"Η ψύχωση της διαμαρτυρίας" ('The protest psychosis') • Μια ιστορία κοινωνικού ελέγχου

   Πως και γιατί η σχιζοφρένεια θεωρήθηκε στις Η.Π.Α. ψυχική ασθένεια των "νέγρων" την περίοδο του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα

------

Ή πως οι ιστορικοί και πολιτικοί παράγοντες καθορίζουν τις κυρίαρχες τάσεις της ψυχιατρικής διάγνωσης και θεραπείας

Εικ. 1: Διαφήμιση του 1974 για το "αντιψυχωτικό" Haldol

"Η ψύχωση της διαμαρτυρίας"[1] του Τζόναθαν Μετζλ (Jonathan Metzl), ψυχίατρου και καθηγητού κοινωνιολογίας στο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο του Βάντερμπιλτ (στην πολιτεία τουΤενεσσί), δημοσιεύτηκε το 2010 μετά από εκτεταμένη διαχρονική επισκόπηση του ιατρικού και λαϊκού αμερικανικού τύπου και πολυετή έρευνα στα αρχεία του Κρατικού Ψυχιατρείου της Ιωνίας του Μίτσιγκαν (Ionia State Hospital), μιας μικρής πόλης κοντά στο Ντιτρόιτ, που από το 1885 έως το 1977, οπότε και έκλεισε στο πλαίσιο του προγράμματος της αμερικανικής "απονοσοκομειοποίησης", υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ψυχιατρικά άσυλα των Η.Π.Α.. 

    Η ανησυχία που προκάλεσαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 οι διεκδικήσεις του αφροαμερικανικού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα (civil rights movement) στις αμερικανικές αρχές και στο συντηρητικό κομμάτι της αμερικανικής κοινωνίας (και, προφανώς, σε πολλούς επιφανείς λευκούς Αμερικανούς ψυχιάτρους) οδήγησε, υποστηρίζει στο βιβλίο του ο Μετζλ, στον επανορισμό της σχιζοφρένειας από την αμερικανική ψυχιατρική, τη σύνδεσή της με την εχθρικότητα, τη βία, την εγκληματικότητα και τη μαύρη φυλή, γεγονός που είχε ως συνέπεια τον εγκλεισμό χιλιάδων Αφοαμερικανών, συμπεριλαμβανομένων πολλών μαχητικών ακτιβιστών, στα ψυχιατρικά άσυλα με τη διάγνωση της "παρανοειδούς σχιζοφρένειας". 

• • • • • • •

Εικ. 2:
The protest psychosis

Μέχρι τη δεκαετία του 1950, γράφει ο Μετζλ, τα ψυχιατρικά εγχειρίδια στις Η.Π.Α περιέγραφαν τη σχιζοφρένεια ως μια "ασαφή και γενική πάθηση", που εκδηλωνόταν ως "συναισθηματική ασυμφωνία"  με αρνητικές επιπτώσεις στην ικανότητα του ατόμου "να σκέφτεται και να αισθάνεται". Υπήρχε η εντύπωση πως ήταν μια "ασθένεια" κυρίως των λευκών Αμερικανών, ιδιαίτερα των λευκών νεαρών γυναικών της κατώτερης μεσαίας τάξης, οι "σχιζοφρενικές τάσεις" των οποίων και οι "σχιζοφρενικές εναλλαγές της διάθεσης" τις εμπόδιζαν "να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους ως μητέρες και σύζυγοι". Αυτή ήταν και η περίπτωση της Άλις Γουίλσον, μιας από τις τέσσερις περιπτώσεις που ο Μετζλ περιγράφει διεξοδικά σε ξεχωριστά κεφάλαια του βιβλίου του, η οποία εγκλείστηκε στο ψυχιατρείο της Ιωνίας το 1941 με τη διάγνωση της "σχιζοφρένειας", επειδή, σύμφωνα με τα γραφόμενα στο φάκελό της, "παραμελούσε το νοικοκυριό, παραλογιζόταν και ενοχλούσε το σύζυγό της". Οι Αμερικανοί ψυχίατροι της εποχής, συχνά ψυχαναλυτές, θεωρούσαν τους "σχιζοφρενείς" κατά κανόνα ανθρώπους με "ήρεμη φύση", πειθήνιους και γενικά ακίνδυνους. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό που μόνο χρειαζόταν ήταν "να υποβληθούν σε κάποιας μορφής ήπια ψυχοθεραπεία, αντιμετωπίζοντάς τους όπως τα απείθαρχα παιδιά, αλλά σίγουρα χωρίς να τους φοβούνται".[2] (Για τους "μη-συνεργάσιμους", τους "υποτροπιάζοντες" και τους ταραξίες υπήρχαν βέβαια και τα κλασικά κατασταλτικά μέσα της ψυχιατρικής, στα οποία από τη δεκαετία του 1940 είχε προστεθεί και το ηλεκτροσόκ.) 

    Οι αντιλήψεις των Αμερικανών ψυχιάτρων για τη σχιζοφρένεια, "τη σχέση της σχιζοφρένειας με τη φυλή, το φύλο και την ιδιοσυγκρασία", αρχίζουν ν' αλλάζουν από τις αρχές της δεκαετίες του 1960. Μια αλλαγή που ο Μετζλ συνδέει άμεσα με την ανάπτυξη του μαχητικού κινήματος των Αφροαμερικανών για ισότιμα πολιτικά δικαιώματα, την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων και του φυλετικού διαχωρισμού.

    Από τις αρχές αυτής της δεκαετίες εμφανίζονται στον ιατρικό και λαϊκό τύπο άρθρα γραμμένα από επιφανείς (λευκούς) ψυχιάτρους που συσχετίζουν πλέον τη σχιζοφρένεια με την οργή και τη βία. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ανοικτά ότι η "σχιζοφρένεια", σε αντίθεση με ότι πιστευόταν μέχρι τότε, είναι μια ασθένεια κυρίως των "νέγρων" ή ότι οι μαύρες μορφές της νόσου, σε αντίθεση με τη σχιζοφρένεια των λευκών, χαρακτηρίζονται από "θυμό, απρόβλεπτη συμπεριφορά και επιθετικότητα", ιδίως έναντι των αρχών και του ιατρικού-νοσηλευτικού προσωπικού. Στις πιο ακραίες περιπτώσεις, γράφει ο Μετζλ, οι ψυχίατροι που υπέγραφαν αυτά τα άρθρα συνέδεαν την εμφάνιση των παραπάνω "σχιζοφρενικών συμπτωμάτων" στους μαύρους Αμερικανούς με την άμεση συμμετοχή τους στις μαχητικές-συγκρουσιακές κινητοποιήσεις, την άρνηση των αξιών της λευκής κοινωνίας και την υιοθέτηση της ρητορικής των "Μαύρων Πανθήρων" ή του θρησκευτικού δόγματος του αφροαμερικανικού "Έθνους του Ισλάμ".[3]

Εικ. 3: Διαφημίσεις για το "αντιψυχωτικό" Stelazine γύρω στο 1970

    Χαρακτηριστικό, εν προκειμένω, είναι το άρθρο "The protest psychosis"[4], από το οποίο ο Τζόναθαν Μετζλ δανείστηκε τον τίτλο του βιβλίου του, που δημοσίευσαν το 1968 οι ψυχίατροι Γουόλτερ Μπρόμπεργκ και Φρανκ Σάιμον στην έγκριτη ψυχιατρική επιθεώρηση Archives of General Psychiatry [Αρχεία Γενικής Ψυχιατρικής]. Στο άρθρο τους ισχυριζόταν ότι υπήρχε μια "νέα παθολογία", η σχιζοφρένεια των Αφροαμερικανών (για την οποία πρότειναν την ως άνω ονομασία) κατά τη διάρκεια της οποίας μαύροι άνδρες ανέπτυσσαν "εχθρικά και επιθετικά συναισθήματα" και "αντι-λευκές ψευδαισθήσεις και παραληρήματα" ιδίως "όταν άκουγαν τους λόγους του Μάλκολμ Χ"(!), εντάσσονταν σε ομάδες που υιοθετούσαν τη μαχητική αντίσταση στη λευκή κοινωνία ή "ασπάζονταν αφρικανικές και ισλαμικές ιδεολογίες". Οι άνδρες αυτοί αποτελούσαν αναμφισβήτητα ψυχιατρικές περιπτώσεις, σύμφωνα με τους συγγραφείς, επειδή τα συμπτώματά τους δεν απειλούσαν μόνο τη δική τους ψυχική υγεία, "αλλά και την κοινωνική τάξη της λευκής Αμερικής"! Ακραίες αντιεπιστημονικές και ρατσιστικές απόψεις που αναπόφευκτα μας θυμίζουν δυο άλλες επινοήσεις της αμερικανικής ψυχιατρικής, τη "δραπετομανία" (drapetomania) και την "αιθιοπική δυσαισθησία" (dysaesthesia aethiopica), όπως ονομάσθηκαν από τον Αμερικανό ψυχίατρο Σάμιουλ Καρτράιτ (Samuel Cartwright) τη δεκαετία του 1850, με τις οποίες οι Αμερικανοί ψυχίατροι του 19ου αιώνα προσφέρονταν οικιοθελώς να ελέγξουν και να καταστείλουν τις απόπειρες αντίστασης των μαύρων σκλάβων. Από την πρώτη "υπέφεραν" όσοι σκλάβοι επιχειρούσαν να δραπετεύσουν και από τη δεύτερη αυτοί που περιφρονούσαν ή κατέστρεφαν την ιδιοκτησία του αφέντη τους. Για αμφότερες ως "θεραπεία" προτείνονταν το συστηματικό μαστίγωμα![5] 

    Τις νέες ρατσιστικές ψυχιατρικές αντιλήψεις, αυτές που εμφανίστηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, υιοθέτησε έμμεσα και η δεύτερη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (το περιβόητο / διαβόητο DSM, Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders), το οποίο δημοσιεύτηκε το 1968 – έναν ακριβώς χρόνο (σύμπτωση) μετά τις πολυήμερες και πολύνεκρες ταραχές του Ντιτρόιτ[6] που συντάραξαν βαθιά και φόβισαν την αμερικανική κοινωνία. Η "σχιζοφρενική αντίδραση" του DSM-I έγινε "σχιζοφρένεια" στο DSM-II και ο παρανοειδής υπότυπος επαναπροσδιόριστηκε ως διαταραχή που συνδέεται με την ανδρική επιθετικότητα. "Η στάση του ασθενούς", ανέφερε το DSM-II, "είναι συχνά εχθρική και επιθετική και η συμπεριφορά του αυτή τείνει να είναι σύμφωνη με τις ψευδαισθήσεις του". Με τις αλλαγές και τις προσθήκες αυτές (της εχθρότητας και της επιθετικότητας), σχολιάζει ο Μετζλ, «το DSM-II λειτούργησε ως ένα έμμεσα ρατσιστικό κείμενο, αντανακλώντας το κοινωνικό πλαίσιο της προέλευσής του, με τρόπο που επέτρεπε στους ψυχιάτρους να παθολογικοποιούν συνειδητά ή ασυνείδητα την εξέγερση [των Αφροαμερικανών] ως ψυχική ασθένεια»

Εικ. 4:Serpasil
(δεκαετία 1950)

    Την τάση αυτή ενίσχυαν και οι διαφημιστικές καμπάνιες των φαρμακευτικών εταιρειών, οι οποίες άρχισαν να παρουσιάζουν ευθέως τα "αντιψυχωτικά" τους φάρμακα ως αποτελεσματικά μέσα καταστολής της "αφρικανικής οργής", της οργής των μαύρων. Συνέδεαν άμεσα τη "σχιζοφρένεια" με τη βία και το "αφρικανικό φαντασιωσικό", όπως οι διαφημίσεις των αρχών του 1970 για το Stelazine (τριφθοριοπεραζίνη) [εικ. 3], ή απεικόνιζαν εξεγερμένους και απειλητικούς μαύρους άνδρες με τη γροθιά υψωμένη (κίνηση που παρέπεμπε στην εμβληματική χειρονομία των Μαύρων Πανθήρων), "η κοινωνική επιθετικότητα των οποίων απαιτούσε χημική καταστολή". Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η διαφήμιση του 1974 για το αντιψυχωτικό Haldol (αλοπεριδόλη) που απεικόνιζε, με φόντο ένα αστικό περιβάλλον (οι εξεγέρσεις αφορούσαν κυρίως τις μεγάλες πόλεις) έναν Αφροαμερικανό να κραυγάζει θυμωμένος κραδαίνοντας τη σφιγμένη γροθιά του: "Επιθετικοί και εριστικοί; Συχνά η συνεργασία ξεκινά με το Haldol", έγραφε με πηχυαία γράμματα η συνοδευτική λεζάντα. [εικ.1] Αντίθετα, στην προ του 1960 εποχή, όταν το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα δεν είχε ακόμα απειλήσει την εξουσία και την αμερικανική καθεστηκυία τάξη και η σχιζοφρένεια θεωρούνταν κυρίως "γυναικεία υπόθεση", οι διαφημίσεις, όπως αυτή στις αρχές του 1950 για το Serpazil (ρεζερπίνη), που δινόταν τότε ως "αντιψυχωτικό", απεικόνιζαν πειθήνιες λευκές νεαρές γυναίκες που το φάρμακο είχε, υποτίθεται, τη δύναμη να καταστήσει ξανά "καθαρές, συνεργάσιμες και επικοινωνιακές". [εικ.4]

    Καθώς οι αλλαγές στα διαγνωστικά κριτήρια αναμειγνύονται με τις προκαταλήψεις (συνειδητές ή ασυνείδητες) πολλών ψυχιάτρων, η δημογραφία των αμερικανικών ψυχιατρικών ασύλων αλλάζει δραματικά στις δεκαετίες του 1960 και 1970. Η πλειοψηφία των διαγνωσμένων με "σχιζοφρένεια" εγκλείστων, για παράδειγμα στο Ψυχιατρείο της Ιωνίας, δεν θα είναι πλέον λευκές ακίνδυνες απαθείς γυναίκες της μεσαίας τάξης αλλά "θυμωμένοι" μαύροι άνδρες από τις πιο φτωχές συνοικίες του Ντιτρόιτ που εναντιώνονταν στο λευκό κατεστημένο με πολιτικοποιημένο ή μη πολιτικοποιημένο τρόπο. Σε ορισμένους από αυτούς δινόταν η διάγνωση της σχιζοφρένειας, παρατηρεί ο Μετζλ, "όχι λόγω των όποιων κλινικών τους συμπτωμάτων", αλλά "επειδή είχαν αλλάξει τα διαγνωστικά κριτήρια", επειδή η σχιζοφρένεια συνδεόταν πλέον με την εχθρικότητα και τη βία και επειδή… ήταν μαύροι. Κάποιοι από αυτούς, πριν μεταφερθούν στο Ψυχιατρείο της Ιωνίας ως "σχιζοφρενείς", είχαν εγκλειστεί σε φυλακές καταδικασμένοι για σοβαρά ή λιγότερο σοβαρά ποινικά αδικήματα (σε άλλες εποχές θα λάμβαναν, αν λάμβαναν, το πολύ τη διάγνωση της "αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας"), κάποιοι άλλοι για "διατάραξη της δημόσιας τάξης", "φθορά δημόσιας περιουσίας" ή "αντίσταση κατά της αρχής" κατά τη διάρκεια πολιτικών ταραχών. Τέτοια ήταν και η περίπτωση του Σέσιλ Πίτερσον, μια ακόμη από τις περιπτώσεις εγκλείστων που ο Μετζλ εξετάζει διεξοδικά στο βιβλίο του, ο οποίος μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρείο της Ιωνίας έχοντας προηγουμένως καταδικαστεί σε κάθειρξη δέκα ετών για επίθεση σε αστυνομικό και στον οποίο δόθηκε, σύμφωνα με τις νέες συνήθειες της αμερικανικής ψυχιατρικής, η διάγνωση της σχιζοφρένειας. 

     Οι αλλαγές στα διαγνωστικά κριτήρια είχαν επιπτώσεις και στους ήδη έγκλειστους στα ψυχιατρεία. Έτσι η προαναφερθείσα Άλις Γουίλσον είδε τη διάγνωσή της να αλλάζει, όπως άλλαξε και των περισσότερων λευκών εγκλείστων, από σχιζοφρένεια σε κατάθλιψη. Οι ψυχίατροι διέβλεπαν πλέον με πολύ μεγαλύτερη ευκολία εχθρότητα και επιθετικότητα ("συμπτώματα" υποτίθεται της σχιζοφρένειας) στις συμπεριφορές των μαύρων απ' ότι στις συμπεριφορές των λευκών. Για τα ίδια προβλήματα οι λευκοί μπορεί να διαγνώσκονταν με κατάθλιψη, άγχος ή διπολική διαταραχή και οι μαύροι με σχιζοφρένεια παρανοειδούς ή άλλης μορφής.[7]

    Τα κριτήρια της σχιζοφρένειας άλλαξαν και πάλι μετά το 1980. Καθώς τα ριζοσπαστικά συγκρουσιακά κινήματα εξασθένησαν και η αντίσταση στην καταπίεση και την εξουσία άρχισε να λαμβάνει περισσότερο παθητικές μορφές, η σχιζοφρένεια έπαψε να συνδέεται από την επίσημη ψυχιατρική με την εχθρότητα, τη βία ή την εγκληματικότητα και άμεσα ή έμμεσα με τη μαύρη φυλή.[8] Ωστόσο, και παρά τις επίσημα διατυπωμένες θέσεις, οι αντιλήψεις που καλλιεργήθηκαν στις προηγούμενες δεκαετίες δεν εξαλείφτηκαν τελείως στις Η.Π.Α. στο επίπεδο της καθημερινής κλινικής πρακτικής. Για παράδειγμα, έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2005 (και περιελάμβανε 134.523 περιπτώσεις) αποκάλυψε ότι οι ψυχίατροι εξακολούθησαν να θέτουν τη διάγνωση της σχιζοφρένειας στους μαύρους Αμερικανούς άνδρες τέσσερις φορές συχνότερα απ' ότι στους λευκούς Αμερικανούς, "παρόλο που ερευνητική ομάδα δεν βρήκε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι μαύροι ασθενείς είχαν σοβαρότερα συμπτώματα από τους λευκούς ασθενείς".[9]

• • • • • • •

"Η ψύχωση της διαμαρτυρίας" είναι ένα βιβλίο που επιχειρεί να δείξει, μέσα από το παράδειγμα του επανορισμού της σχιζοφρένειας στην Αμερική, που στόχευε τους μαύρους μαχητικούς ακτιβιστές του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα, πως σε περιόδους έντασης το Κράτος και οι θεσμοί ψυχικής υγείας χρησιμοποιούν απροκάλυπτα τις ψυχιατρικές διαγνώσεις, ή εν ανάγκη εφευρίσκουν νέες, για να καταστείλουν τις πολιτικές και κοινωνικές αντιστάσεις και να χαρακτηρίσουν ως "ψυχικά ασθενείς" όσους αντιδρούν στην καταπίεση και αρνούνται να υποταχθούν στην εξουσία.

Χρήστος Αμπελάς – Χρήστος Μπελόπουλος    
ΨυχοΑντιΜαχίες – Βιβλιοπαρουσιάσεις       


Διαβάστε επίσης:

Ian Parker & David Pavón-Cuéllar
"Ψυχανάλυση και Επανάσταση"
Joanna Moncrieff
Το ψυχολογικό είναι πολιτικό
Michel Foucault
Ο κόσμος έχει γίνει ένα μεγάλο άσυλο

Bruce Levine
Γιατί οι "αντι-εξουσιαστές"
διαγνώσκονται ψυχικά ασθενείς

    Σημειώσεις 

 1. Jonathan Metzl, "The Protest Psychosis: How schizophrenia became a black disease" ['Η ψύχωση της διαμαρτυρίας, πως η σχιζοφρένεια έγινε μια αφροαμερικανική "ασθένεια"], Beacon Press, 2010. (Γαλλική μετάφραση: "Étouffer la révolte: La psychiatrie contre les Civils Rights, une histoire du contrôle social".)

2. Οι προ του 1960 θέσεις της αμερικανικής ψυχιατρικής για τη σχιζοφρένεια (όπως και η κατάσταση που επικρατούσε στα ψυχιατρικά άσυλα της εποχής) αντανακλώνται πιστά και στην ταινία "Ο λάκκος με τα φίδια" (The snake pit), που σκηνοθέτησε το 1948 ο Ανατόλ Λίτβακ (Anatole Litvak) σε σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της συγγραφέως Μαίρη Τζέιν Γουόρντ (Mary Jane Ward). (IMDb)

3. Black Panther Party: el.wikipedia 
    Nation of Islam: en.wikipedia  

4. Walter Bromberg - Franck Simon, "The 'protest' psychosis. A special type of reactive psychosis" ['Η ψύχωση της διαμαρτυρίας. Ένας ιδιαίτερος τύπος αντιδραστικής ψύχωσης]. Archives Of General Psychiatry, Aug.1968. 

5. Και αν σήμερα η "δραπετομανία", η "αιθιοπική δυσαισθησία" και η "ψύχωση της διαμαρτυρίας" φαντάζουν κραυγαλέες ψευδοεπιστημονικές γραφικότητες μιας άλλης εποχής, ας αναλογιστούμε ποιες είναι οι πραγματικές επιστημονικές βάσεις και ο κοινωνικός και πολιτικός ρόλος των διαγνωστικών κατηγοριών της σύγχρονης ψυχιατρικής, όπως η "Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας" (βλέπε: Thomas Szasz, "Η ΔΕΠΥ δεν είναι διάγνωση, είναι στιγματισμός" · και Peter Breggin: "ΔΕΠΥ, μια απατηλή και επιβλαβής για το παιδί διάγνωση"), η "Εναντιωματική Προκλητική διαταραχή", η "Διαταραχή Διαγωγής" (Conduct Disorder), για να αναφέρουμε μόνο μερικές από αυτές.

6. Οι ταραχές στο Ντιτρόιτ το καλοκαίρι του 1967: "το καλοκαίρι της οργής"
    Δύο χρόνια μετά τις σοβαρές ταραχές στη αφροαμερικανική συνοικία Γουάτς (Watts) του Λος Άντελες (με 34 νεκρούς, 1.000 τραυματίες, 1.200 περίπου συλλήψεις και 600 κτήρια κατεστραμμένα ή με σοβαρές ζημιές), ξεκίνησε η εξέγερση στο Ντιτρόιτ, όταν η αστυνομία προσπάθησε να κλείσει σε μια γειτονιά μαύρων ένα μπαρ που δεν είχε άδεια λειτουργίας, στο οποίο γινόταν ένα μεταμεσονύκτιο πάρτι προς τιμήν δύο Μαύρων βετεράνων που μόλις είχαν επιστρέψει από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Οι θαμώνες και οι περίοικοι αντιστάθηκαν, η αστυνομία απάντησε με χρήση υπέρμετρης βίας και οι ταραχές γρήγορα γενικεύτηκαν σε όλες τις αφροαμερικανικές συνοικίες της πόλης. Διήρκεσαν πέντε ημέρες και τελικά κατεστάλησαν βίαια μετά από επέμβαση 17.000 στρατιωτών (εθνοφρουρά και τακτικός στρατός). Υπήρξαν συνολικά 43 νεκροί (εκ των οποίων οι 33 Αφροααμερικανοί), 1.200 τραυματίες, 7.000 συλλήψεις και 2.500 κτήρια πυρπολημένα. 

7. Η ρόλος της ψυχιατρικής ως μηχανισμού ελέγχου και καταστολής όσων αντιστέκονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην εξουσία και την καταπίεση δεν χαρακτηρίζει, φυσικά, μόνο την ψυχιατρική των δυτικών κοινωνιών. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, την τύχη πολλών αντιφρονούντων στην σταλινική περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης – βλέπε: σημείωση για τις αυτοβιογραφικές μαρτυρίες για την ψυχιατρική καταστολή στην Σοβιετική Ένωση.

8. Στη σημερινή εποχή που οι αντιστάσεις στην Αμερική, όπως και στις υπόλοιπες καπιταλιστικές κοινωνίες, είναι συχνότερα παθητικές και μοναχικές (επειδή "οι ελπίδες έχουν στερέψει και οι φίλοι έχουν πια χαθεί", όπως γράφει ο Bruce Levine), άλλες ψυχιατρικές διαγνώσεις, καθιερωμένες ή προτεινόμενες - κατάθλιψη, αγχώδης διαταραχή, "σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης" κ.τ.λ. - έρχονται να αντικαταστήσουν σε μεγάλο βαθμό την ψύχωση και τη σχιζοφρένεια στο οπλοστάσιο της καταστολής.
    Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν υποφέρουν πραγματικά και δεν χρειάζονται βοήθεια, συμπαράσταση και ελευθερία. Η ψυχική οδύνη είναι πραγματική, αλλά δεν είναι "ψυχική ασθένεια". Είναι,όπως έλεγε την εποχή της αντιψυχιατρικής ο Ντέιβιντ Κούπερ, η μοναχική και συχνά αδιέξοδη "απελπισμένη έκφραση μια ριζικής ανάγκης για αυτονομία και αλλαγή".

9. Shankar Vedantam, "Racial disparities found in pinpointing mental illness" [Φυλετικές ανισότητες στον εντοπισμό ψυχικών ασθενειών]. The Washngton Post, 28 June 2005.

Ιστορία της τρέλας / Ιστορία της ψυχιατρικής   


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου