Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φρενοκομεία-και-άσυλα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φρενοκομεία-και-άσυλα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Οι χοροεσπερίδες των τρελών στα ψυχιατρικά άσυλα του 19ου αιώνα - γραπτές και εικαστικές μαρτυρίες

 «Διασκεδάζουν τους τρελούς με παραστάσεις και χορούς, δεν τους αφήνουν, ωστόσο, ελεύθερους. Πάει να πει, ότι όλα αυτά είναι ανοησίες…»
(Άντον Τσέχωφ) [1]

Le bal des folles de la Mi-Carême à l'hôpital de la Salpêtrière, 1890
(Εικ. 1.)   Ζοζέ Μπελόν (José Belon)
Η χοροεσπερίδα των τρελών γυναικών την ημέρα της μεσοσαρακοστής
στο άσυλο της Σαλπετριέρης
, 1889

    Το "θεραπευτικό άσυλο" και η "ηθική θεραπεία"

  Από τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα και κυρίως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, με την επικράτηση των ιδεών του διαφωτισμού και την ανάπτυξη του φιλανθρωπικού κινήματος ξεκίνησε σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης και στη Βόρεια Αμερική μια προσπάθεια εξανθρωπισμού των χώρων εγκλεισμού των "παραφρόνων" (των ασύλων-φυλακών) παράλληλα με την ιατρικοποίηση της τρέλας. Οι βάρβαρες πρακτικές (το αλυσόδεμα, οι σωματικές τιμωρίες, οι ξυλοδαρμοί, η χρόνια και συχνά εφ' όρου ζωής απομόνωση) περιορίστηκαν ή αντικαταστάθηκαν με νέες κατασταλτικές τεχνικές (π.χ.: "στροβιλιζόμενο κάθισμα", "ηρεμιστική πολυθρόνα", "σχοινιά καθήλωσης", "ζουρλομανδύες"[2]), που τώρα όμως παρουσιάζονταν όχι ως μέσα βίαιης επιβολής και τιμωρίας αλλά ως δήθεν "ιατρικές θεραπείες", επιστημονικά τεκμηριωμένες όπως θα λέγαμε σήμερα, ικανές να ηρεμήσουν εν ανάγκη τους ανήσυχους παράφρονες μέσω της επίδρασης που θα μπορούσαν (υποτίθεται) να έχουν (σύμφωνα με τις ευφάνταστες θεωρίες της εποχής) σε διάφορους φυσιολογικούς μηχανισμούς –όπως ακριβώς και οι σημερινοί ψυχίατροι δικαιολογούν την χρήση των ψυχοφαρμάκων με την αστήρικτη ψευδο-επιστημονική θεωρία της "χημικής ανισορροπίας". (βλέπε: "Ο μύθος της χημικής ίασης") 

    Παράλληλα, οι μεταρρυθμιστές "φρενίατροι" (οι ψυχίατροι των ασύλων των αρχών του 19ου αιώνος) πίστευαν ότι θα μπορούσαν να περισπάσουν τους έγκλειστους από την τρέλα τους, από τις σκέψεις και τα αρνητικά τους συναισθήματα, προσφέροντάς τους ψυχαγωγικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες (περιπάτους, γυμναστική, συλλογικά παιχνίδια, αναγνώσεις επιλεγμένων κειμένων, ζωγραφική, μουσική, θεατρικές παραστάσεις, χορούς…), αλλά και συστηματική εργασία, "συζητήσεις"[3] και συμβουλές -δραστηριότητες και πρακτικές που έγιναν γνωστές, στη Γαλλία κυρίως, με τον αμφισβητήσιμο όρο "ηθική θεραπεία" (traitement moral).[4] Αυτό το μείγμα ήπιων και καταναγκαστικών πρακτικών, "όπου συνυπήρχαν το καλό και το κακό, ο σαδισμός και η φιλανθρωπική αγγελικότητα"[5], χαρακτήριζε το "θεραπευτικό άσυλο" της ψυχιατρικής του 19ου αιώνα. Στόχος ήταν να πεισθούν οι παράφρονες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να συμμορφωθούν με τους κανόνες του ασύλου και της κοινωνίας, να αποδεχτούν τελικά την "αρρώστια" και το λάθος τους υποτασσόμενοι στην αυθεντία και την "αλήθεια" του γιατρού-πατέρα. 

Η εξέγερση των τρελών στο άσυλο της Bicêtre στα τέλη του 19ου αιώνα

Henri Meyer, Une révolte de fous à Bicêtre, 1890
Henri Meyer, Une révolte de fous à Bicêtre, 1890

    Στο παρισινό ψυχιατρικό άσυλο της Μπισέτρ υπήρχε από τα μέσα του 19ου αιώνα μια ειδική πτέρυγα "υψίστης ασφαλείας", όπως θα λέγαμε σήμερα, στην οποία έκλειναν υπόδικους πάσχοντες που περίμεναν να δικαστούν αλλά και τους "δυνητικά επικίνδυνους" τρελούς, τους "δύστροπους" και τους ανυπότακτους. Το τμήμα, στο οποίο επικρατούσαν άθλιες συνθήκες, μπορούσε να "φιλοξενήσει" μέχρι τριάντα κρατουμένους. Στις 25 Μαίου του 1890, ορισμένοι από αυτούς εξεγέρθηκαν, επιτέθηκαν και κακοποίησαν τους φύλακες τους. Με επέμβαση του στρατού, η εξέγερση γρήγορα έλαβε τέλος. Οι εξεγερμένοι διαχωρίστηκαν και διακομίστηκαν σε διαφορετικά άσυλα. 

James (William) Norris. Ένας παράφρων Αμερικανός στο φρενοκομείο Μπέντλαμ

 •  Τζωρτζ Κρούκσανκ (George Cruikshank), "Γουίλλιαμ Νόρρις,
ένας Αμερικανός παράφρονας", 1815. Βρετανικό Μουσείο [British Museum]
 •  Αμπρουάζ Ταρντιέ (Ambroise Tardieu), "Ανδρας δεμένος στο κρεβάτι του"
(ο Νόρρις στο Μπέντλαμ) [a], 1838.  Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας (BnF)
Έργα βασισμένα σε σχέδιο (1814) του George Arnald

     Ο Τζέιμς (ή Γουίλλιαμ) Νόρρις ήταν ένας σαραντάχρονος Αμερικανός ναυτικός που το 1800 κλείσθηκε για άγνωστο λόγο στο διαβόητο φρενοκομείο Μπέντλαμ του Λονδίνου. Δύο χρόνια αργότερα τον αλυσοδέσανε σε ένα κελί, επειδή έδειρε έναν φύλακα που τον κακομεταχειριζότανε, και τον ξεχάσανε εκεί... για δώδεκα ολόκληρα χρόνια! Έτσι αλυσοδεμένο και σε άθλια φυσική κατάσταση τον εντόπισε τον Μάιο του 1814 μια επιτροπή που ερευνούσε τις συνθήκες κράτησης και περίθαλψης των "φρενοβλαβών" στα βρετανικά άσυλα, επικεφαλής της οποίας ήταν ο μεταρρυθμιστής βουλευτής και φιλάνθρωπος Έντουαρντ Γουέικφηλντ (Edward Wakefield). Σοκαρισμένος ο Γουέικφηλντ περιέγραψε στην έκθεσή του με λεπτομέρειες το βάρβαρο τρόπο με τον οποίο ο δυστυχής Νόρρις είχε για χρόνια ακινητοποιηθεί: Το δεξί πόδι του ήταν δεμένο με μια αλυσίδα στο κρεβάτι του, τα μπράτσα του ήταν ακινητοποιημένα, σφιχτά δεμένα πάνω στον κορμό του, και από τον λαιμό του ήταν περασμένος ένας σιδερένιος κρίκος ενωμένος με μια πολύ κοντή αλυσίδα, η οποία μπορούσε να ανεβοκατεβαίνει κατά μήκος μιας σιδερένιας δοκού που ένωνε το πάτωμα με το ταβάνι. Ο Νόρρις μπορούσε να σηκωθεί και να σταθεί όρθιος πάνω στο κρεβάτι του με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο, αλλά δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από αυτόν. Και δεν μπορούσε να πλαγιάσει παρά μόνον ανάσκελα. Ο Γουέικφηλντ κάλεσε αμέσως τον ζωγράφο Τζώρτζ Άρναλντ (George Arnald) να αποτυπώσει τη σκηνή. Το σκίτσο αντιγράφηκε και περνώντας από χέρι σε χέρι προκάλεσε αίσθηση και αγανάκτηση στην κοινή γνώμη. Σύντομα ο Νόρρις απελευθερώθηκε από τις αλυσίδες του, παρέμεινε όμως έγκλειστος στο Μπέντλαμ, όπου και πέθανε λίγες εβδομάδες αργότερα από πνευμονία ή φυματίωση.

Marco Cavallo, το γαλάζιο άλογο - σύμβολο της ιταλικής "αντιψυχιατρικής"

    O "Μάρκο καβάλλο", το γλυπτό γαλάζιο άλογο που κατασκεύασε από χαρτοπολτό ο εικαστικός Βιττόριο Μπαζάλια, βγήκε τον Μάρτιο του 1973 από το ψυχιατρικό άσυλο Σαν Τζιοβάννι της Τεργέστης συνοδευόμενο από γιατρούς, νοσηλευτές και εκατοντάδες έγκλειστους. Σαν άλλος Δούρειος Ίππος σε αντίστροφη πορεία (από το εσωτερικό του περίκλειστου κάστρου προς τον ελεύθερο έξω κόσμο), έχοντας στην κοιλιά του αντί για στρατιώτες τα όνειρα και τις επιθυμίες των τρελών, μετέφερε στους δρόμους της πόλης το αίτημα απελευθέρωσης και  επανένταξης τους στον φυσικό κοινωνικό τους χώρο από τον οποίο βίαια και αυθαίρετα είχαν ξεριζωθεί. 

    Διευθυντής του ασύλου ήταν από το 1971 ο μαρξιστής ψυχίατρος Φράνκο Μπαζάλια, ξάδελφος του Βιττόριο και ηγετική μορφή της "Δημοκρατικής Ψυχιατρικής",[1] της ιταλικής δηλαδή εκδοχής της αντιψυχιατρικής, ο οποίος από το 1961 πρώτα στη Γκορίτσια και μετά στην Τεργέστη είχε ξεκινήσει τον αγώνα για την οριστική κατάργηση των ψυχιατρείων και την αποϊδρυματοποίηση της ψυχιατρικής. 

    Το γλυπτό είχε ύψος τριών μέτρων και για να μπορέσει να βγει έξω από το χώρο που κατασκευάστηκε χρειάσθηκε να σπάσει ο Φράνκο Μπαζάλια με έναν ξύλινο πάγκο τη γυάλινη πόρτα που εμπόδιζε την έξοδό του, να γκρεμίσει "τα τείχη του ασύλου" πραγματικά και συμβολικά. Στο γλυπτό δόθηκε το όνομα "Marco" στη μνήμη του αλόγου που για χρόνια μετέφερε ζεμένο σε ένα κάρρο τα άπλυτα και τα σκουπίδια εκτός του ασύλου. Το άλογο είχε πεθάνει αλλά παρέμενε στη μνήμη πολλών εγκλείστων που είχαν συνδεθεί στενά μαζί του και διηγιόνταν ακόμη τις ιστορίες του. Ήταν άλλωστε ο μόνος τρόφιμος του ασύλου που μπορούσε να βγαίνει έξω τακτικά και συμβόλιζε γι' αυτούς την ελπίδα και της δικής τους -κάποια μέρα- ελευθερίας.[2] 

Εικόνες του ψυχιατρείου. Σκίτσα και σχέδια του Franz Karl Bühler

 Ο  Franz Karl Bühler (Φραντς Καρλ Μπύλερ, 1866-1940), έγκλειστος σε ψυχιατρικό άσυλο τα τελευταία 42 χρόνια της ζωής του, δολοφονήθηκε το 1940 από τους ναζιστές στο θάλαμο αερίων του κέντρου ευθανασίας Γράφενεκ κατά τη διάρκεια της διαβόητης επιχείρησης Τ4, επιχείρηση εξόντωσης των χρόνιων ψυχικά πασχόντων και αναπήρων. ("Για περισσότερα βλέπε: Φραντς Καρλ Μπύλερ.)

Φραντς Καρλ Μπύλερ
[Ασθενείς στο άσυλο Ίλενάου], 1898-1900.
• • • • •

"Μια σελίδα τρέλας" - Η πρωτοποριακή-πειραματική ταινία (1926) του Teinosuke Kinugasa


    Η ταινία "Μια σελίδα τρέλας" γυρίστηκε το 1926 από τον Ιάπωνα σκηνοθέτη Τεϊνοσούκε Κινουγκάσα (1896-1982) και θεωρείται σήμερα ένα από τα μεγάλα αριστουργήματα του βωβού κινηματογράφου. Βασίζεται σε μια ιδέα του μετέπειτα νομπελίστα συγγραφέα Γιασουνάρι Καβαμπάτα που συμμετείχε και στη συγγραφή του σεναρίου: Ένας ηλικιωμένος άνδρας γίνεται υπάλληλος στο ψυχιατρείο όπου βρίσκεται έγκλειστη η γυναίκα του (που τρελάθηκε όταν έπνιξε το νεογέννητο παιδί της) με σκοπό να την ξαναπλησιάσει συναισθηματικά και να την πείσει να δραπετεύσει μαζί του μακριά από αυτόν τον θλιβερό και αδιέξοδο τόπο.

    Ο Κινουγκάσα, ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός στο θέατρο και τον κινηματογράφο, ήταν τότε μόλις 30 χρόνων αλλά είχε ήδη στο ενεργητικό του άλλες 35 ταινίες ως σκηνοθέτης. "Στη σελίδα τρέλας", πρωτοποριακή-πειραματική ταινία στην οποία οι ειδικοί βλέπουν την επιρροή του γερμανικού εξπρεσιονισμού και αναλογίες με τις αισθητικές αναζητήσεις του πρώιμου σοβιετικού κινηματογράφου, εφάρμοσε τις αρχές της "νέο-αισθησιοκρατίας" [néo-sensationnisme / neo-sensationalism], ενός εφήμερου ιαπωνικού καλλιτεχνικού ρεύματος για το οποίο ο τρόπος της αφήγησης (που απευθύνεται στις αισθήσεις και γίνεται φορέας συγκινήσεων) έχει μεγαλύτερη σημασία από το περιεχόμενο της αφηγούμενης ιστορίας.[1]

    Το παρόν και το παρελθόν, οι αναμνήσεις, οι ονειροπολήσεις και οι ελπίδες του πρωταγωνιστή, οι φαντασιώσεις και τα φαντάσματα των εγκλείστων αναμειγνύονται συνεχώς καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας κάνοντας της να μοιάζει σκοτεινή, παράλογη, χωρίς νόημα και συνοχή (εντύπωση που επιτείνεται από τον ενίοτε φρενήρη ρυθμό του μοντάζ) -όπως χωρίς νόημα και συνοχή μπορεί να φαντάζει εκ πρώτης όψεως ο "αποδιοργανωμένος" λόγος των τρελών, το "παραλήρημα" και οι "απρόβλεπτες" παράδοξες συμπεριφορές τους. "Η σελίδα της τρέλας" είναι λιγότερο μια διήγηση για την τρέλα ή ένας λόγος πάνω στην τρέλα και περισσότερο, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε, προσπάθεια ενσάρκωσης της ίδιας της τρέλας, ζωντανή μεταφορά της ίδιας της "γλώσσας της τρέλας". Και όπως ακριβώς μπορούν να γίνουν κατανοητά τα αισθήματα, οι παράξενες συμπεριφορές και τα λόγια των τρελών όταν ενταχθούν στο σύνολο της βιωμένης τους εμπειρίας, έτσι και οι εικόνες τής ταινίας αποκτούν μεγαλύτερη συνοχή και η ιστορία γίνεται πιο ξεκάθαρη εκ των υστέρων, όταν αφεθεί κανείς στη θέαση της μέχρι τέλους, όταν έχει μπροστά του όλα τα δοσμένα αποσπασματικά και άναρχα συμβάντα.

Τέχνη και Τρέλα. Φρενοκομεία και ψυχιατρικά άσυλα στη ζωγραφική του 18ου και 19ου αιώνα. Πίνακες και γκραβούρες

Εικαστικές μαρτυρίες από τη "ζωή" των εγκλείστων στα ψυχιατρεία


•  William Hogarth, "The Madhouse" (1734) *


Γουίλλιαμ Χόγκαρθ (1697-1764), "Το φρενοκομείο", 1734.
Μουσείο Σερ Τζον Σόαν του Λονδίνου [Sir John Soane's Museum]

    * "Το φρενοκομείο" είναι ο τελευταίος πίνακας μιας σειράς οκτώ ελαιογραφιών που φιλοτέχνησε μεταξύ 1733 και 1735 ο Άγγλος ζωγράφος και χαράκτης Γουίλλιαμ Χόγκαρθ. Οι πίνακες διηγούνται τη σταδιακή ηθική και διανοητική εξαθλίωση -με τελική κατάληξη το φρενοκομείο- του Τομ Ρέικγουελ, ενός πλούσιου νεαρού άνδρα απερίσκεπτου, σπάταλου και διεφθαρμένου… (Για περισσότερα, βλέπε: "Το φρενοκομείο", ένας πίνακας του Γουίλλιαμ Χόγκαρθ -από τη σειρά έργων του: "Η πορεία ενός ασώτου"
Ο πίνακας του Χόγκαρθ θεωρείται πως επηρέασε τα μεταγενέστερα αντίστοιχα έργα του Φρανσίσκο Γκόγια ("La casa de locos" ) και του Βίλχελμ φον Κάουλμπαχ  ("Das Narrenhaus").


    ** Για μια σατιρική παραλλαγή του πίνακα βλέπε: Thomas Bowles "Η αλυσόδεση ενός παράφρονα στο φρενοκομείο Μπέντλαμ"  ["He is chained raving mad in Bedlam"].

--------------------

•  Francisco Goya, "Corral de locos" (1794) 


Φρανσίσκο Γκόγια (1746-1828) "Το προαύλιο των τρελών", 1794
Μουσείο Ισπανικής Τέχνης του Ντάλας [Meadows Museum - Dallas]

    * Ο Γκόγια έλεγε ότι ο πίνακάς του αντικατόπτριζε πραγματικές σκηνές που είχε δει όταν ήταν νέος στο άσυλο της Σαραγόσα. 

--------------------

•  Francisco Goya, "La casa de locos" (1808/1812)


Φρανσίσκο Γκόγια (1746-1828), "Το τρελοκομείο", 1808/1812.
Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Αγίου Φερδινάνδου (Μαδρίτη)
[Real Academia de Bellas Artes de San Fernando]

--------------------

Η αλυσόδεση ενός παράφρονα στο φρενοκομείο Μπέντλαμ (Thomas Bowles)

"He is chained raving mad in Bedlam", 1735

     Γκραβούρα του Τόμας Μπόουλς του νεότερου (Thomas Bowles II, ~1689-1767),  βασισμένη στο "Φρενοκομείο" του Γουίλλιαμ Χόγκαρθ με σημαντικές διαφορές από το πρωτότυπο (σατιρική παραλλαγή):
Δυο φύλακες αλυσοδένουν το πόδι του παραληρούντος Τομ (για λεπτομέρειες και επεξηγήσεις βλέπε William Hogarth "Η πορεία ενός ασώτου'), ενώ ένας ιερέας του κρατά τους ώμους. Δεξιά, η Σάρα, η αρραβωνιαστικιά του Τομ, έχει λιποθυμήσει και δυο γυναίκες προσπαθούν να τη συνεφέρουν με αιθέρια έλαια. Ολόγυρα άλλοι παράφρονες βυθισμένοι ο καθένας στον δικό του κόσμο: "ποιητές", "βασιλείς","πάπες", "γεωμέτρες". Αριστερά μια γυναίκα ατενίζει το πρόσωπό της μέσα σ' έναν σπασμένο καθρέφτη.[*]

Φρενοκομεία και άσυλα στην τέχνη του 18ου και 19ου αιώνα  ► ► ►



    * Πηγή: British Museum, Wellcome Collection.

Αποικία Ψυχοπαθών Λέρου. Μια αναδρομή στην ιστορία (1957-1990)

"Η κοινωνία μπορεί να απαλλαγεί από τα 'εκφυλισμένα' μέλη της
εκτοπίζοντάς τα ή μεταφέροντάς τα σε αγροτικές αποικίες σε
απομακρυσμένες και αραιοκατοικημένες περιοχές, με την
προϋπόθεση ότι η εξορία τους θα είναι μόνιμη…"
Raffaele Garofalo (1890) [a]

"Κρατικό Θεραπευτήριο Λέρου", 1989
Φωοτογραφίες: Antonella Pizzamiglio

 • Ο αποκλεισμός των ανεπιθύμητων
 • Το ψυχιατρείο ως στρατόπεδο συγκέντρωσης
 • Ψυχο-κοινωνικές επιπτώσεις του ασύλου στη ζωή της κοινότητας  

 • "Λέρος", ο αποδιοπομπαίος τράγος της ελληνικής ψυχιατρικής
 • Ο δρόμος προς την "απολεροποίηση"
 • Η "αποασυλοποίηση" ως άλλοθι της κατεστημένης ψυχιατρικής
 • Οι χίμαιρες της "ψυχιατρικής μεταρρύθμισης"



Ο αποκλεισμός των ανεπιθύμητων


"Το σημαντικότερο κοινωνικό χαρακτηριστικό της Θεσμικής
Ψυχιατρικής είναι η χρήση της βίας και της απάτης."
Thomas Szasz [b] 

    Η "Αποικία Ψυχοπαθών Λέρου"[1] ιδρύθηκε το 1957 με βασιλικό διάταγμα (μετά από εισηγήσεις των κατεστημένων ψυχιάτρων της εποχής) προκειμένου να αποσυμφορηθούν τα μεγάλα ψυχιατρεία της χώρας από τους υπεράριθμους χρόνιους ασθενείς τους. Μια ανάλογη κίνηση μικρότερης έντασης είχε ήδη γίνει το 1953, όταν άρχισαν να μεταφέρονται στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου (μεταξύ Σαλαμίνας και Περάματος), στις εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις του Λοιμοκαθαρτηρίου του Πειραιά, οι υπεράριθμοι ασθενείς τού Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής. Το 1957 οι εγκαταστάσεις του είχαν ήδη κορεσθεί. Παράλληλα υπήρχε αίτημα και από τα άλλα ψυχιατρεία να "απαλλαγούν" και αυτά από τους χρόνιους "ανίατους" ασθενείς τους.

    Το αίτημα δεν αποσκοπούσε μόνο στην απελευθέρωση κλινών (όπως συνήθως λέγεται), αλλά και στην κρυφή επιθυμία των ασυλιακών ψυχιάτρων να αλλάξει η ζοφερή εικόνα που εξέπεμπαν προς τα έξω τα ψυχιατρεία: Η μαζική χρήση ψυχοφαρμάκων από το 1956 έδινε στους γιατρούς της εποχής την ψευδαίσθηση ότι τα ψυχιατρεία σύντομα θα μπορούσαν να μοιάζουν επιτέλους με πραγματικά νοσοκομεία. Αλλά για να γίνει αυτό θα έπρεπε πρώτα να απομακρυνθεί ο μεγαλύτερος αριθμός χρόνιων ασθενών, οι οποίοι -σύμφωνα με τις επικρατούσες απόψεις της εποχής- δεν είχαν πλέον καμία δυνατότητα θεραπείας ή έστω βελτίωσης. Τελικά αποφασίσθηκε να απομακρυνθούν "μόνο" οι μη-επιδεχόμενοι θεραπείας έγκλειστοι που δεν είχαν οικογένεια ή που είχαν πάψει εδώ και καιρό να δέχονται επισκέψεις οικείων και συγγενών. Ήταν "οι αζήτητοι", αυτοί που είχαν εγκαταλειφθεί από τις οικογένειες τους (σύμφωνα με την επαναλαμβανόμενη αφήγηση), αφού όμως πρώτα είχαν ήδη εγκαταλειφθεί από την ίδια την ιατρική χαρακτηριζόμενοι αθεράπευτοι· "ανίατοι".

    Η επιλογή της Λέρου δεν ήταν τυχαία. Μετά την ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα το 1948 υπήρχαν στο νησί οι άδειοι ιταλικοί στρατώνες στα Λέπιδα και στο Λακκί. Στα Λέπιδα από το 1949 είχαν εγκατασταθεί "τα παιδιά της Φρειδερίκης": 1.500  παιδιά ανταρτών και προσκείμενων που μεταφέρθηκαν εκεί για "παιδοφύλαξη", στις επί τούτω δημιουργηθείσες "Βασιλικές Τεχνικές Σχολές Λέρου", με το πρόσχημα της εκμάθησης μιας τέχνης και με απώτερο στόχο την ηθική και "εθνική τους διαπαιδαγώγηση" (με εθνικόφρονες φυσικά παιδαγωγικές μεθόδους που περιελάμβαναν ξυλοδαρμούς, ταπεινώσεις, εξευτελισμούς και άλλα χειρότερα).[2]

    Να σημειώσουμε ότι πριν την επιλογή της Λέρου ως τόπος εξορίας των ψυχασθενών προτάθηκε και ένα άλλο νησί, η Σπιναλόγκα, το Λεπροκομείο της οποίας είχε κλείσει οριστικά την ίδια χρονιά, το 1957[3] -μια επιλογή που αν γινόταν θα επαναλάμβανε με καθυστέρηση μερικών αιώνων την ίδια κίνηση που έγινε στην Δύση μετά το τέλος των σταυροφοριών (και περιέγραψε ο Μισέλ Φουκώ στην "Ιστορία της τρέλλας"[4]), όταν στα πολυάριθμα άδεια λεπροκομεία μαντρώθηκαν οι απόκληροι και οι τρελλοί.

Alex Majoli, "Leros", 1994

Τρεις ταινίες για το "ψυχιατρικό άσυλο" της Λέρου: "Οι αζήτητοι"• "Το νησί των απόβλητων"• "Η ελευθερία είναι θεραπευτική"

    Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 (μετά την πτώση της χουντικής δικτατορίας) πλήθυναν τα δημοσιεύματα στον ελληνικό τύπο και οι καταγγελίες νέων ψυχιάτρων που απαιτούσαν το κλείσιμο ή τον άμεσο εκσυγχρονισμό και εξανθρωπισμό του "κολαστηρίου της Λέρου", του ψυχιατρικού ασύλου της Λέρου, στο οποίο διαβιούσαν στοιβαγμένοι κάτω από άθλιες συνθήκες, συνθήκες πραγματικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, πάνω από 2.000 ψυχασθενείς. (Για περισσότερα βλέπε: "Αποικία Ψυχοπαθών Λέρου. Μια αναδρομή στην ιστορία, 1957-1990")

    Μέσα σ' αυτό το κλίμα παρουσιάστηκε το 1982 η ταινία "Οι αζήτητοι" του Κωστή Ζώη, το πρώτο ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε για τη "Λέρο" συμβάλλοντας στην ευρύτερη γνωστοποίηση του θέματος.

    Τα επόμενα χρόνια έγιναν κάποιες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο νησί, αλλά η κατάσταση -λόγω της βραδύτητας και της απροθυμίας του ελληνικού κράτους αλλά και της εχθρικής στάσης της κατεστημένης ελληνικής ψυχιατρικής σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση- παρέμενε η ίδια ή και χειρότερη. Επιχειρήθηκε τότε μια προσπάθεια διεθνοποίησης του προβλήματος, η οποία σύντομα απέδωσε καρπούς. Στο πλαίσιο αυτό προβλήθηκε στις αρχές του 1990 στην βρετανική τηλεόραση το ντοκιμαντέρ "Το νησί των αποβλήτων" της Τζέιν Γκάμπριελ (Jane Gabriel), το οποίο μαζί με τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν σε βρετανικές, ιταλικές και γερμανικές εφημερίδες προκάλεσαν τη διεθνή κατακραυγή και την επίσπευση των επιχορηγούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων.

    Τέλος, η ταινία του Ανδρέα Λουκάκου "Η ελευθερία είναι θεραπευτική", γυρισμένη το 2003, δείχνει τα πρώτα θετικά αποτελέσματα της αποϊδρυματοποίησης που αποδεικνύουν ότι μια άλλη αντιμετώπιση της τρέλλας είναι πάντα εφικτή και ότι οι χαρακτηρισμένοι ως "ανίατοι" πρώην έγκλειστοι μπορούν να ξαναζήσουν μέσα στην κοινωνία, όταν αυτή αρχίζει να τους αποδέχεται.

Raymond Depardon: "Manicomio" (1979). Φωτογραφίζοντας τα ψυχιατρικά άσυλα της Ιταλίας

R. Depardon: San Clemente, 1979

      Το 1978 ψηφίστηκε στην Ιταλία ο περίφημος "Νόμος 180" που προέβλεπε το κλείσιμο όλων των ψυχιατρείων και τη δημιουργία εναλλακτικών δομών μέσα στην κοινότητα. Ο εμπνευστής του νόμου και διευθυντής του ψυχιατρείου της Τεργέστης Φράνκο Μπαζάλια (Franco Basaglia), η ηγετική μορφή της "Δημοκρατικής Ψυχιατρικής" (της ιταλικής εκδοχής του αντιψυχιατρικού κινήματος), προσκάλεσε τότε τον Γάλλο "ανθρωπιστή" φωτογράφο και σκηνοθέτη Ρεμόν Ντεπαρντόν (Raymond Depardon) να αποθανατίσει τη μουντή καθημερινότητα των "φρενοκομείων" πριν ξεκινήσει το οριστικό τους κλείσιμο και ξεχαστεί από τους ανθρώπους η φρίκη της ασυλιακής πραγματικότητας.

    Με τη βοήθεια του Μπαζάλια, ο Νπεπαρντόν επισκέφθηκε τα άσυλα της Τεργέστης, της Βενετίας, της Νάπολης, του Αρέτσο και του Τορίνο. Προϊόν της περιοδείας του υπήρξε μια σειρά λιτών ασπρόμαυρων φωτογραφιών ("Manicomio: Selected Madness [1]) που απεικονίζουν και αναδεικνύουν την καθημερινή βία και τη μιζέρια των ψυχιατρείων, την αργόσυρτη μονοτονία, την απομόνωση και τη μοναξιά, αλλά και τρυφερές ανθρώπινες στιγμές, σκιρτήματα ζωής που -παρόλα αυτά- δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν. (Album)

Raymond Depardon: Trieste, 1979

    Τρία χρόνια αργότερα ο Ντεπαρντόν επέστρεψε στην Ιταλία για να γυρίσει αυτήν τη φορά ένα ντοκιμαντέρ -φόρο τιμής στον Φράνκο Μπαζάλια που είχε εν τω μεταξύ πεθάνει (1980). Εγκαταστάθηκε στη Βενετία και για μερικούς μήνες παρακολούθησε την καθημερινή ζωή των ασθενών του ψυχιατρείου του Σαν Κλεμέντε (San Clemente), ενός από τα ψυχιατρεία της πόλης που από το 1880 στεγαζόταν στους χώρους ενός παλιού μοναστηριού πάνω στο ομώνυμο νησάκι. Η ταινία ("San Clemente") βγήκε στις αίθουσες του 1982. [2]


Απόσπασμα από την ταινία San Clemente (χωρίς υπότιτλους)

• • • • •

    Ο Ντεπαρντόν ασχολήθηκε και τα επόμενα χρόνια με τα προβλήματα της ψυχιατρικής γυρίζοντας τις ταινίες "Επείγοντα" (1988) και "12 ημέρες" (2017).

Χρήστος Μπελόπουλος     

"Ο Φρενίατρος" του Machado de Assis και το αντι-φρενολογικό (αντι-ψυχιατρικό) "κίνημα" του 19ου αιώνα

    "Ο Φρενίατρος"[1] είναι ο τίτλος μιας νουβέλας που έγραψε το 1881 ο μεγάλος Βραζιλιάνος συγγραφέας Ζοακίμ Μαρία Μασάντου ντε Ασσίς (1839-1908), η οποία παρωδεί και σατιρίζει τη θεωρητική κενότητα της "φρενιατρικής", τον αυταρχισμό και την αλαζονεία των εκπροσώπων της, αλλά και την ευκολία με την οποία οι άνθρωποι -στην εποχή του όπως και σήμερα- υποτάσσονται τυφλά και άκριτα στις "αλήθειες" και τα θέσφατα της επιστήμης και δη της ιατρικής. Η νουβέλα εντάσσεται στο αντι-ασυλιακό "αντι-φρενολογικό" [anti-aliéniste] κίνημα το οποίο εμφανίσθηκε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα (μεταξύ λογοτεχνών και ριζοσπαστών πολιτικών) σε πολλές χώρες της Δύσης -ένα κίνημα προδρομικό, θα λέγαμε, της αντιψυχιατρικής των ετών 1960 και 1970.

"Το φρενοκομείο του Αγίου Λουκά" [St Luke's Hospital]
Γκραβούρα (1809) των Augustus Charles Pugin και Thomas Rowlandson

    "Αντι-φρενιατρική" κριτική και λογοτεχνία τον 19ο αιώνα


    Στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, η ιατρική υποσχόταν ότι θα μπορούσε, αν της δινόταν μεγαλύτερη εξουσία και ελευθερία κινήσεων, να κατανοήσει σύντομα την τρέλλα και να την θεραπεύσει μέσα στα ψυχιατρικά άσυλα, αυτά τα "ισχυρά θεραπευτικά εργαλεία" όπως ήθελε να τα ονομάζει ο Ζαν Ετιέν Εσκιρόλ, ο "πατέρας" της γαλλικής ψυχιατρικής. Οι υποσχέσεις και οι προσδοκίες δεν άργησαν να διαψευσθούν. Τα κατ' ευφημισμόν φρενοκομεία ή ψυχιατρικά άσυλα με την αναποτελεσματική πολυποίκιλη και συχνά βασανιστική "μπαρόκ θεραπευτική" τους[2] δεν φαινόταν ικανά να "θεραπεύσουν" την τρέλλα: Ο αριθμός των εγκλείστων αύξανε συνεχώς και αυτοί που έβγαιναν ως θεραπευμένοι ή έστω "προσωρινά βελτιωμένοι" ήταν ένα ασήμαντο μικρό ποσοστό. Το άσυλο και η φρενολογία είχαν αποτύχει.[3]

    Από τη δεκαετία του 1850 πλήθαιναν επίσης οι μαρτυρίες και τα αυτοβιογραφικά κείμενα πρώην εγκλείστων στα οποία καταγγελλόταν η αυταρχικότητα του ασυλιακού συστήματος, οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και η συχνά βάναυση συμπεριφορά των νοσοκόμων-τρελλοδαμαστών, όπως τους αποκαλεί ο Γιώργης Ζάρκος.[4] Δικαστικές διαμάχες και δημοσιογραφικές έρευνες προκαλούσαν το έντονο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης καθώς έφερναν στο φως της δημοσιότητας περιπτώσεις αυθαίρετων και καταχρηστικών εγκλεισμών νεαρών, ως επί το πλείστον, ατόμων ή γυναικών μετά από αίτημα των οικείων τους, επειδή αρνιόντουσαν να συμβιβαστούν με τους κοινωνικούς κανόνες ευπρέπειας ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και επιταγές της οικογένειας. Με αφορμή τις περιπτώσεις αυτές, οι ριζοσπάστες πολιτικοί άρχισαν να εκφράζουν αμφιβολίες για την ίδια την έννοια της παραφροσύνης και να φοβούνται ότι η κρατική εξουσία χρησιμοποιούσε την ψυχιατρική και τα άσυλα για να απαλλαγεί γρήγορα και αθόρυβα από τους πολιτικούς της αντιπάλους. "Κάθε πέτρα του ασυλιακού θεσμού κρύβει και ένα έγκλημα", αναφωνεί ο Λεόν Γκαμπετά το 1870.[5] [6] Μέσα στο κλίμα αυτό αναπτύχθηκε και η αντι-φρενολογική ή, όπως θα λέγαμε σήμερα, αντιψυχιατρική λογοτεχνία.

Οι τρελοί του Reymond Depardon

"Τα ψυχιατρεία είναι στρατόπεδα συγκέντρωσης  
ακήρυχτων και σιωπηλών εμφύλιων πολέμων"  
(Τόμας Σαζ, 'Το δεύτερο αμάρτημα')   

Raymomd Depardon: San Clemente, 1979

  Η φωτογράφηση των παραδοσιακών ψυχιατρικών ασύλων


    Το 1978 ψηφίστηκε στην Ιταλία ο περίφημος "Νόμος 180" που προέβλεπε το κλείσιμο όλων των ψυχιατρείων και τη δημιουργία εναλλακτικών δομών μέσα στην κοινότητα. Ο εμπνευστής του νόμου και διευθυντής του ψυχιατρείου της Τεργέστης Φράνκο Μπαζάλια (Franco Basaglia), η ηγετική μορφή της "Δημοκρατικής Ψυχιατρικής" (της ιταλικής εκδοχής του αντιψυχιατρικού κινήματος), προσκάλεσε τότε τον Γάλλο "ανθρωπιστή" φωτογράφο και σκηνοθέτη Ρεμόν Ντεπαρντόν (Raymond Depardon) να αποθανατίσει τη μουντή καθημερινότητα των "φρενοκομείων" πριν ξεκινήσει το οριστικό τους κλείσιμο και ξεχαστεί από τους ανθρώπους η φρίκη της ασυλιακής πραγματικότητας.

    Με τη βοήθεια του Μπαζάλια, ο Νπεπαρντόν επισκέφθηκε τα άσυλα της Τεργέστης, της Βενετίας, της Νάπολης, του Αρέτσο και του Τορίνο. Προϊόν της περιοδείας του υπήρξε μια σειρά λιτών ασπρόμαυρων φωτογραφιών[1] που απεικονίζουν και αναδεικνύουν την καθημερινή βία και τη μιζέρια των ψυχιατρείων, την αργόσυρτη μονοτονία, την απομόνωση και τη μοναξιά, αλλά και τρυφερές ανθρώπινες στιγμές, σκιρτήματα ζωής που -παρόλα αυτά- δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν.

Raymond Depardon: Trieste, 1979

    San Clemente (Σαν Κλεμέντε, 1982)

    Τρία χρόνια αργότερα ο Ντεπαρντόν επέστρεψε στην Ιταλία για να γυρίσει αυτήν τη φορά ένα ντοκιμαντέρ -φόρο τιμής στον Φράνκο Μπαζάλια που είχε εν τω μεταξύ αποθάνει. Εγκαταστάθηκε στη Βενετία και για μερικούς μήνες παρακολούθησε την καθημερινή ζωή των ασθενών του ψυχιατρείου του Σαν Κλεμέντε (San Clemente), ενός από τα ψυχιατρεία της πόλης που από το 1880 στεγαζόταν στους χώρους ενός παλιού μοναστηριού πάνω στο ομώνυμο νησάκι. Η ταινία ("San Clemente")[2] βγήκε στις αίθουσες του 1982.

    Ο Ντεπαρντόν ασχολήθηκε και τα επόμενα χρόνια με τα προβλήματα της ψυχιατρικής γυρίζοντας τις ταινίες "Επείγοντα" (1988) και "12 ημέρες" (2017).

"Ζωντανά πτώματα". Η καθημερινή ζωή στο ψυχιατρικό άσυλο (Γιώργης Ζάρκος)

"Εδώ μέσα είναι νεκροταφείο που μας έχουνε θάψει ζωντανούς.
 Οι γιατροί είναι οι παπάδες και οι νοσοκόμοι οι νεκροθάφτες." 
 (Γιώργης Ζάρκος, "Η τρέλα σ' όλα τα στάδια")


"Το φρενοκομείο" (1815)
Φρανσίσκο Γκόγια (Francisco Goya)

    Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο περιθωριακός κουμουνιστής συγγραφέας Γιώργης Ζάρκος[1] βρέθηκε με ακούσια εισαγωγή έγκλειστος για πενήντα ημέρες στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, στο "Δαφνί".[2]

    Τις εμπειρίες και τις τραυματικές του εντυπώσεις από το ψυχιατρείο διηγήθηκε αργότερα σε δύο μικρά βιβλία (που κυκλοφορήσαν το 1932 και 1934 με τίτλους αντίστοιχα: "Η τρέλα σ' όλα τα στάδια ή πενήντα μέρες στο τρελοκομείο" και "Ζωντανά πτώματα"[3]), στα οποία περιέγραψε με ρεαλιστικό και ανεπιτήδευτο τρόπο καθημερινές σκηνές από τη ζωή τού ψυχιατρείου καταγγέλλοντας ταυτόχρονα την εξαθλίωση, την εκμετάλλευση, τον εξευτελισμό και την ωμή βία (την απανθρωποίηση) που υφίσταντο οι τρόφιμοι τού κατ' ευφημισμόν "θεραπευτηρίου".

Ζωντανά Πτώματα
(1934)
    "Αυτοί, που τον κλείσανε τον Ζάρκο στη φυλακή και στο φρενοκομείο", γράφει ο Κώστας Βάρναλης προλογίζοντας τα Ζωντανά πτώματα, "δεν υποψιαζόντανε πως αυτός ο ανυπεράσπιστος άνθρωπος είχε μέσα του κρυμμένο ένα φοβερό στιλέτο: το συγγραφικό του ταλέντο. Μ' αυτό εκδικήθηκε και τον εαυτό του και όλους τους άλλους, που είχανε την ίδια τύχη μ' αυτόν αλλά δεν είχανε και το λογογραφικό του χάρισμα".
"Ο ρεαλισμός του", συνεχίζει ο Βάρναλης, "είναι τόσο ζωντανός, άμεσος, ουσιαστικός και απροσποίητος, που ούτε μια στιγμή ο αναγνώστης δεν παύει να νιώθει την φρίκη μιας αποτρόπαιης πραγματικότητας και ούτε μια στιγμή δεν του περνάει η σκέψη πως ο συγγραφέας μας δίνει πλάσματα της φαντασίας του ή υπερβολές."
 Χρήστος Μπελόπουλος    


Σταχυολόγηση αποσπασμάτων


"Του κάθε τρελού η κάθε κουβέντα, αν εξετάσεις καλά την
ψυχή του και το πώς έζησε, βλέπεις πως έχει σημασία."
(Γιώργης Ζάρκος, "Ζωντανά πτώματα")

"Η τρέλα σ' όλα τα στάδια"


Η παθητική διαμαρτυρία της παλινδρόμησης

• Ο Αναστάσης τρελάθηκε με το διωγμό και τις σφαγές που γίνανε στη Μικρασιατική καταστροφή. […] Ήτανε έμπορας υφασμάτων. […] με πρόσωπο που δεν έχει καμιά έκφραση, όλη μέρα μένει σκυφτός αποβλακωμένος χωρίς να μιλάει. Αυνανίζεται ταχτικά, γυμνώνεται όταν τον στενοχωρούνε τα ρούχα του, και τρώει μόνον όταν του δίνουνε. Όταν πεινάει δεν ζητάει αλλά πηγαίνει στις βούτες και τα αποχωρητήρια, αν είναι ημέρα και τον έχουνε έξω, και τρώει ακαθαρσίες. Η μάνα του, μια δυστυχισμένη γριούλα, που τον έχει μονάκριβο, δουλεύει και κοιμάται μέσα στο τρελοκομείο, πλύστρα. Πλένει τρεις φορές την εβδομάδα τις μπλούζες και τα εσώρουχα των δύο νοσοκόμων που είναι στο διαμέρισμα τού γυιού της για να της τον περιποιούνται. […] Την ημέρα τον δένει, ο νοσοκόμος, με μια αλυσίδα στα κάγκελα, για να μην πηγαίνει στα αποχωρητήρια και τρώει ακαθαρσίες. (σελ. 34)

 "Ο Νόρρις στο Μπέντλαμ"
Ambroise Tardieu (1838)
• Σ' αυτό το χώρο, στις κολόνες ήτανε δεμένος ένας γυμνός και με ένα τσουβάλι -που το είχε φορέσει κι από μια τρύπα έβγαινε το κεφάλι του- προσπαθούσε να κρύψει τη γύμνια του. Εφώναζε […] Φώναζε δυνατά και γρήγορα σαν κείνες τις φωνές που βγάνουνε, στις ταβέρνες, οι μεθυσμένοι όταν μαλώνουνε. Χάμω το τσιμέντο ήτανε βρεμένο με κάτουρα και λερωμένο από ακαθαρσίες δικές του. […] Σε μια άλλη κολόνα ένα γέρος, ολόγυμνος, με πρησμένα χέρια και πόδια, ήτανε δεμένος, με μια φαρδιά ζώνη πέτσινη, από τη μέση… γιατί δεν μπορούσανε να τον δέσουνε με αλυσίδα, ούτε από τα πληγιασμένα του πρησμένα χέρια, ούτε από τα πόδια που ήσαντε το ίδιο κι αυτά πρησμένα. Αυτός γέλαγε, τραγούδαγε και φώναζε: «Εγώ είμαι ο Πασχαλίδης· ακούτε ρε σεις τρελοί: είμαι ο Πρόεδρος των Κουμουνιστών των τρελοκομείων. Το πρόγραμμά μου είναι: στις ζωντοχήρες θα δώσω δύο άντρες, τις χήρες και τις λεύτερες θα τις παντρέψω, τις παντρεμένες θα τις χωρίσω. Φυσική τρέλλα εγώ δεν έχω: έχω μηχανική τρέλλα, επιστημονική τρέλλα, τρέλλα της φτώχειας, τρέλλα της δυστυχίας, πραχτική τρέλλα και ερωτική τρέλλα… έχω πέντε ειδών τρέλλες…»
[…] και σε όλη την τραπεζαρία, χάμω το τσιμέντο ήτανε γεμάτο από ακαθαρσίες ανθρώπινες και κάτουρα, που τα είχανε κάνει οι τρελλοί, που ξενυχτήσανε δεμένοι. Κάτι χειρότερο από αποχωρητήριο ήτανε και όχι τραπεζαρία αυτό το υπόστεγο… (σελ. 69-70)

Αντιψυχιατρική και εναλλακτική ψυχιατρική στην Ελλάδα τα χρόνια της μεταπολίτευσης

(Από την αντιψυχιατρική και την "εναλλακτική" ψυχιατρική στον νεοϊδρυματισμό της "ψυχιατρικής μεταρρύθμισης")


    "Αντιψυχιατρική" ονομάσθηκε ένα κίνημα έμπρακτης και ριζοσπαστικής αμφισβήτησης των θεωριών και των θεραπευτικών τεχνικών της θεσμικής και της ακαδημαϊκής ψυχιατρικής το οποίο εμφανίσθηκε στα χρόνια του 1960 και 1970 στις δυτικές κοινωνίες -ιδιαίτερα στην Ιταλία, τη Βρετανία και τη Γαλλία- παίρνοντας διάφορες μορφές ανάλογα με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε χώρα.

"Η βιομηχανία της τρέλας"
Thomas Szasz, έκδ. 1983
    Η αντιψυχιατρική δεν στόχευε μόνον στην κατάργηση του παραδοσιακού ψυχιατρικού ασύλου ("αυτού του βάρβαρου θεσμού βίας και αλλοτρίωσης") και στην αντικατάστασή του με μη-ιεραρχικές θεραπευτικές κοινότητες ή με μικρές εξωνοσοκομειακές ("ενδιάμεσες") δομές ενσωματωμένες στην κοινότητα και τον τόπο κατοικίας του πάσχοντος: Αμφισβητούσε την ίδια την έννοια της ψυχικής ασθένειας. (Ρόναλντ Λαινγκ: Τι είναι η αντιψυχιατρική) Απέρριπτε τη βιολογική ή την ψυχολογική αιτιολογία της ψυχικής οδύνης και θεωρούσε ότι η τρέλλα ήταν το αποτέλεσμα των συνυφασμένων με το καπιταλιστικό σύστημα αλλοτριωτικών συνθηκών διαβίωσης, αντίθετων και ξένων με τις "ριζικές ανάγκες"[1] των ανθρώπων. "Δεν υπάρχουν προσωπικά προβλήματα", έλεγε ο Ντέιβιντ Κούπερ, "όλα τα προβλήματα είναι πολιτικά".[2] Η ψυχιατρική, η ψυχολογία ή ακόμη και η ψυχανάλυση[3] θεωρήθηκαν "αστυνομικοί" μηχανισμοί, μηχανισμοί ελέγχου και καταστολής στην υπηρεσία της κυρίαρχης τάξης και ενάντια σε όσους δεν άντεχαν ή αρνιόνταν να υποταχθούν στους επιβαλλόμενους κανόνες. (Για περισσότερα: "Σύντομη παρουσίαση του αντιψυχιατρικού κινήματος" )
 • • • • •

    Ο απόηχος των αντιψυχιατρικών ιδεών στην Ελλάδα


    Στην Ελλάδα οι αντιψυχιατρικές ιδέες άρχισαν να γίνονται ευρύτερα γνωστές μέσα στο έντονα πολιτικοποιημένο κλίμα που ακολούθησε την πτώση της χουντικής δικτατορίας το 1974, παράλληλα με την εμφάνιση των "νέων κοινωνικών κινημάτων" (κινήματα για τα δικαιώματα των γυναικών, των ομοφυλοφίλων, των φυλακισμένων) και σε αλληλοεπίδραση με αυτά. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας μεταφράσθηκαν και εκδόθηκαν τα σημαντικότερα βιβλία του Ρόναλντ Λαινγκ [4] και του Ντέιβιντ Κούπερ [5], αλλά και βιβλία του Τόμας Σαζ [6] και του Τζιοβάνι Τζέρβις[7]. Ο εκδοτικός πυρετός συνεχίσθηκε και την επόμενη δεκαετία, με τα βιβλία των Βρετανών αντιψυχιάτρων -και "γκουρού" της χίππικης γενιάς και της αντικουλτούρας- να κρατούν την πρωτοκαθεδρία,[8] ενώ το καλοκαίρι του 1985 επισκέφθηκε την Ελλάδα και ο ίδιος ο Ρόναλντ Λαινγκ για να "διδάξει" σε σεμινάρια που είχε οργανώσει στη Χίο το Ιωνικό Κέντρο.

"Η Τρέλα"
τεύχος 2, 1980
    Κατά την ίδια περίοδο άρθρα για την αντιψυχιατρική εμφανίζονταν συχνά σε αριστερά, αντιεξουσιαστικά και αντεργκράουντ περιοδικά και φυλλάδια, όπως το "Ιδεοδρόμιο" και ο "Ιανός" που το 1981 και 1982 αντίστοιχα αφιέρωσαν από ένα τεύχος τους αποκλειστικά και μόνο στην αντιψυχιατρική.[9] Παράλληλα δημοσιεύονταν, ήδη από το 1975[10], στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο (συχνά κάτω από τίτλους εντυπωσιασμού, όπως συνηθίζει η ελληνική δημοσιογραφία) ρεπορτάζ για τις ομαδικές μεταγωγές-εκτοπίσεις ψυχασθενών με πολεμικά οχηματαγωγά στο κατ' ευφημισμόν "Θεραπευτήριο" Λέρου,[11] και για τις άθλιες και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης των εγκλείστων στα δημόσια ψυχιατρεία της χώρας και δη στο "Δαφνί". Συνθήκες που δεν διέφεραν σε τίποτα από αυτές που περιέγραφε με ωμό ρεαλισμό σαράντα χρόνια πρωτύτερα, τη δεκαετία του 1930, ο περιθωριακός κομμουνιστής συγγραφέας Γιώργης Ζάρκος, "επωφελούμενος" από τον αυθαίρετο καταχρηστικό δίμηνο εγκλεισμό του στο δημόσιο ψυχιατρείο της Αθήνας. ( "Γιώργης Ζάρκος: Ζωντανά πτώματα. Η καθημερινή ζωή στο ψυχιατρικό άσυλο" )