κάνουν δύσκολη τη ζωή των ανθρώπων.
     Η αυξανόμενη χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων είναι σύμπτωμα του αυξανόμενου καταναλωτισμού. Πίσω από αυτήν βρίσκεται η ιδέα ότι μπορούμε να αγοράσουμε μια λύση για τα πάντα, ότι όλες οι πλευρές της ζωής είναι εμπορεύσιμες.

    W.H.: Τί σκέφτεστε για τον πολλαπλασιασμό των προγραμμάτων "πρώιμης παρέμβασης στην ψύχωση", κεντρική ιδέα των οποίων είναι η φαρμακευτική αντιμετώπιση της ασθένειας από τα πρώτα της στάδια.

    J.M.: Η φαρμακευτική βιομηχανία σχεδίασε, στήριξε και χρηματοδότησε πολυάριθμα τεύχη επιστημονικών περιοδικών, καθώς και πολυάριθμες διαλέξεις για την αναγκαιότητα πρώιμης παρέμβασης στην ψύχωση. Και αυτό επειδή μέχρι σχετικά πρόσφατα πολλοί ψυχίατροι δίσταζαν να θέσουν τη διάγνωση της σχιζοφρένειας και να συνταγογραφήσουν αντιψυχωτικά [ιδιαίτερα σε νέους ανθρώπους]. Η προώθηση της ιδέας της "πρώιμης παρέμβασης στην ψύχωση", επιδιώκει λοιπόν [να άρει τις αντιστάσεις], να καταστήσει περισσότερο "δημοφιλή" τη συνταγογράφηση και την πρόωρη λήψη αντιψυχωτικών, να διευρύνει [προς όφελος πάντα της φαρμακευτικής βιομηχανίας] την αγορά αυτών των φαρμάκων.

Μετάφραση / Μεταγραφή:           


    Σημειώσεις


1. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο με τίτλο "Myth of the chemical cure" ["Ο μύθος της χημικής ίασης" -τίτλος που παραπέμπει στο ομώνυμο βιβλίο της Joanna Moncrieff] περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Will Hall "Outside mental health. Voices and visions of madness", (έκδοση: Madness Radio, 2016).
• Για την ελεύθερη μεταγραφή στα ελληνικά χρησιμοποιήθηκε η γαλλική μετάφραση που αναρτήθηκε τον Οκτώβριο 2018 στον ακτιβιστικό ιστότοπο zinzinzine.net.

2. Η ψυχίατρος Joanna Moncrieff (Τζοάνα Μόνκριφ)), συγγραφέας του βιβλίου "The myth of the chemical cure: a critique of psychiatric drug treatment ["Ο μύθος της χημικής ίασης: Μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας"]* είναι διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (University College London) και ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Κριτικής Ψυχιατρικής (Critical Psychiatry Network).
* Το βιβλίο εκδόθηκε πρόσφατα (Δεκέμβρης 2019) και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Oposito και το "Δίκτυο Ακούγοντας φωνές"

3. Ο Will Hall (Γουίλ Χωλ) νοσηλεύτηκε το 1992 και παρέμεινε έγκλειστος για ένα χρόνο σε ψυχιατρικά νοσοκομεία των Ηνωμένων Πολιτειών με τις διαγνώσεις της σχιζοφρένειας και της σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής. Μετά την έξοδο από το ψυχιατρείο αποφάσισε να σταματήσει τη λήψη ψυχιατρικών φαρμάκων και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του καταφεύγοντας σε ομάδες αυτοβοήθειας, στην ολιστική ιατρική και στην πνευματική ενασχόληση. Σήμερα είναι σύμβουλος ψυχικής υγείας, ενεργός ακτιβιστής και ιδρυτικό μέλος οργανώσεων πασχόντων και επιζώντων της ψυχιατρικής. Έχει συντάξει τον "Οδηγό μείωσης της βλάβης για τη διακοπή των ψυχιατρικών φαρμάκων", κείμενο που έχει μεταφραστεί σε 15 γλώσσες -και στα ελληνικά- και είναι ελεύθερο προσβάσιμο στον ιστότοπο του συγγραφέα: http://www.willhall.net/files/ComingOffPsychDrugsHarmReductGuide-Greek.pdf

4. Σχετικά με τις παρενέργειες του λιθίου βλέπε επίσης
Joanna Moncrieff, "Reasons not to believe in lithium" ["Λόγοι για να μην εμπιστεύεσαι το λίθιο"]. Mad in America, Ιούνιος 2015.

5. Η φράση "ψυχιατρική σκλαβιά" [psychiatric slavery] παραπέμπει στο ομώνυμο βιβλίο (1977) του Thomas Szasz: "Ψυχιατρική σκλαβιά. Όταν ο εγκλεισμός και ο καταναγκασμός μασκαρεύονται σε θεραπεία".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου