Αντικαταθλιπτικά και αυτοκτονικότητα. Τα αντικαταθλιπτικά αυξάνουν -κατά 2,5 φορές- τον κίνδυνο αυτοκτονίας στους πάσχοντες από μείζονα κατάθλιψη!

"Η αυτοκτονία του Τόμας Τσάτερτον" (1856)
Χένρυ Ουάλις (Henry Wallis)
Μουσείο και Πινακοθήκη του Μπέρμιγχαμ

    Σύμφωνα με νεότερη έρευνα που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Psychotherapy and Psychosomatics τον Ιούνιο του 2019,[1] το ποσοστό των ενήλικων πασχόντων από μείζονα κατάθλιψη που αυτοκτονούν ή αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν ενώ βρίσκονται ήδη υπό αντικαταθλιπτική αγωγή είναι σχεδόν 2,5 φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό πασχόντων που λαμβάνουν απλώς και μόνο πλασέμπο (δηλαδή εικονικό φάρμακο χωρίς δραστική φαρμακευτική ουσία). Η έρευνα που διεξήχθη από τον Μίχαελ Χενγκάρτνερ (Michael P. Hengartner) από το Πανεπιστήμιο Εφηρμοσμένων Επιστημών της Ζυρίχης και τον Μάρτιν Πλοέντερλ (Martin Plöderl) από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο Παράκελσος του Σαλτσβούργου επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα παλαιότερων ερευνών, όπως αυτή που διεξήγαγε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ο καθηγητής ψυχιατρικής και ψυχοφαρμακολογίας του Πανεπιστημίου του Μπάνγκορ Ντέβιντ Χίλι (David Healy).[2]
• • • • •

   Η διαμάχη μεταξύ των επιστημόνων για το αν και κατά πόσο τα αντικαταθλιπτικά, και ιδιαίτερα τα αντικαταθλιπτικά που ανήκουν στην κατηγορία των "εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης της σεροτονίνης" (SSRI), αυξάνουν αντί να μειώνουν την αυτοκτονικότητα των πασχόντων ξεκίνησε λίγα μόνον χρόνια αφότου το πρώτο φάρμακο της κατηγορίας αυτής, το περίφημο Πρόζακ -που στην Ελλάδα κυκλοφορεί με την εμπορική ονομασία Λαντόζ, δραστική ουσία φλουοξετίνη-, έλαβε το 1987 άδεια κυκλοφορίας ως αντικαταθλιπτικό από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ. (Προηγουμένως είχε προηγηθεί στην Ευρώπη η έγκριση ως αντικαταθλιπτικού του Zelmid [ζιμελιδίνη], ενός άλλου εκλεκτικού αναστολέα επαναπρόσληψης της σεροτονίνης που κατασκεύαζε η σουηδική φαρμακοβιομηχανία Astra, το οποίο όμως αποσύρθηκε πολύ γρήγορα λόγω των σοβαρών και ενίοτε θανατηφόρων παρενεργειών του.)

    Το 1990, τρία μόλις χρόνια μετά την κυκλοφορία του Πρόζακ, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Journal of Psychiatry ένα άρθρο των Μάρτιν Τάιχερ (Martin Teicher) και Τζόναθαν Κολ (Jonathan Cole), ψυχιάτρων στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, στο οποίο περιέγραφαν την εμφάνιση σκέψεων αυτοκτονίας και αυτοκτονικών τάσεων σε έξι καταθλιπτικούς ασθενείς λίγο μετά την έναρξη της θεραπείας τους με φλουοξετίνη (Πρόζακ). Οι αυτοκτονικές τάσεις υποχωρούσαν με τη διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής και επανεμφανιζόταν με την επανέναρξή της, ενώ ήταν ανεξάρτητες από τον βαθμό της κατάθλιψης.[3] Παρόμοιες κλινικές παρατηρήσεις που έκαναν λόγο για συμπτώματα έντονης ανησυχίας, ακαθησίας, ευερεθιστότητας, παρορμητικότητας και αυτοκτονικών ή βίαιων συμπεριφορών σε ασθενείς που λάμβαναν φλουοξετίνη δημοσιεύτηκαν και από άλλους ερευνητές τις επόμενες χρονιές (το 1991 και 1992 στα περιοδικά Journal of Clinical Psychiatry και Archives of General Psychiary) ξεκινώντας έτσι τη συζήτηση και διαμάχη για την ενδεχόμενη θανατηφόρα επικινδυνότητα των εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης της σεροτονίνης που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.[4]

   Την ίδια εποχή άρχισαν να κατατίθενται εναντίον της αμερικανικής εταιρεία Λίλλυ (Eli Lilly), κατασκευάστριας εταιρείας του Πρόζακ, και οι πρώτες μηνύσεις συγγενών καταθλιπτικών ασθενών που είχαν αυτοκτονήσει ή προβεί σε παρορμητικές δολοφονικές πράξεις μετά την έναρξη της "θεραπείας" τους με το συγκεκριμένο φάρμακο. Ο αριθμός των μηνύσεων είχε ήδη φθάσει τις 160 προς το τέλος του 1991 μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντιμέτωπες με παρόμοιες μηνύσεις, κυρίως στις ΗΠΑ, βρέθηκαν τα επόμενα χρόνια και όλες οι άλλες φαρμακευτικές εταιρείες που κατασκεύαζαν εκλεκτικούς αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης ή της σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης (Seroxat, Celexa, Zoloft, Effexor, κ.τ.λ).[5]

    Η Λίλλυ αρχικά αρνήθηκε με επανειλημμένες δηλώσεις της ότι το φάρμακό της μπορεί να προκαλέσει οποιαδήποτε βίαιη ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά και απέδωσε τις ακραίες πράξεις των θυμάτων της στην ασθένεια της κατάθλιψης. Ορισμένοι ψυχιατρικοί ασθενείς, δήλωνε ανώτατο στέλεχός της, συμβαίνει να είναι βίαιοι ή να αυτοκτονούν.[6] Στην πραγματικότητα, όπως αποδεικνύουν τα εσωτερικά εμπιστευτικά της έγγραφα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας λίγα χρόνια αργότερα, γνώριζε ήδη από το 1985 (πριν δηλαδή ζητήσει και λάβει έγκριση για την κυκλοφορία του Πρόζακ) ότι η φλουοξετίνη μπορεί να προκαλέσει βίαιες ή αυτοκτονικές συμπεριφορές στο 3,7% των πασχόντων και διαφορετικής έντασης ψυχοκινητική διέγερση ή σεροτονινεργικό σύνδρομο στο 38% από αυτούς.[7]

    Παρόλα αυτά το Πρόζακ διαφημίστηκε ως το ακίνδυνο θαυματουργό φάρμακο, "το χάπι της ευτυχίας και της χαράς". Η Λίλλυ χρηματοδότησε άμεσα ή έμμεσα δημοσιεύματα στον ημερήσιο και ιατρικό τύπο και προώθησε ευνοϊκά για αυτήν επιστημονικά βιβλία, όπως το "Ακούγοντας το Πρόζακ", το ευπώλητο βιβλίο του Πίτερ Κράμερ (Peter Kramer) το οποίο παρά την προσπάθεια του συγγραφέα να φανεί ουδέτερος ή μάλλον εξαιτίας αυτής συνέβαλε στην κατασκευή του "μύθου των αντικαταθλιπτικών".[8] Το 1991 η Λίλλυ δημοσίευσε στην επιθεώρηση British Medical Journal μια κατασκευασμένη από τους υπαλλήλους της μετα-ανάλυση, σύνθεση όλων (δήθεν) των μέχρι τότε αποτελεσμάτων των κλινικών ερευνών, σύμφωνα με την οποία δεν διαπιστωνόταν απολύτως καμία σχέση μεταξύ φλουοξετίνης (Πρόζακ) και επιθετικών ή αυτοκτονικών συμπεριφορών. Όπως όμως διαπίστωσε λίγο αργότερα ο Ντέιβιντ Χίλι η μετα-ανάλυση αφορούσε μόνον 3.067 πάσχοντες από τους 26.000 συνολικά που συμμετείχαν στις κλινικές δοκιμές της εταιρείας: Χρειάστηκε η επιλεκτική επιλογή των πασχόντων και η προσφυγή σε μεθοδολογικές λαθροχειρίες προκειμένου να αναδειχθεί η αποτελεσματικότητα και μη-επικινδυνότητα του Πρόζακ.[9]

    Παρόμοιες σοβαρές παρενέργειες, και πάντα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από αυτές που προκαλούσαν τα παλαιότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, επιβαρύνουν όλους τους αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, όπως παρόμοιες ήταν και εξακολουθούν να είναι και οι προσπάθειες των εταιρειών που τους παράγουν να αποκρύψουν ή να αλλοιώσουν τα επιβαρυντικά ερευνητικά δεδομένα παραπληροφορώντας τους γιατρούς-συνταγογράφους και το ευρύ κοινό. (Η εταιρεία GlaxoSmithKline, για παράδειγμα, υποχρεώθηκε να πληρώσει μόνο το 2004 ένα πρόστιμο μερικών εκατομμυρίων -ποσό όμως ελάχιστο σε σχέση με τα αποκομισθέντα κέρδη- για απόκρυψη και διαστρέβλωση ερευνητικών δεδομένων σχετικών με το Σεροξάτ [παροξετίνη]. Ανάλογο πρόστιμο της επιβλήθηκε και το 2012 για τους ίδιους πάντα λόγους.)

    Το 2001, μετά από μια σειρά αθωωτικών για τις φαρμακευτικές εταιρείες αποφάσεων την προηγούμενη δεκαετία, τα δικαστήρια σε Αυστραλία και Ηνωμένες Πολιτείες αναγνώρισαν για πρώτη φορά, δημιουργώντας ένα νομικό προηγούμενο, ότι η χρήση αντικαταθλιπτικών μπορεί να ευθύνεται για βίαιες δολοφονικές ή αυτοκτονικές πράξεις. Το δικαστήριο μάλιστα των ΗΠΑ διέταξε την εταιρεία Γκλάξο Σμιθ Κλάιν να καταβάλει 6,4 εκατομμύρια δολάρια στην υπόθεση Ντόναλντ Σελ (Donald Schell), ενός εξηντάχρονου άνδρα ο οποίος έχοντας πριν από λίγες μόνον ημέρες ξεκινήσει αντικαταθλιπτική αγωγή με Σεροξάτ πυροβόλησε και σκότωσε τη σύζυγό του, την κόρη του και τη μικρή του εγγονή πριν αυτοπυροβοληθεί και ο ίδιος. Στη δίκη συμμετείχε ως μάρτυρας εκ μέρους της  πολιτικής αγωγής ο Ντέιβιντ Χίλι.
• • • • •

    Στη πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα, οι Χενγκάρτνερ και Πλοέντερλ εξέτασαν τα δεδομένα των κλινικών δοκιμών που κατατέθηκαν στο Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ μεταξύ 1991 και 2013 προκειμένου να λάβουν άδεια για θεραπεία ενηλίκων με μείζονα κατάθλιψη δεκατέσσερα αντικαταθλιπτικά διαφόρων εταιρειών. Συνολικά στις εξετασθείσες κλινικές δοκιμές συμμετείχαν 31.781 πάσχοντες που έλαβαν αντικαταθλιπτικά και 10.080 πάσχοντες στους οποίους χορηγήθηκαν πλασέμπο. Η σύγκριση των αποτυχημένων και των καταληκτικών απόπειρων αυτοκτονίας που καταγράφηκαν στις δύο ομάδες οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα αντικαταθλιπτικά αυξάνουν σημαντικά, σχεδόν κατά 2.5 φορές, τον κίνδυνο αυτοκτονίας σε ενήλικες με μείζονα κατάθλιψη. Οι ερευνητές υπολογίζουν ότι σε 100.000 χρήστες αντικαταθλιπτικών αντιστοιχούν 495 απόπειρες αυτοκτονίας (από τις οποίες ένας αριθμός καταλήγει σε θάνατο) οφειλόμενες αποκλειστικά στην αντικαταθλιπτική αγωγή.

    Ο αριθμός αυτός μπορεί να φαίνεται μικρός, αλλά με δεδομένο ότι σήμερα παγκοσμίως πάνω από 100 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά (1 στους 8 στις ΗΠΑ) θα πρέπει να αναλογιστούμε τις εκατόμβες των θυμάτων που θυσιάζονται ετησίως στο βωμό των συμφερόντων της φαρμακευτικής βιομηχανίας και της ενσωματωμένης σε αυτήν ακαδημαϊκής βιο-ψυχιατρικής. (Στους θανάτους αυτούς θα πρέπει ασφαλώς να προστεθούν και οι θάνατοι που οφείλονται στις σωματικές παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών: Έρευνα, για παράδειγμα, του καναδικού Πανεπιστημίου Μακ Μάστερ που δημοσιεύτηκε το 2017 στο περιοδικό Psychotherapy and Psychomatics υπολογίζει τον κίνδυνο θανάτου λόγω καρδιοαγγειακών ή άλλων σοβαρών σωματικών παρενεργειών αυξημένο κατά 33% στους χρήστες αντικαταθλιπτικών.[10])

    Και όλα αυτά ενώ η αποτελεσματικότητα των αντικαταθλιπτικών παραμένει τουλάχιστον αμφιλεγόμενη: Για να θεωρηθεί ένα φάρμακο αποτελεσματικό δεν αρκεί να νιώθουν καλύτερα οι άνθρωποι που το λαμβάνουν. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι είναι και αποτελεσματικότερο από το πλασέμπο, ότι δηλαδή το ποσοστό των ανθρώπων που νιώθουν καλά λαμβάνοντας το αντικαταθλιπτικό είναι στατιστικά και κλινικά σημαντικά υψηλότερο από το ποσοστό των πασχόντων που νιώθουν εξίσου καλά λαμβάνοντας απλώς ένα εικονικό χωρίς δραστική ουσία (και παρενέργειες) φάρμακο. Όπως όμως απέδειξαν οι έρευνες που διεξήγαγε από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ο Ίρβινγκ Κιρς, και επιβεβαιώνονται συνεχώς από νέες έρευνες,[11] τα αντικαταθλιπτικά είναι ελάχιστα πιο αποτελεσματικά από τα πλασέμπο και αυτό ίσως μόνο για τις πολύ βαριές καταθλίψεις. Η μαζική συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών για πάσα νόσο και πάσα δυστυχία όχι μόνο από τους ψυχιάτρους αλλά και από τους γιατρούς άλλων ειδικοτήτων (αντικαταθλιπτικά χορηγούνται ακόμη και για τη διακοπή του καπνίσματος ή για απώλεια βάρους) είναι επιστημονικά αδικαιολόγητη, ηθικά ανεπίτρεπτη και πολιτικά εγκληματική.

Χρήστος Μπελόπουλος  

    Σημαντικό: Ο κίνδυνος εμφάνισης βίαιων επιθετικών ή αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών είναι ιδιαίτερα υψηλός τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες από την έναρξη της αντικαταθλιπτικής αγωγής. Μετά τον πρώτο μήνα μηδενίζεται με ενδεχόμενο να επανεμφανιστεί με την όποια αλλαγή της δοσολογίας (αύξηση ή μείωση). Για το λόγο αυτό και η διακοπή των αντικαταθλιπτικών πρέπει να γίνεται πάντοτε σταδιακά και με στενή ιατρική παρακολούθηση.

----------------------------------

    Σχετικά:

Επικινδυνότητα και παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών. Η μαύρη λίστα των αντικαταθλιπτικών
Φιλίπ Πινιάρ: Πως η φαρμακοβιομηχανία και η βιολογική ψυχιατρική δημιούργησαν την επιδημία της κατάθλιψης
Τζοάννα Μόνκριεφ: Η κατάθλιψη και ο μύθος της σεροτονίνης. Η ψευδοεπιστημονική θεωρία της χημικής ανισορροπίας
Η μείωση της ενσυναίσθησης του πόνου και της οδύνης ως παρανέργεια των αντικaταθλιπτικών



    Παραπομπές και Σημειώσεις


1. Michael P. Hengartner - Martin Plöderl, "Newer-generation antidepressants and suicide risk in randomized controlled trials: A re-analysis of the FDA database", Psychotherapy & Psychosomatics, June 24, 2019.
• Για μια σύντομη παρουσίαση της έρευνας:
   Peter Simons, "Antidepressant use more than doubles risk of suicide attempts", Mad in America, July 9, 2019.

2. David Healy - Chris Whitaker, "Antidepressants and suicide: risk–benefit conundrums", Journal of Psychiatry and Neuroscience, 28(5), 2003.

3. Martin Teicher - Jonathan Cole, "Emergence of intense suicidal preoccupation during fluoxetine treatment", The American Journal of Psychiatry, 147(2), February 1990.

4. Richard DeGrandpre, The cult of pharmacology: how America became the world's most troubled drug culture, Duke University Press, 2006.
• (Απόσπασμα του βιβλίου αποτελεί το κείμενο "The Lilly's suicides")

5. Στον ιστότοπο https://ssristories.org/ έχουν συγκεντρωθεί μέχρι σήμερα πάνω από 6.000 άρθρα που δημοσιεύτηκαν στον ημερήσιο και επιστημονικό τύπο σχετικών με τις επικίνδυνες παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών και ειδικότερα των "εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης της σεροτονίνης.

6. Richard DeGrandpre, ό.π.

7. Peter Breggin, "An examination of Eli Lilly and Company’s contentions that the BMJ Prozac documents were never missing and have no significance": https://breggin.com.

8. Peter Kramer: "Ακούγοντας το Πρόζακ. Ένας ψυχίατρος εξερευνά τα αντικαταθλιπτικά και την αναδιαμόρφωση του εαυτού" ["Listening to Prozac: A psychiatrist explores antidepressant drugs and the remaking of the self"], εκδ. Πατάκης, 1995.

9. Jean-Claude St-Onge: "Tous fous? L'influence de l'industrie pharmaceutique sur la psychiatrie", p. 168, édit. Écosociété, 2013.

10. "Antidepressants associated with significantly elevated risk of death, researchers find". Science News, 14/9/2017.

11. Παροξετίνη: ένα μη-αποτελσματικό αντικαταθλιπτικό που προκαλεί αυτοκτονίες:
    …, Jon Jureidini "Restoring Study 329: efficacy and harms of paroxetine and imipramine in treatment of major depression in adolescence", British Medical Journal, 351, 2015.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου