O Γκαστόν Ντυφ (Gaston Duf ή Dufour) γεννήθηκε το 1920 σε ένα χωριό ανθρακωρύχων της περιοχής του Πα ντε Καλαί (στη Βόρεια Γαλλία) σε μια πολυπληθή οικογένεια με δέκα παιδιά και έναν αλκοολικό και βίαιο πατέρα. Σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών ξεκίνησε να δουλεύει σε αρτοποιείο με σκοπό να μάθει την τέχνη, εκδιώχθηκε όμως μετά από κάποιο διάστημα ως ανίκανος γι' αυτήν. Κατόπιν εργάσθηκε στα ορυχεία από τα οποία επίσης απολύθηκε εξαιτίας των συνεχών απουσιών του και της εύθραυστης υγείας του. Κατέληξε άνεργος, βρήκε καταφύγιο στο αλκοόλ μέχρι που, το 1940, κλείσθηκε σε ηλικία 20 χρονών σε ένα φρενοκομείο της Λίλλης.
Τα πρώτα χρόνια του εγκλεισμού του παρέμεινε απαθής και απομονωμένος. Το 1944, η συμπεριφορά του άρχισε να αλλάζει: απομονωνόταν λιγότερο και συμμετείχε με προθυμία στις δουλειές του νοσοκομείου (όπως συνήθιζαν τότε οι τρόφιμοι στα ψυχιατρικά άσυλα). Φαίνεται πως ήταν την ίδια εποχή που ξεκίνησε κρυφά, χωρίς να έχει καμιά καλλιτεχνική παιδεία ή να έχει ποτέ στο παρελθόν ζωγραφίσει, να σχεδιάζει με μολύβια πάνω σε φύλλα εφημερίδων και σε κομμάτια χαρτιών που περιμάζευε ένα αλλόκοτο πλάσμα που το ονόμαζε "ρινόκερο". Τέσσερα χρόνια αργότερα το προσωπικό του νοσοκομείου ανακάλυψε τα σχέδια του κρυμμένα στις φόδρες του σακακιού του. Ο γιατρός του ιδρύματος έδειξε ενδιαφέρον γι' αυτά, και ο Γκαστόν Ντυφ απέκτησε γκουάς χρώματα και φύλλα ζωγραφικής. Οι ρινόκεροί του έγιναν μεγαλύτεροι και πολύχρωμοι.
Gaston Duf, Ρινόκερος ("Rinôcêrôse"), 1950 Μουσείο Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης |
Στην πραγματικότητα το τερατόμορφο ζώο που ζωγράφισε σε δεκάδες φύλλα χαρτιού ο Γκαστόν Ντυφ, αν και διέθετε πάντα ένα κέρατο, ελάχιστη ομοιότητα είχε με το ομώνυμο ζώο. Ο ρινόκερος του Γκαστόν ήταν ένα αποδιαρθρωμένο, ξεχαρβαλωμένο πλάσμα με δυσανάλογα μέλη, τεράστια αυτιά, χονδρά πόδια με αγκαθωτά ή τριχωτά περιγράμματα, μεγάλα στρογγυλά καλοκάγαθα μάτια. Μερικές φορές προσέθετε στις ζωγραφιές του και άλλα ζώα, όμως ο ρινόκερος, αυτό το εντυπωσιακό και ογκώδες ζώο που τον είχε τόσο γοητεύσει, παρέμενε πάντα η κεντρική κυρίαρχη φιγούρα, ενώ υπάρχουν και κάποια άλλα σχέδια του που παριστάνουν έναν παλιάτσο, το άλλο προσφιλές του θέμα, έναν παλιάτσο που φαίνεται πως είχε κάποτε δει σε ένα πανηγύρι. Ο Γκαστόν Ντυφ έβαζε και τίτλους στα έργα του, εξωφρενικά ανορθόγραφους τίτλους ("Rinâûçêrshôse", "Rhin’-hhhâûçero", "Rônâûzerâûse"), όχι από άγνοια της ορθογραφίας, όπως επισημαίνει ο Ζαν Ντυμπυφέ (Jean Dubuffet), αλλά ηθελημένα για να τους προσδώσει μια αλλόκοτη, τρελή μορφή.
Τα σχέδια του Γκαστόν Ντυφ, μερικά από τα οποία αγγίζουν το όριο της αφαίρεσης, γράφει η Λυσιέν Περύ (Lucienne Peiry), ιστορικός τέχνης και πρώην διευθύντρια τού Μουσείου Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης, ήταν γι' αυτόν τον σχεδόν αγράμματο άνθρωπο, τον απομονωμένο από νεαρή ηλικία σε ένα ψυχιατρείο ένα υπέροχο μέσο διαφυγής. Οι ρινόκεροί του ήταν το όχημα απόδρασής του από τη ζοφερή πραγματικότητα της ασυλιακής του ζωής.
Gaston Duf, Ρινόκερος ("Rinâûsêrôse viltritiês"), 1950. Μουσείο Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης |
Το 1953, ο Γκαστόν Ντυφ σταμάτησε ξαφνικά να δημιουργεί λέγοντας στους γιατρούς του με εμπιστευτικό μυστηριώδες ύφος, και χωρίς να δώσει άλλες εξηγήσεις, ότι από εδώ και στο εξής δεν "πρέπει" πλέον να ξαναζωγραφήσει. Ωστόσο, με παρότρυνση και ενθάρρυνση από τα μέλη του προσωπικού έκανε ακόμη μερικά σχέδια το 1956, που ήταν οριστικά και τα τελευταία του. Πέθανε το 1966 πάντα έγκλειστος στο ψυχιατρείο. Τα περισσότερα έργα του βρίσκονται σήμερα στη Συλλογή Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης. [1]
Χρήστος Μπελόπουλος
Gaston Duf Ρινόκερος ("Rinâûçêrôs"), 1948 Μουσείο Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης |
Gaston Duf, Ρινόκερος ("Ûn fûqûlthe rinôçêrôse"), 1950/1956 Μουσείο Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης |
Gaston Duf, Ρινόκερος ("Rin'hâûcêrôshe"), 1950/56 Μουσείο Ακατέργαστης Τέχνης της Λωζάννης |
Οι παλιάτσοι
|
|
Βιβλιογραφία
• Musée d’Art et d’Histoire de l’Hôpital Sainte-Anne, "Gaston Duf": https://musee.mahhsa.fr/artiste/gaston-duf/
• Collection de l'Art Brut, "Gaston Duf": https://www.artbrut.ch/fr_CH/auteurs/la-collection-de-l-art-brut/duf-gaston
• Jean Dubuffet, "Gaston le Zoologue", fascicule de l'Art Brut, n˚5, 1965.
• David Maclagan, "Gaston Duf", Raw Vision, n˚31, 2000.
• Françoise Hamel-Beaudoin, "Peintres malades mentaux, autodidactes et médiums-voyants-spirites au XXe siècle (1900-1950)", édit. Publibook, 2016.
Δείτε επίσης:
|
|
κε Μπελόπουλε, ένα τεράστιο μπράβο για τη σειρά των κειμένων "Ακατέργαστη Τέχνη".
ΑπάντησηΔιαγραφήΑποτελούν κόσμημα όχι μόνο για το χώρο του κινήματος των ψυχικά τραυματισμένων ανθρώπων αλλά και για το χώρο των κοινωνικά ευαισθητοποιημενων εικαστικών.
Δίχως τα κείμενά σας οι υπέροχοι αυτοί άνθρωποι, οι "ταπεινοί γίγαντες" που θα λεγε κι ο Κόντογλου, οι "ψυχικά πάσχοντες" ζωγράφοι, θα μέναν ολότελα άγνωστοι σ' όλους εμάς.
Ο Γκαστόν Ντουφ, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα μέχρι σήμερα, είναι άλλος ένας απ' τους Τιτάνες εκείνους της διπλανής πόρτας, των οποίων τη ζωή αλλά και τον υπερανθρωπο αγώνα δε μαθαίνουμε παρά μόνο μετά θάνατον.
Και τις περισσότερες φορές ούτε καν μετά το θάνατό τους.
Τα κείμενά σας για την "Ακατέργαστη Τέχνη" δείχνουν ότι το πλάσμα αυτό που λέγεται άνθρωπος επιμένει να παλεύει να κρατήσει την ανθρωπιά του ακόμα κι όταν τον πετάξουν μέσα στην κόλαση.
Κι είναι πολλοί οι άνθρωποι που αργοπεθαινουν μέσα στη φριχτή κόλαση που λέγεται "καπιταλιστική κοινωνία".
Όσο περνάν τα χρόνια όλο και περισσότεροι.
Ακόμα κι όταν του στερήσουν τον ίδιο τον αέρα το πλάσμα που λέγεται "άνθρωπος" προσπαθεί να βρει νόημα σε όσα ζει.
Αυτοί οι κολασμένοι της καπιταλιστικής κοινωνίας, αυτοί που πετάχτηκαν σα σκουπίδια στα άσυλα για να πεθάνουν αργά και βασανιστικά, αυτοί είναι που αποδείχτηκαν απείρως πιο ανθρώπινοι άνθρωποι από μας τους "νορμάλ".
Αποδείχτηκαν οι μεγαλύτεροι ριζοσπαστες και επαναστάτες, οι επαναστάτες της ανθρωπιάς.
Συνεχίστε, παρακαλώ πολύ, να μας βγάζετε απ' τα σκοτάδια που μας βυθίζει καθημερινά η σάπια αυτή κοινωνία.