Ο Ιερώνυμος Μπος, κάπου μεταξύ 1490 και 1510, ζωγράφισε έναν μικρό
πίνακα που ανήκει από το 1918 στο Μουσείο του Λούβρου. Ονομάσθηκε Το πλοίο των τρελών και απεικονίζει μια δεκάδα ανθρώπων να οργιάζουν τρώγοντας και πίνοντας πάνω σε μια βάρκα ξανοιγμένη στη θάλασσα.
Στο κέντρο της βάρκας ένας φραγκισκανός μοναχός και μια καλόγρια που παίζει λαούτο κάθονται αντικριστά. Έχουν ορθάνοιχτα τα στόματά τους σαν να θέλουν να τραγουδήσουν ή να προσπαθούν να δαγκώσουν ένα παξιμάδι που κρέμεται ανάμεσά τους. Πίσω τους δυο βαρκάρηδες με κόκκινα πουκάμισα. Ο ένας αντί για κουπί έχει μια τεράστια κουτάλα· στο κεφάλι του άλλου ισορροπεί ένα ποτήρι και στην άκρη του κουπιού του μια αναποδογυρισμένη στάμνα. Στη μια άκρη της βάρκας μια γυναίκα ετοιμάζεται να χτυπήσει μ' ένα κανάτι έναν άνδρα που κρατά ένα φλασκί μισοβυθισμένο στο νερό. Στην άλλη άκρη της κάποιος προσπαθεί να ξεκρεμάσει από το κατάρτι μια ψημένη πάπια, ενώ παραδίπλα ένας άλλος σκύβει για να ξεράσει. Ένας τρελός, αναγνωρίσιμος από τη φορεσιά του και τη μαρόττα που κρατά, κάθεται σε ένα κλαδί πίνοντας ήσυχα το ποτό του χωρίς να συμμετέχει στην κραιπάλη των υπολοίπων. Έξω από τη βάρκα δυο άνθρωποι βρίσκονται στο νερό· ο ένας πιάνεται από την κουπαστή σαν να θέλει να ανέβει χωρίς κανείς από τους μεθυσμένους επιβάτες να του δίνει σημασία.Στο κατάρτι είναι δεμένα κλαδιά και λουλούδια μέσα από τα οποία ξεπροβάλει το κεφάλι μιας κουκουβάγιας (που μοιάζει και με νεκροκεφαλή). Τέλος, στη κορυφή του καταρτιού κυματίζει μια σημαία με την ημισέληνο.
Το 2015, το Μουσείο του Λούβρου προχώρησε στον καθαρισμό και την αποκατάσταση του έργου. Αφαιρέθηκαν μεταγενέστερες προσθήκες, όπως το βουνό στο βάθος και η υπερβολική φυλλωσιά του καταρτιού, καθώς και οι επιστρώσεις στο κάτω μέρος του πίνακα. Οι εργασίες αυτές επέτρεψαν να συσχετισθεί με απόλυτη βεβαιότητα "Το πλοίο των τρελών" με έναν άλλο πίνακα του Μπος, την "Αλληγορία της λαιμαργίας και της λαγνείας" που ανήκει στην Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου Γέιλ. Τα δύο έργα αρχικά αποτελούσαν έναν ενιαίο πίνακα, ο οποίος κάποια στιγμή κατά τον 19ο αιώνα τεμαχίστηκε από τον τότε κάτοχο του -ίσως για να κερδίσει περισσότερα χρήματα πουλώντας τον κομματιαστά. Με την σειρά του, ο ενιαίος πίνακας ήταν το αριστερό πτερύγιο ενός τριπτύχου, το κεντρικό τμήμα του οποίου έχει χαθεί, ενώ το δεξιό ανήκει στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον και φέρει τον τίτλο "Ο θάνατος του φιλάργυρου". Το τρίπτυχο ήταν μια αλληγορία "σχεδόν σουρεαλιστική" που στιγμάτιζε σατιρίζοντας "ανθρώπινες παραφροσύνες", ελαττώματα δηλαδή και αμαρτήματα όπως η λαιμαργία, η οινοποσία, η λαγνεία και η φιλαργυρία.
Υποστηρίχθηκε ότι ο πίνακας του Μπος εμπνέεται από το Το πλοίο των τρελών του Σεβαστιανού Μπραντ ή από Τα πλοία των τρελών γυναικών του Josse Bade. Να σημειωθεί όμως ότι τα έργα αυτά συνοδεύονται από γκραβούρες που αναπαριστούν "τρελούς" αναγνωρίσιμους από τη χαρακτηριστική ενδυμασία και τα σκουφιά με αυτιά γαϊδάρου που φοράνε. Αντίθετα, στον πίνακα του Μπος, τόσο στο τμήμα που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου όσο και στο τμήμα που ανήκει στην Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου του Γέιλ, απεικονίζεται ένας και μοναδικός τρελός ήρεμος και αποστασιοποιημένος από τα όργια που τον περιβάλλουν. Ο Μπος, αντιστρέφοντας την μεσαιωνική συσχέτιση της τρέλας με την αμαρτία και τον διάβολο, παρουσιάζει τον τρελό σαν κάτοχο μιας μυστικής σοφίας που τον κρατά μακριά από τις "παραφροσύνες" των ανθρώπων του καιρού του.
"Το πλοίο των τρελών" θα μπορούσε να ιδωθεί, επίσης, ως μια αυστηρή κριτική της κοινωνίας που ζούσε ο Ιερώνυμος Μπος: Οι διεφθαρμένοι άνθρωποι του κλήρου (μαζί και με τους καλοζωισμένους αστούς) παρασυρμένοι από τα πάθη και τις ακόλαστες επιθυμίες τους οδηγούν το καράβι της εκκλησίας και το πλήρωμα του στην πλάνη και την (ηθική) καταστροφή.[1]
(Απόσπασμα από τη σελίδα: Το πλοίο των τρελών στην ποίηση και τη ζωγραφική της Αναγέννησης)
1. Μουσείο του Λούβρου, Το πλοίο των τρελών: http://www.louvre.fr/oeuvre-notices/la-nef-des-fous
"Το πλοίο των τρελών" του Ιερώνυμου Μπος πριν και μετά την αποκατάσταση του πίνακα |
Στο κέντρο της βάρκας ένας φραγκισκανός μοναχός και μια καλόγρια που παίζει λαούτο κάθονται αντικριστά. Έχουν ορθάνοιχτα τα στόματά τους σαν να θέλουν να τραγουδήσουν ή να προσπαθούν να δαγκώσουν ένα παξιμάδι που κρέμεται ανάμεσά τους. Πίσω τους δυο βαρκάρηδες με κόκκινα πουκάμισα. Ο ένας αντί για κουπί έχει μια τεράστια κουτάλα· στο κεφάλι του άλλου ισορροπεί ένα ποτήρι και στην άκρη του κουπιού του μια αναποδογυρισμένη στάμνα. Στη μια άκρη της βάρκας μια γυναίκα ετοιμάζεται να χτυπήσει μ' ένα κανάτι έναν άνδρα που κρατά ένα φλασκί μισοβυθισμένο στο νερό. Στην άλλη άκρη της κάποιος προσπαθεί να ξεκρεμάσει από το κατάρτι μια ψημένη πάπια, ενώ παραδίπλα ένας άλλος σκύβει για να ξεράσει. Ένας τρελός, αναγνωρίσιμος από τη φορεσιά του και τη μαρόττα που κρατά, κάθεται σε ένα κλαδί πίνοντας ήσυχα το ποτό του χωρίς να συμμετέχει στην κραιπάλη των υπολοίπων. Έξω από τη βάρκα δυο άνθρωποι βρίσκονται στο νερό· ο ένας πιάνεται από την κουπαστή σαν να θέλει να ανέβει χωρίς κανείς από τους μεθυσμένους επιβάτες να του δίνει σημασία.Στο κατάρτι είναι δεμένα κλαδιά και λουλούδια μέσα από τα οποία ξεπροβάλει το κεφάλι μιας κουκουβάγιας (που μοιάζει και με νεκροκεφαλή). Τέλος, στη κορυφή του καταρτιού κυματίζει μια σημαία με την ημισέληνο.
"Αλληγορία της λαιμαργίας και της λαγνείας" Ιερώνυμος Μπος. www.hieronymus-bosch.org |
Το 2015, το Μουσείο του Λούβρου προχώρησε στον καθαρισμό και την αποκατάσταση του έργου. Αφαιρέθηκαν μεταγενέστερες προσθήκες, όπως το βουνό στο βάθος και η υπερβολική φυλλωσιά του καταρτιού, καθώς και οι επιστρώσεις στο κάτω μέρος του πίνακα. Οι εργασίες αυτές επέτρεψαν να συσχετισθεί με απόλυτη βεβαιότητα "Το πλοίο των τρελών" με έναν άλλο πίνακα του Μπος, την "Αλληγορία της λαιμαργίας και της λαγνείας" που ανήκει στην Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου Γέιλ. Τα δύο έργα αρχικά αποτελούσαν έναν ενιαίο πίνακα, ο οποίος κάποια στιγμή κατά τον 19ο αιώνα τεμαχίστηκε από τον τότε κάτοχο του -ίσως για να κερδίσει περισσότερα χρήματα πουλώντας τον κομματιαστά. Με την σειρά του, ο ενιαίος πίνακας ήταν το αριστερό πτερύγιο ενός τριπτύχου, το κεντρικό τμήμα του οποίου έχει χαθεί, ενώ το δεξιό ανήκει στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον και φέρει τον τίτλο "Ο θάνατος του φιλάργυρου". Το τρίπτυχο ήταν μια αλληγορία "σχεδόν σουρεαλιστική" που στιγμάτιζε σατιρίζοντας "ανθρώπινες παραφροσύνες", ελαττώματα δηλαδή και αμαρτήματα όπως η λαιμαργία, η οινοποσία, η λαγνεία και η φιλαργυρία.
Το τρίπτυχο με τις ακόλαστες πράξεις. Ο ενοποιημένος πίνακας της "Λαιμαργίας και λαγνείας" δεξιά και "Ο θάνατος του φιλάργυρου αριστερά" |
Υποστηρίχθηκε ότι ο πίνακας του Μπος εμπνέεται από το Το πλοίο των τρελών του Σεβαστιανού Μπραντ ή από Τα πλοία των τρελών γυναικών του Josse Bade. Να σημειωθεί όμως ότι τα έργα αυτά συνοδεύονται από γκραβούρες που αναπαριστούν "τρελούς" αναγνωρίσιμους από τη χαρακτηριστική ενδυμασία και τα σκουφιά με αυτιά γαϊδάρου που φοράνε. Αντίθετα, στον πίνακα του Μπος, τόσο στο τμήμα που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου όσο και στο τμήμα που ανήκει στην Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου του Γέιλ, απεικονίζεται ένας και μοναδικός τρελός ήρεμος και αποστασιοποιημένος από τα όργια που τον περιβάλλουν. Ο Μπος, αντιστρέφοντας την μεσαιωνική συσχέτιση της τρέλας με την αμαρτία και τον διάβολο, παρουσιάζει τον τρελό σαν κάτοχο μιας μυστικής σοφίας που τον κρατά μακριά από τις "παραφροσύνες" των ανθρώπων του καιρού του.
"Το πλοίο των τρελών" θα μπορούσε να ιδωθεί, επίσης, ως μια αυστηρή κριτική της κοινωνίας που ζούσε ο Ιερώνυμος Μπος: Οι διεφθαρμένοι άνθρωποι του κλήρου (μαζί και με τους καλοζωισμένους αστούς) παρασυρμένοι από τα πάθη και τις ακόλαστες επιθυμίες τους οδηγούν το καράβι της εκκλησίας και το πλήρωμα του στην πλάνη και την (ηθική) καταστροφή.[1]
Χρήστος Μπελόπουλος
(Απόσπασμα από τη σελίδα: Το πλοίο των τρελών στην ποίηση και τη ζωγραφική της Αναγέννησης)
1. Μουσείο του Λούβρου, Το πλοίο των τρελών: http://www.louvre.fr/oeuvre-notices/la-nef-des-fous
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου