Κατάθλιψη και χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης· μια υπόθεση που στην πραγματικότητα δεν επαληθεύθηκε ποτέ

(Σημείωμα με αφορμή την πρόσφατη έρευνα (Ιούλιος 2022) της Joanna Moncrieff )

    Η ιδέα ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε κάποια χημική ανισορροπία και συγκεκριμένα σε μειωμένα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο των πασχόντων πρωτοδιατυπώθηκε στην δεκαετία του 1960. Υιοθετήθηκε από τη φαρμακευτική βιομηχανία και προωθήθηκε ευρέως, ιδιαίτερα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά, με αποτέλεσμα σήμερα το 80% και πλέον των ανθρώπων στις προηγμένες δυτικές κοινωνίες και ένας μεγάλος αριθμός επαγγελματιών της υγείας να πιστεύει ότι αιτία της κατάθλιψης είναι πράγματι κάποια "χημική ανισορροπία" στον εγκέφαλο, και ότι (δήθεν) απαιτείται κάποιο αντικαταθλιπτικό για να διορθωθεί η ανωμαλία. 

    Η Τζοάννα Μόνκριφ (Joanna Moncrieff), καθηγήτρια ψυχιατρικής στη Βρετανία και ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Κριτικής Ψυχιατρικής έχει αμφισβητήσει εδώ και αρκετό καιρό τη "θεωρία της χημικής ανισορροπίας" (βλέπε το άρθρο της "Η κατάθλιψη και ο μύθος της σεροτονίνης"). Πρόσφατα (Ιούλιος 2022) δημοσίευσε μαζί με τους συνεργάτες της στην επιθεώρηση Molecular Psychiatry τα συμπεράσματα μιας άλλης συστηματικής ανασκόπησης όλων των μέχρι τούδε σχετικών ερευνών ("The serotonin theory of depression: a systematic umbrella review of the evidence"): Δεν υπάρχουν, υποστηρίζει, πειστικές αποδείξεις πως η κατάθλιψη οφείλεται ή έστω κατά κάποιο τρόπο συνδέεται με χαμηλά επίπεδα ή με μειωμένη δραστηριότητα της σεροτονίνης ή με οποιουδήποτε άλλου νευροδιαβιβαστή. Οι άνθρωποι που υποφέρουν από κατάθλιψη άλλοτε εμφανίζουν μειωμένα επίπεδα σεροτονίνης, άλλοτε παρόμοια επίπεδα σεροτονίνης με τους ανθρώπους που δεν έχουν κατάθλιψη και άλλοτε αυξημένα! Με άλλα λόγια, η θεωρία της χημικής ανισορροπίας που εξακολουθούν να επαναλαμβάνουν οι περισσότεροι ψυχίατροι στα ιατρεία τους και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν υποστηρίζεται από τα ερευνητικά δεδομένα. Κατά συνέπεια τίθεται υπό αμφισβήτηση και η χρησιμότητα των αντικαταθλιπτικών (φαρμάκων με δυνητικά ιδιαίτερα σοβαρές και επικίνδυνες παρενέργειες) και ιδιαίτερα των αντικαταθλιπτικών τύπου SSRI (Εκλεκτικοί Αναστολείς Επαναπρόσληψης της Σεροτονίνης). (βλέπε η "Η μαύρη λίστα των αντικαταθλιπτικών")

    Ωστόσο, είναι αλήθεια πως πολλοί άνθρωποι αισθάνονται καλύτερα όταν αρχίζουν να παίρνουν αντικαταθλιπτικά. Αντίφαση που εξηγείται, όπως υποστηρίζει από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 ο Αμερικανός καθηγητής ψυχολογίας Ίρβινγκ Κιρς (Irving Kirsch) και όπως αποδεικνύεται από τις κρυφές και μη-δημοσιευμένες έρευνες των ίδιων των φαρμακευτικών εταιρειών, από το φαινόμενο πλασέμπο: Όταν ένας ασθενής λαμβάνει αντικαταθλιπτικά (ή οποιαδήποτε άλλη ουσία για την αντικαταθλιπτική δράση της οποίας είναι εκ των προτέρων πεπεισμένος) γεννιέται μέσα του η ελπίδα ότι η κατάστασή του θα βελτιωθεί, και αυτή η πίστη κινητοποιεί με τη σειρά της τους φυσιολογικούς μηχανισμούς που συνδέονται με την άμβλυνση ή εξάλειψη των συμπτωμάτων. (βλέπε "Το φαινόμενο πλασέμπο και η κατασκευή του μύθου των αντικαταθλιπτικών").

    Αν όμως, γράφει η Μόνκριφ, τα αντικαταθλιπτικά με τις τόσες δυνητικά σοβαρές παρενέργειες και τον υψηλό κίνδυνο εξάρτησης (βλέπε οι "Οι δέκα ψευδείς μύθοι της ψυχιατρικής") δεν διαφέρουν από τα εικονικά φάρμακα (πλασέμπο) ή αν η αποτελεσματικότητά τους έναντι της κατάθλιψης οφείλεται σε μια γενικευμένη συγκράτηση και άμβλυνση όλων των συναισθημάτων (μια άλλη υπόθεση που έχει επίσης προταθεί), τότε "δεν είναι ξεκάθαρο αν κάνουν περισσότερο καλό ή κακό". Και είναι προτιμότερο να αποφεύγεται η χρήση τους.

    Αλλά αν κάποιος παίρνει ήδη αντικαταθλιπτικά και θέλει να τα διακόψει είναι σημαντικό να μην το κάνει χωρίς ιατρική επίβλεψη. Και αυτό επειδή με την απότομη διακοπή των αντικαταθλιπτικών ενδέχεται να εμφανιστούν στερητικά συμπτώματα (σωματικά και ψυχικά), κάποιες φορές ιδιαίτερα έντονα ή και επικίνδυνα, μερικά από τα οποία προσομοιάζουν με συμπτώματα κατάθλιψης. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που πολλοί άνθρωποι ξαναγυρνούν στα αντικαταθλιπτικά μετά από κάποια απόπειρα διακοπής τους ή εξακολουθούν να κάνουν χρήση αντικαταθλιπτικών ενώ ο αρχικός λόγος που τους ώθησε να τα πάρουν έχει προ πολλού εκλείψει.

ΨυχοΑντιΜαχίες    


  1. Μια σύνοψη του άρθρου αναδημοσιεύτηκε και στον ιστότοπο The Conversation. Ελληνική μετάφραση: Joanna Moncrieff & Mark Horowitz, "Η κατάθλιψη πιθανότατα δεν προκαλείται από χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης"· www.healthyliving.gr



         Δείτε επίσης:

Philippe Pignarre
Πως η κατάθλιψη
έγινε επιδημία

Joanna Moncrieff
Το ψυχολογικό είναι
πολιτικό

Αντικαταθλιπτικά
και μειωμένη
ενσυναίσθηση


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου